Κυριακή 28 Ιουλίου 2019

«Οι όμορφες κυρίες των φέριμποτ» της Ελενας Ακρίτα, από τα ΝΕΑ

Πηγαίνοντας προς τη βόρεια Εύβοια, μπήκα στο φέριμποτ ‘Καπετάν Αριστείδης’ από Αρκίτσα για Αιδηψό. Το οποίο ήταν πεντακάθαρο παρεμπιπτόντως και το προσωπικό ευγενέστατο κι εξυπηρετικό.
Το καράβι ήταν γεμάτο από κυρίες μιας κάποιας ηλικίας. Προχωρημένης. Ελάχιστοι άντρες, τέσσερις πέντε σύζυγοι κείτονταν τήδε κακείσε. Οι κυρίες ήταν σε δύο γκρουπ το ένα ΚΑΠΗ από Αθήνα, το άλλο προσφορά από ταξιδιωτικό γραφείο. Πήγαιναν στην Αιδηψό για ιαματικά λουτρά. Λίγο ντροπαλές. Λες κι έκαναν κάτι που δεν πρέπει, κάτι που δεν το δικαιούνταν: αυτές γεννήθηκαν για να φροντίζουν όλους τους άλλους, ποτέ τον εαυτό τους.
Στις δυο γιγαντοοθόνες του σαλονιού σε απευθείας μετάδοση η ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης. Έβλεπαν όλες μαζί και τιτίβιζαν, μα τι ωραίο ταγιέρ, πώς την φωτίζει το λευκό, καλέ πολύ ψηλός ο Μητσοτάκης, ο κοντός ποιος είναι, όχι αυτός ο κοντός, ο άλλος κοντός πίσω από τον κοντό, μπράβο, τιτ τιτ τιτ σαν τα πουλάκια.
‘Ήταν χαρούμενες. Πολύ. Στα ρυτιδιασμένα πρόσωπα έλαμπαν μάτια κοριτσιών σε πενταήμερη. Όλες είχαν φρεσκοβαμμένα μαλλιά το κοκκινοκάστανο το γλυκό, το πεισματάρικο, αυτό που αρνείται να μεγαλώσει και να δώσει τη θέση του στο λευκό της κεφαλής. Το χτένισμα ασάλευτο από τη λακ και το κρεπάρισμα, τα ρούχα φλοράλ, τα νυχάκια περιποιημένα με μανόν περλέ. Είχαν κάνει προετοιμασίες το ‘βλεπες αυτό: πήγαν κομμωτήρια, ψώνισαν καινούργιο μαγιό με ασορτί παρεό, σκουφάκι του μπάνιου, όμορφα πεδιλάκια μπρονζέ κι ένα καπέλο μα ένα καπέλο, σαν της Αλίκης στο Ναυτικό…. Κι ήταν όμορφες, τόσο όμορφες…
Μιλούσαν και γελούσαν κι έλεγαν κι έλεγαν και γλώσσα μέσα δεν έβαζαν. Κι άντε πάλι χωρατά κι άντε πάλι γέλιο, ένα γέλιο γάργαρο, κοριτσίστικο, το γέλιο της εκδρομής και της νιότης και μιας ανεμελιάς που ξέχασε το όνομά της.
Όλες με το κινητό στο χέρι. Ούτε στην τσάντα δεν το έβαζαν μη δεν τ’ ακούσουν. Έλα Νίκο μου. Έλα Μαιρούλα. Έλα αγόρι μου, κορίτσι μου, έλα άντρα μου. Έλα πες μου ό,τι αηδία σου κατέβει στο κεφάλι, πες μου για τη βρύση που στάζει, λες και μπορώ από εδώ που είμαι να βρω λύση για μια βρύση που στάζει στο Πικέρμι. Ρώτα με πού είναι τα παυσίπονα που κοντεύουν ν’ αυτοκτονήσουν από πλήξη τόσα χρόνια στο ίδιο ντουλάπι. Κι αν τελείωσαν τα χάπια πες το μου. Πες το μου μην μού το κρύβεις. Και προπαντός μη διανοηθείς να πεταχτείς στο απέναντι φαρμακείο ν’ αγοράσεις, όχι, όοοοχι σε μένα θα το πεις. Σε μένα θ’ ανοίξεις την καρδούλα σου, καρδούλα μου, σε μένα που βρίσκομαι 200 χιλιόμετρα μακριά. Μα και βέβαια θα το σηκώσω το ρημαδι, και βέβαια θα το καταπιώ το μπινελίκι το αυθόρμητο. Ναι εννοείται να με αγχώσεις άνευ λόγου και αιτίας αλίμονο, αν δε με αγχώσει ο άνθρωπός μου ποιος θα με αγχώσει ο ξένος;

Όμως οι όμορφες κυρίες των φέριμποτ δεν κατσουφιάζαν για πολύ, δεν χαλούσαν τη ζαχαρένια τους. Μόλις έκλειναν το κινητό, ξαναβρίσκαν το κέφι τους. Ξανασυναντιόντουσαν με τη χαρά τη σπάνια, την ακριβοθώρητη που σε κανέναν κερατά δεν τη χαλάλιζαν.
ΚΙ όσο ξεμάκραινε το φέριμποτ τόσο πιο δυνατά γελούσαν. Μέσα στα 40 λεπτά της διαδρομής άλλαζαν, μεταμορφώνονταν, λες κι αφήναν ξέπλεκα των φρονίμων τα μαλλιά.
Να ξέρετε εσείς οι νεότεροι, χρωστάτε πολλά στις κυρίες των φέριμποτ. Να τις αγαπάτε και να τους το λέτε. Να τους λέτε ότι τους πάει το φόρεμα, να τους λέτε ότι είναι όμορφες, γιατί είναι όμορφες… Τόσο όμορφες…
Α, και να μην τους παίρνετε τηλέφωνο για βλακείες. Αφήστε τις ήσυχες για λίγο. Μόνο για λίγο…
Και μην ξεχνάτε. Κάποτε θα ανέβετε κι εσείς στο φέριμποτ.
Καλό υπόλοιπο από μένα, τα λέμε τον Σεπτέμβριο.

Τετάρτη 24 Ιουλίου 2019

Αναμνήσεις για το παζάρι της Χαλκίδας (Τάκης Δημητρακόπουλος)

Σαν σήμερα προπαραμονή της γιορτής ήταν πανέτοιμος ο Ναός της Πολιούχου Αγίας Παρασκευής να υποδεχτεί το πλήθος των προσκυνητών που έρχονταν με κάθε τρόπο και μέσον κατά κύματα . Τραίνα , λεωφορεία , μέχρι μαούνες έφταναν στο λιμάνι μεταφέροντας πιστούς πανηγυριστές από τα παραθαλάσσια χωριά της Εύβοιας , της Βοιωτίας , και της Αττικής . Συγκοινωνία και οδικό δίκτυο αφήστε το καλύτερα .

Μοσχοβολούσε ο τόπος ασβέστη παντού στην γειτονιά που πανηγύριζε σύσσωμη . Στα πεζοδρόμια και σε κάθε διαθέσιμο χώρο λειτουργούσε το ξενοδοχείο των αστέρων . Πλήθος και βέβαια κάθε καρυδιάς καρύδι , φτωχοδιάβολοι , πορτοφολάδες ταχυδακτυλουργοί και "γαμπροί" περιφέρονταν αναζητώντας καθένας την ευκαιρία του . Πλανόδιοι μικροπωλητές παγωτά ΕΒΓΑ και ΑΣΤΥ υπήρχαν μόνον τότε και χύμα σε χωνάκι . Μαλλί της γριάς ψημένο καλαμπόκι , λεμονάδες στον πάγο που σαν αυτόν τίποτα πιστέψτε με και ένας σουβλατζής με κεμπάπ και πίττα άλλη εποχή . Στο πεζοδρόμιο μικροί πάγκοι με φτηνά παιχνίδια , ήταν οι εκτός δημοπρασίας έμποροι , που από την επόμενη θα καταλάμβαναν τα πεζοδρόμια της Βενιζέλου μέχρι κάτω στην Αγγελή Γοβιού. 
Η κυρίως αγορά απλωμένη σε όλη την κεντρική πλατεία αφού είχε προηγηθεί η δημοπρασία που γινόταν φανερά εκεί στο καφενείο του Καβνουδιά . Οι τιμές των ενοικίων στα ύψη ιδιαιτέρως αν υπήρχε κόντρα μεταξύ εμπόρων ομοειδών εμπορευμάτων . Φανταστείτε να είχε συμβεί μια πυρκαγιά τότε ... Προιόντα κάθε είδους από καρφίτσες μέχρι χαλιά (εδώ ο τόνος μπορεί και να αλλάζει θέση) .Είδη προικός πιατικά κατσαρολικά ρούχα της "δουλειάς" δηλαδή με ζωή ίσα με το επόμενο παζάρι , φτηνά και "φτηνά" . 
Οι πιο μοδάτες παράγκες άρχιζαν από την στροφή πρός Βενιζέλου εκεί βολτάριζε η νεολαία και ντυνόταν ...μοδάτα ! Να κάτι γιακάδες στα πουκάμισα δυο πιθαμές να 35 πόντους η καμπάνα στο παντελόνι και βέβαια διάφορα τάχα μενταγιόν από φτηνό πλαστικό και φτηνό γούστο φιαγμένα . Όταν διαλυόταν πια το παζάρι οι περισσότεροι φορούσαμε ίδια μπλουζάκια έτσι που νόμιζε κανείς πως είμασταν σπουδαστές στο ίδιο κολέγιο. 
Πανηγύριζαν όμως και τα χασάπικα τότε , που έψηναν σε λαμαρίνες κάτι θηριώδη γουρούνια 200+κιλών . Ήταν σπάνιο είδος κρέατος το χοιρινό τότε ειδικά το καλοκαίρι , επειδή είχε 5-6 πόντους λίπους υποθέτω την εκτροφή χοίρων την έφερε η χούντα θυμηθείτε οι παλαιότεροι "τρώτε νόστιμο τρυφερό και φτηνό χοιρινό" . Χοιρινό λοιπόν εκτεθειμένο σε ότι βάζει ο νούς αλλά νόστιμο το άτιμο άλλο αν είχε οδηγήσει σε ..."περιπέτειες" αρκετούς . 

Έτσι ήταν τότε σιγά-σιγά όμως ήρθαν τα πολυκαταστήματα τα Κινέζικα άλλαξε και τόπο γίνεται πια χρόνια τώρα στο πάρκο του λαού το παζάρι και έχασε το ενδιαφέρον και την αίγλη του διακινδυνεύω πρόβλεψη εξαφάνισης σύντομα μόνο τα ψητοπωλεία θα πανηγυρίζουν . Σας κούρασα ίσως αλλά ήθελα να την κάνουμε μαζί την βόλτα στο τότε αν και είμαι σίγουρος πως μου ξέφυγαν πολλά ...

Τρίτη 16 Ιουλίου 2019

Κατερίνα Γιαμά - Ανήσυχη πένα : Αστροβροχή

Οδός Θρεψιάδη.
Μύρο και βροχή και αλμύρα.
Προχωράς και ανοίγει πόρτες στην αρχαία σου καταγωγή.
Προχωράς και αναπνέεις σαν εξασκημένο λαγωνικό, ανυπάκουο στο αφεντικό του , τη μυρωδιά που αφήνει η καταιγίδα στο πέρασμά της.
Διασχίζεις το μονοπάτι και συνθηκολογείς χωρίς διαμαρτυρία με το ανορθόδοξο τοπίο τσιμέντου - δέντρων.
Κάθε που φτάνεις σε ξέφωτο, κλείνεις την ομπρέλα για να ορμήσει στη σάρκα και το μυαλό σου η ευεργετική βροχή, να ξεπλύνει ο,τι άφησε η μετεκλογική έρημος.
Ανοίγεις έπειτα την ομπρέλα και πέφτουν τα άστρα σαν ευχές πάνω της.
Τα τραπεζάκια δίπλα στη θάλασσα και απέναντι το θηρίο των Τσιμέντων που έπαψε να βρυχάται εδώ και πολλά χρόνια.
Βρυχώνται τώρα οι άνθρωποί του που στέκουν απέξω με το αιώνιο πανό ενός αγώνα που έχει λάβει τέλος.
Τώρα, καταμεσής στη θάλασσα αυτή της Ομηρικής μνήμης ελλιμενίζεται το όμορφο "Μέδων Πλειόνη" και νομίζεις ότι ακούς να αντηχούν στ' αυτιά σου οι μελωδίες του Μουσικού Σχολείου "Νίκος Σκαλκώτας".
Στέκεις και βάζεις το χέρι αντήλιο στο φεγγάρι.
Στης νύχτας την παράδοση είσαι κ' εσύ μια ηρωίδα της Πηνελοπιάδας που καλεί από το βάθρο της τους μνηστήρες της μοναξιάς της.
Συμπάσχεις και συντρέχεις στον πόνο της.
Γιατί η Πηνελοπιάδα δεν είναι μια απλή παράσταση που μπορείς να γελάσεις με τα καμώματα των επίδοξων μνηστήρων ή να κλάψεις με την εξομολόγησή της από τον Άδη για να ολοκληρώσεις το καθήκον σου σαν θεατής.
Περισσότερα στο: Κατερίνα Γιαμά - Ανήσυχη πένα : Αστροβροχή: .