Και όμως ζουν ανάμεσά μας. Το προσωπείο τούς προστατεύει από το να εκτεθούν, αλλά αποκαλύπτει την ευάλωτη, ανθρώπινη φύση τους. Η ευτυχία τους έχει χαθεί από καιρό, πασχίζουν, τρώνε τις σάρκες τους για να την επαναφέρουν αλλά η ευάλωτη φύση τους συνεχώς τους διαψεύδει. Άνθρωποι της επαρχίας, που βλέπουν τον ορίζοντα της θάλασσας σαν διέξοδο, οχυρώνονται πίσω από τον κακό τους εαυτό, οπλίζονται ταυτόχρονα για να τον αντιμετωπίσουν. Τον φοβούνται αλλά και τον επικαλούνται, τον «φωνάζουν» αλλά και τον αναγκάζουν να σωπάσει. Αυτοί που ζουν δίπλα τους ακούνε, υποψιάζονται, σχολιάζουν ψιθυριστά αλλά δεν παρεμβαίνουν στο όνομα των ευαίσθητων, προσωπικών τους δεδομένων. Μόνο μια υποψία χαράς χωράει να μπει απ’ τη χαραμάδα των σπιτιών τους. Η υποψία ότι ο έρωτας είναι ο μόνος καλός τους εαυτός.
Κυκλοφορεί απο τις εκδόσεις Bookstars (https://www.bookstars.gr/User/Home.aspx)
Μπορείτε να το παραγγείλετε ηλεκτρονικά ή σε βιβλιοπωλεία.
Στη Χαλκίδα μπορείτε να το βρείτε στα βιβλιοπωλεία "Σβούρα" & "Πορθμός"
Ακολουθεί ένα μικρό απόσπασμα:
"Η δεκαόροφη πολυκατοικία έμοιαζε, από μακριά μέσα στη νύχτα και κάτω από τα δυνατά φώτα της κεντρικής οδού, σαν ένα άχαρο κτίσμα ογκώδες, χαρακτηριστικό δείγμα της νέας χιλετίας, χωρίς πράσινο στα μπαλκόνια, πολιορκημένη από τον όγκο του τσιμέντου σε βαθμό κακουργήματος. Ακόμη και τα μπαλκόνια της δεν άφηναν περιθώρια οπτικής επαφής με τον ορίζοντα. Μόνο από τον δέκατο όροφο μπορούσε κανείς, αν καθόταν στο μπαλκόνι, να αγναντέψει τις χαμηλές ταράτσες των διπλανών σπιτιών, διάσπαρτες από δεκάδες ηλιακούς θερμοσίφωνες και κεντρικές κεραίες τηλεοράσεων. Πλησίαζε δέκα το βράδυ και η κινητικότητα στο εσωτερικό της άρχιζε να λιγοστεύει. Οι τηλεοράσεις στη διαπασών, καθώς γηραλέες, πικρόχολες υπάρξεις είχαν πρόβλημα ακοής και δυνάμωναν τον ήχο συνεχώς, ενώ κάπου κάπου ακούγονταν κλάματα μωρών των νεαρών ζευγαριών που έμεναν εκεί. Κάποια στιγμή, έπεσε το ρεύμα και ακούστηκαν φωνές μέσα από το ασανσέρ. Ο διαχειριστής έτρεξε έντρομος να ειδοποιήσει την πυροσβεστική και επικράτησε μια σχετική αναστάτωση. Μέσα στη χανταβάρα, κανείς δεν πρόσεξε τον άνδρα που γλίστρησε έξω από το διαμέρισμα του εβδόμου ορόφου, κατέβηκε προσεκτικά τις σκάλες ανάμεσα στους άλλους ορόφους και έφτασε ανενόχλητος στο ισόγειο. Μια γάτα που είχε μπει κατά λάθος στην είσοδο και είχε κλειστεί μέσα νιαούρισε μακρόσυρτα, αλλά η αλήθεια ήταν ότι κάτι είχαν δει τα σαγηνευτικά μάτια της, κάτι την έκανε να τρομάξει. Κάτι που οι άλλοι δεν το έβλεπαν μέσα στο σκοτάδι.
-Είναι κανείς στη σκάλα; Παρακαλώ να παραμείνει στη θέση του μέχρι να αποκατασταθεί η βλάβη, ακούστηκε από ψηλά η φωνή του διαχειριστή.Έστησε αυτί για να αφουγκραστεί. Κανένας θόρυβος, ανάσα, ψίθυρος. Μόνο η κομμένη ανάσα του άντρα που άρχισε να γυρίζει το κλειδί στην κλειδαριά της πόρτας που οδηγούσε στο υπόγειο. Ακούστηκε το τρίξιμο της ξύλινης πόρτας, μετά κόπηκε απότομα και στη συνέχεια το κλειδί άρχισε να γυρίζει από τη μέσα μεριά αυτή τη φορά.
«Δεν μπορεί να με γελούν τ΄ αυτιά μου. Κάποιος μπήκε στο υπόγειο που οδηγεί στις αποθήκες των διαμερισμάτων. Αυτός ο κάποιος όμως δεν έχει καμιά δουλειά τέτοια ώρα και μέσα στο απόλυτο σκοτάδι θα κινδυνέψει να κουτρουβαλιαστεί».
Αυτή η σκέψη πέρασε σαν αστραπή από το μυαλό του διαχειριστή που ξαναφώναξε από ψηλά σκύβοντας στα κάγκελα της σκάλας.
-Είναι κανείς εκεί;
Η αγωνία του χτυπούσε κόκκινο καθώς το μόνο που άκουγε ήταν τα χτυπήματα αυτών που είχαν εγκλωβιστεί στο θάλαμο τού ασανσέρ και τους φώναξε « Έρχεται η διάσωση. Σε πέντε λεπτά θα είστε έξω. Παρακαλώ, όχι πανικός».
Eπικράτησε για λίγο σιωπή. Κάποια στιγμή ακούστηκε θόρυβος προειδοποιητικής κόρνας πυροσβεστικού οχήματος και αμέσως μετά αναγκάστηκε να κατέβει για ν΄ανοίξει την κεντρική είσοδο".