Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2018

Eπιχειρηματικότητα - Η Ιστορία διαβάζεται αλλιώς (*)

(*) Του Στρατή Ζαφείρη, ΓΓ Βιομηχανίας (απο το http://www.kathimerini.gr)
Μ​​ε απόφαση της κυβέρνησης, τον Αύγουστο του 2015 ξεκίνησε μια ομάδα αποτελούμενη από 13 γενικούς γραμματείς και πολλά στελέχη από υπουργεία, υπό τον συντονισμό της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, να εργάζεται προκειμένου να απλοποιήσει την αδειοδότηση σε διάφορους επιχειρηματικούς τομείς. Πολύ σύντομα διαπιστώσαμε ότι το κράτος ήταν συνολικά εχθρικό απέναντι στην επιχειρηματικότητα:
• Η ισχύουσα νομοθεσία εχθρική και γραφειοκρατική.
• Η δημόσια διοίκηση και οι υπάλληλοι εχθρικοί και καχύποπτοι.
• Ο γενικός κανόνας σε εφαρμογή ήταν ότι όλοι είναι ύποπτοι παραβατικότητας, καμία διαφοροποίηση ανάμεσα σε έντιμους επιχειρηματίες (που είναι ο κύριος όγκος) και σε μικρό ποσοστό παραβατικών.
Το αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν μεγάλες καθυστερήσεις στην αδειοδότηση, φαινόμενα διαφθοράς και απίστευτη γκρίνια. Το ερώτημα που εύλογα μπήκε ήταν: Γιατί είναι έτσι η κατάσταση; Αφού μέχρι σήμερα κυβέρνησαν κόμματα που ήταν υπέρ του ιδιωτικού τομέα και της επιχειρηματικότητας. Ψάξαμε να βρούμε απάντηση για να καταλάβουμε καλύτερα αυτό που κάναμε. Απορρίπτοντας εύκολες ιδεολογικές και συνθηματολογικές προσεγγίσεις, ακολουθήσαμε το νήμα της Ιστορίας. Συνήθως η κατεύθυνση στην πολιτική δίνεται σε ιδιαίτερες χρονικές στιγμές καμπής, όταν υπάρχουν γεγονότα μεγάλης σημασίας. Πηγαίνοντας λοιπόν πίσω, φτάνουμε στο σημείο μηδέν που είναι το τέλος του εμφυλίου πολέμου, αρχές του 1950. Στην Ευρώπη οι σύγχρονες αστικές δημοκρατίες θεμελιώθηκαν μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σε ένα περιβάλλον αντίθεσης και επιρροής από την Ανατολική Ευρώπη, αλλά διάθεσης συμβιβασμού στο εσωτερικό του κράτους.
Στην Ελλάδα αυτό έγινε με 4 χρόνια καθυστέρηση γιατί μεσολάβησε ο εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος ανέδειξε νικητή, όχι όμως καθαρό νικητή. Οι δύο παρατάξεις που συγκροτήθηκαν, μετά τον πόλεμο ήταν περίπου ισοδύναμες.
Στη διανομή της Ελλάδας που έγινε, οι νικητές δεξιοί πήραν το κράτος, τα σώματα ασφαλείας και τον στρατό. Οι άλλοι εργάστηκαν στον ιδιωτικό τομέα ως επιχειρηματίες και εργαζόμενοι σε επιχειρήσεις. Δηλαδή οι επιχειρήσεις της εποχής είτε ανήκαν σε αριστερούς είτε είχαν εργαζόμενους αριστερούς.
Το κράτος που έγινε καθαρά δεξιό, με την ανασφάλεια της μετεμφυλιακής κατάστασης, έβλεπε τους εχθρούς του, της πιθανής ανατροπής του καθεστώτος, μέσα στις επιχειρήσεις. Εν δυνάμει εχθρός ήταν η επιχείρηση και οι περισσότεροι επιχειρηματίες ήταν εν δυνάμει ύποπτοι. Αυτή η κατάσταση επηρέασε πολύ τη συμπεριφορά του ελληνικού κράτους απέναντι στην επιχειρηματικότητα. Πώς εξελίχθηκε από τότε η κατάσταση:
• 1950-1967: Ευαίσθητη πολιτικά περίοδος δεν επέτρεψε αλλαγές.
• 1967-1974: Χούντα – καμία αλλαγή.
• 1974-1981: Το βάρος έπεσε στον εκδημοκρατισμό, στα ατομικά πολιτικά δικαιώματα. Στην οικονομία έγιναν μεγάλες κρατικοποιήσεις και σχεδιάστηκε η ανάπτυξη της χώρας με βάση μεγάλες κρατικές επενδύσεις στον ορυκτό πλούτο και στη χημική βιομηχανία.
• 1981-1990: Εγινε προσπάθεια αλλαγής του κράτους. Ηδη όμως είχαν αναπτυχθεί νοοτροπίες και νομοθετήματα 30 χρόνων που δυσκόλευαν την όποια αλλαγή και προτιμήθηκε τελικά μόνο η αλλαγή προσώπων, στη λογική «βάζω τους δικούς μου και αυτό φτάνει».
• 1990-2000: Η συζήτηση περιστράφηκε στη μείωση του κράτους, προκειμένου δραστηριότητές του να περάσουν στην ιδιωτική οικονομία.
• 2000-ΟΝΕ: «Τι κράτος έχουμε και τι ρόλο θέλουμε να έχει» ήταν εκτός συζήτησης στην πορεία προς την ΟΝΕ.
Ετσι φτάσαμε να έχουμε ένα κράτος εχθρικό, γραφειοκρατικό, υπερ-ρυθμιστικό απέναντι στην επιχειρηματικότητα και στον πολίτη. Ενα κράτος που δημιουργεί εμπόδια στην ανάπτυξη.
Η κρίση έφερε στην επιφάνεια νέες ιδέες και νέες προσεγγίσεις. Ο ρόλος του κράτους μπήκε στο επίκεντρο των συζητήσεων και των προσπαθειών μεταρρύθμισής του.
Η ιστορική ανασκόπηση και αναζήτηση μας ανέδειξε το βάθος του προβλήματος. Η παρούσα κατάσταση διαμορφώθηκε σε διάρκεια 60-70 χρόνων. Εχουν εκπαιδευθεί σε τέτοιες νοοτροπίες 2,5 γενιές δημοσίων υπαλλήλων. Αυτό πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν γιατί κάθε αλλαγή χρειάζεται χρόνο, συνέπεια και διάρκεια. Για ό,τι μας αφορά: Εχουν ξεκινήσει και υλοποιούνται μεταρρυθμίσεις από το 2015 έως σήμερα, και θα συνεχίσουν παραπέρα χρονικά, με δύο καίρια νομοθετήματα, τον Ν. 4442/2016 που απλοποιεί την αδειοδότηση επιχειρήσεων (μέχρι σήμερα έχει απλοποιηθεί η αδειοδότηση στις επιχειρήσεις που καλύπτουν το 66% της οικονομικής δραστηριότητας) και το Ν/Σ για την αναδιοργάνωση των ελεγκτικών μηχανισμών που είναι στη λογική του υπεύθυνου επιχειρηματία.

Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

Τα πειράματα της γερμανικής αυτοβιομηχανίας ανασύρουν μνήμες απο το πρόσφατο παρελθόν

Είχαμε αναφερθεί στο σκάνδαλο απο παλιά, όμως φαίνεται ότι έχει πολλές προεκτάσεις.
S.Dali: The persistence of memory
Στο τέλος του 2015, ο όμιλος Volkswagen παραδέχθηκε ότι είχε εξοπλίσει 11 εκατομμύρια αυτοκίνητα ντίζελ με λογισμικό που παραποιούσε τα αποτελέσματα των ελέγχων εκπομπών καυσαερίων αποκρύπτοντας εκπομπές οξειδίου του αζώτου που βρίσκονταν σε επίπεδο έως και 40 φορές υψηλότερο από τα επιτρεπόμενα όρια.

Οι εταιρείες Volkswagen, BMW, Daimler και Bosch βρίσκονται αντιμέτωπες με δύο χωριστές υποθέσεις, οι οποίες όμως αποκαλύφθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα και αμφότερες εμπλέκουν έναν ερευνητικό οργανισμό τον οποίο χρηματοδοτούσαν, τον EUGT, ο οποίος έχει κλείσει εδώ και έναν χρόνο.
Η Volkswagen υπόσχεται ότι θα διερευνήσει το ζήτημα εκ βαθέων και θα επιβάλει εσωτερικές κυρώσεις  σε όσους επέτρεψαν την πραγματοποίηση των πειραμάτων σε ανθρώπους και πιθήκους.
Ο Ματίας Μίλερ, ο διευθυντής του ομίλου, δήλωσε χθες στις Βρυξέλλες, σύμφωνα με το περιοδικό Der Spiegel ότι η πραγματοποίηση δοκιμών σε πιθήκους το 2014, που αποκαλύφθηκε από τους New York Times, «δεν είναι ηθικές και προκαλούν αποστροφή». «Υπάρχουν πράγματα που απλώς δεν γίνονται...όλες οι αναγκαίες συνέπειες πρέπει να επιβληθούν», είπε.
Από την πλευρά του, ο υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων του γερμανικού ομίλου, Τόμας Στεγκ, παραδέχθηκε ότι ενημερώθηκε για τις μελέτες επιπτώσεων της ρύπανσης, την περίοδο όπου χρονολογείται η περίοδος της παραποίησης του λογισμικού της Volkswagen ώστε να εμφανίζονται λιγότερο ρυπογόνοι οι κινητήρες.
Ο ίδιος, πάντως, επέμεινε ότι εμπόδισε τη διεξαγωγή δοκιμών σε ανθρώπους μέσω του οργανισμού που χρηματοδοτούσαν οι Volkswagen, Daimler και BMW.
«Αμερικανοί ερευνητές ήθελαν να πραγματοποιήσουν αυτές τις δοκιμές σε ανθρώπους εθελοντές», εξήγησε. «Απάντησα τότε ότι δεν αυτό δεν μπορώ να το επιτρέψω και αποφασίσθηκε οι δοκιμές να γίνουν σε πιθήκους», πρόσθεσε.
«Αναδρομικά, αυτή μελέτη δεν έπρεπε να έχει γίνει ποτέ, είτε πρόκειται για ανθρώπους, είτε πρόκειται για πιθήκους. Αυτό που συνέβη δεν έπρεπε να έχει συμβεί ποτέ, λυπάμαι πραγματικά», δήλωσε ο Τόμας Στεγκ, ο οποίος είχε χρηματίσει εκπρόσωπος του καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ.
Βέβαια, μετά τις επικρίσεις ο Τόμας Στεγκ δεν δίστασε να δηλώσει ότι «οι εθελοντές εκτέθηκαν σε πολύ πιο χαμηλά επίπεδα ρύπων από αυτά που έχουν διαπιστωθεί σε πολλούς χώρους εργασίας. Κανένας από αυτούς δεν είχε επιπτώσεις».