![]() |
The Three Ages of Woman. Gustav Klimt.1905 |
209. Ροβήρος ο Κατακτητής (Ιούλιος Βερν – 1886) Το όνομα προέρχεται από τη λατινική ονομασία για την έμμισχο βελανιδιά, «quercus robur», που μεταφορικά σημαίνει «δύναμη». Στο μυθιστόρημα, η εικόνα του Ροβήρου είναι διφορούμενη. Από τη μία πλευρά, εμφανίζεται ως ένας σκληρός άνθρωπος, που ενεργεί με το «δίκαιο» του δυνατού, απαγάγει μέλη της επιστημονικής λέσχης, δεν τους δίνει ελευθερία τους, είναι εμμονικός με την εκδίκηση μετά την καταστροφή του «Άλμπατρος». Από την άλλη πλευρά, διασώζει αιχμαλώτους στη Δαχομέη και ναυαγούς στον Ειρηνικό Ωκεανό. Ο Ροβήρος λέει ότι τα έθνη δεν είναι ακόμη έτοιμα να ενωθούν και διαμηνύει στο πλήθος ότι θα πρέπει να επιδιώκει την εξέλιξη και όχι την επανάσταση. Συνεχίστηκε με το "Άρχοντα του κόσμου" (1904)
210. Ο θάνατος του Ιβάν Ιλίτς (Λέων Τολστόι – 1886) Στη νουβέλα των πενήντα οκτώ σελίδων και δώδεκα ενοτήτων, ο Τολστόι δίνει μια, όπως θεωρείται, καταπληκτική περιγραφή της αναστάτωσης και της εσωτερικής κρίσης που προκαλεί στον άνθρωπο η παρουσία του θανάτου. «Ύστερα από το γεύμα, κατά τις επτά το βράδυ, μπήκε στο δωμάτιο η Πρασκόβια Φιοντόροβνα (σύζυγος). Φορούσε βραδινή τουαλέτα, λες και θα πήγαινε σε χορό. Τα πελώρια στήθη της φούσκωναν μέσα από τον κορσέ και τα μάγουλά της ήταν πασαλειμμένα πούντρες. Άρχισε να δικαιολογείται πως τάχα αυτή δεν ήθελε να πάει στο θέατρο, μα δε γινόταν αλλιώς, γιατί το θεωρείο ήταν κρατημένο από τον Περιστρώφ (ο ανακριτής και μέλλων γαμπρός τους). Πρόβαλε στο δωμάτιο και η κόρη του. Ήταν στολισμένη, με μισόγυμνο το νεανικό της κορμί. Το δικό του κορμί τού προξενούσε τόσα βάσανα, ενώ εκείνη το δικό της τ΄ έδειχνε σε όλους. Ήταν γερή, δυνατή, ίσως ερωτευμένη, και αγανακτούσε γι αυτή την αρρώστια, τον πόνο και το θάνατο που στέκονταν εμπόδιο στην ευτυχία της. Τελικά είμαστε μόνοι». Η νουβέλα, σύμφωνα με την Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ (1958) παρουσιάζει ένα θέμα που αργότερα γίνεται κεντρικό στο έργο του συγγραφέα: την μεταστροφή των ανθρώπων εκείνων που, ενώ ανήκουν στις προνομιούχες τάξεις, αντιλαμβάνονται την κοινωνική αδικία, την ηθική ποταπότητα και την ψευτιά του περιβάλλοντός τους. Στο έργο φανερώνονται σε όλη τους την οξύτητα και οι αντιφάσεις του Τολστόι. Από τη μια παρουσιάζει τον ήρωα, που «φωτίστηκε», να κόβει κάθε δεσμό με την τάξη του, εξαιτίας της διαφθοράς και της σκληρότητάς της. Από την άλλη, γίνεται φανερή η προσπάθεια του συγγραφέα να το αναγάγει σε γενικότερη τάση.
211. Διηγήματα (Αντόν Τσέχοφ – 1886) Τα έτη 1885-1886 σηματοδότησαν την ακμή του Τσέχοφ ως συγγραφέα σύντομων, γενικά χιουμοριστικών ιστοριών. Εκείνη την εποχή, όπως ο ίδιος παραδέχτηκε, έγραφε μια ιστορία την ημέρα. Οι σύγχρονοί του πίστευαν ότι θα παρέμενε σε αυτό το είδος, αλλά την άνοιξη του 1886 έλαβε μια επιστολή από τον διάσημο Ρώσο συγγραφέα Ντμίτρι Γκριγκόροβιτς, στην οποία τον επέκρινε ότι σπαταλά το ταλέντο του: «Καλύτερα να λιμοκτονήσετε, όπως λιμοκτονήσαμε εμείς στην εποχή μας, φυλάξτε τις εντυπώσεις σας για στοχαστική εργασία (...) Ένα τέτοιο έργο θα εκτιμηθεί εκατό φορές περισσότερο από εκατοντάδες υπέροχες ιστορίες διάσπαρτες σε διαφορετικές χρονικές στιγμές στις εφημερίδες». Στη χώρα μας κυκλοφορήσαν το 2000 από τις εκδόσεις Θεμέλιο, σε ενιαία έκδοση 44 από αυτές τις ιστορίες.
212. Θραύσματα του έπους (Γιάροσλαβ Βρχλίτσκι, 1878-1906) Ελεύθερα γραμμένος κύκλος επικών και λυρικών ποιημάτων που προσπαθεί να απεικονίσει την πρόοδο της ανθρωπότητας και την πορεία προς τον ουμανισμό. Οι τεράστιες ποιητικές συλλογές που περιέχουν σχεδόν όλη την επική ποίηση του Vrchlický δεν είναι χρονολογικά ταξινομημένες. Θεωρείται ένα από τα βασικά έργα της τσέχικης λογοτεχνίας και φημίζεται για το βαθύ φιλοσοφικό βάθος και τη λυρική ομορφιά του.
“Ἐδῶ στὴ Γαλλία ποὺ κάθουμαι, ποτές, ὄχι! ποτὲς
κανένας μου φίλος – ἀλήθεια εἶναι, καὶ πρέπει νὰ τὸ πῶ – μήτε θύμωσε, μήτε τὰ
χάλασε μαζί μου, μήτε μοῦ τὸ βάσταξε βαρί, μήτε μιὰ γροθιὰ μοῦ ἔδωσε στὴ ζωή
μου. Ἂν καὶ δὲ συφωνούσανε πάντα οἱ ἰδέες μας, συφωνούσανε οἱ καρδιές μας. Τὸ
φέρσιμό μας εἶναι πάντα τῆς ἀθρωπιᾶς. Γίνεται τέτοια μονοτονία; Βαρέθηκα τὴν
τύχη μου. Θὰ φιλήσω τὸν πρῶτο ποὺ θὰ μὲ βρίσῃ. Καβγάδες δίψασε ἡ ψυχή μου. Εἶναι
καιρὸς ποὺ μοῦ τρώει σὰ λιγούρα τὴν καρδιά μου. Λαχτάρα μ’ ἔπιασε νὰ ξαναδιῶ τὴ
μάννα μου – τὴν Ἑλλάδα! Ὁ νοῦς μου μεγάλα γυρέβει. Θέλω δόξα καὶ γροθιές!” (Γιάννης Ψυχάρης, «Το Ταξίδι μου» 1888)
213. Η πείνα (Κνουτ Χάμσουν – 1890) Περιγράφει τις προσπάθειες του ήρωα, που πασχίζει να επιβιώσει γράφοντας άρθρα για εφημερίδες, τα οποία θα του επιτρέψουν να καλύψει τις στοιχειώδεις ανάγκες του. Δεν τα καταφέρνει όμως πάντα. Με την κοινωνική, φυσική και πνευματική του κατάσταση σε διαρκή εξασθένηση, περιπλανιέται στους δρόμους, βυθίζεται ολοένα και περισσότερο σε παραισθήσεις και στην παράνοια. Δύσκολα διατηρεί τον σεβασμό προς τους άλλους ανθρώπους και τον εαυτό του. Η πείνα τον κατευθύνει σε ενέργειες που τον γεμίζουν ενοχές. "Πατέρας της σύγχρονης σχολής λογοτεχνίας σε κάθε πτυχή του - την υποκειμενικότητά του, την αποσπασματικότητά του, τη χρήση των αναδρομών στο παρελθόν, το λυρισμό του. Ολόκληρη η μοντέρνα σχολή της μυθοπλασίας τον εικοστό αιώνα έχει τις ρίζες της στον Χάμσουν" (I.B.Singer – 1967). Ο Τόμας Μαν τον περιέγραψε ως «απόγονο των Φιόντορ Ντοστογιέφσκι και Φρίντριχ Νίτσε. Ο Άρθουρ Κέσλερ ήταν θιασώτης των ερωτικών ιστοριών του.
214. Αξέλ (Ωγκύστ ντε Βιλιέ ντε λ'Ιλ-Αντάμ – 1890) Ένα ποιητικό και φιλοσοφικό δράμα που εξετάζει την έννοια του ρομαντισμού, του ιδεαλισμού και της αυτοκαταστροφής. Διαπραγματεύεται την έντονη εσωτερική σύγκρουση ενός ανθρώπου που αντιπαρατίθεται στην πραγματικότητα για να ακολουθήσει τις πνευματικές του αναζητήσεις, προκαλώντας ερωτήματα για τη φύση του ανθρώπινου πνεύματος. Επηρεάστηκε από τη συμμετοχή του στην Παρισινή Κομμούνα, τη Γνωστική φιλοσοφία του Χέγκελ, καθώς και τα έργα του Γκαίτε και του Βίκτωρα Ουγκώ. Ξεκινά σε ένα απόκρυφο κάστρο. Ο Βυρωνικός ήρωας Axël συναντά μια Γερμανίδα πριγκίπισσα. Μετά από μια αρχική σύγκρουση, ερωτεύονται. Μιλούν για τα καταπληκτικά ταξίδια που σχεδιάζουν να κάνουν. Αλλά συνειδητοποιούν ότι η ζωή δεν θα ανταποκριθεί ποτέ στα όνειρά τους. Στη συνέχεια αυτοκτονούν. Η πιο διάσημη ατάκα του έργου είναι η φράση του Αξέλ "Vivre? les serviteurs fermant cela pour nous" ("Ζώντας; Οι υπηρέτες μας θα το κάνουν αυτό για εμάς").
215. Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ (Όσκαρ Ουάιλντ – 1890) Αρχικά εκδόθηκε στο περιοδικό Lippincott's Monthly Magazine μαζί με άλλα πέντε μυθιστορήματα. Στη συνέχεια ο Ουάιλντ προχώρησε σε εκτεταμένη αναθεώρηση του έργου, προσθέτοντας έξι νέα κεφάλαια για την έκδοσή του σε βιβλίο την επόμενη χρονιά. Αλλόφρων επειδή η ομορφιά του θα χαθεί ενώ του πορτραίτου θα διατηρηθεί ανέπαφη, κάνει άθελά του μία συμφωνία με τον Διάβολο, σαν άλλος Φάουστ, σύμφωνα με την οποία ο πίνακας θα φέρει τα σημάδια του χρόνου, της φθοράς και του έκλυτου βίου του, ενώ αυτός θα παραμένει πάντοτε νέος και όμορφος. Σίβυλλα— μία όμορφη και ταλαντούχα ηθοποιός, την οποία ερωτεύεται ο Ντόριαν. Η αγάπη της για τον νέο την καθιστά ανίκανη να παίξει, καθώς πλέον δεν βρίσκει ευχαρίστηση στον ψεύτικο έρωτα του θεάτρου. Αυτοκτονεί όταν ο Ντόριαν της λέει ότι δεν την αγαπάει πλέον.
216. Απλοί στίχοι (Χοσέ Μαρτί – 1891) Μια από τις πιο διάσημες ποιητικές συλλογές του. Παρουσιάζει τις απόψεις του για την αγάπη, την ελευθερία και τη δικαιοσύνη με σαφήνεια και απλότητα. Το στυλ εδώ είναι άμεσο, κομψό και προσιτό, συνδυάζοντας τον λυρισμό με βαθιά ηθικά και πολιτικά θέματα. Η ποίηση του είναι αναπόσπαστο μέρος του μοντερνιστικού κινήματος, συνδυάζοντας παραδοσιακές φόρμες με μια νέα ποιητική φωνή που προσπάθησε να εμπνεύσει την κοινωνική αλλαγή. Το έργο είναι γεμάτο με πλούσιο συμβολισμό και τα θέματα του για τα παγκόσμια ανθρώπινα δικαιώματα, την ανεξαρτησία και την αισιοδοξία επηρεάζουν τους αναγνώστες ακόμη και σήμερα.
217. Μυρικά (Τζιοβάνι Πάσκολι – 1891) Συλλογή ποιημάτων που χαρακτηρίζεται από τη συναισθηματική ένταση και την εξαιρετική παρατηρητικότητα της φύσης και του ανθρώπινου κόσμου. Αυτές οι συνθέσεις εξερευνούν την ύπαιθρο, βιώνουν τις εποχές και την εναλλαγή τους, συσχετίζουν τους ρυθμούς της αγροτικής εργασίας, αναζητούν το ανθισμένο λουλούδι, παρατηρούν την απομονωμένη φωλιά. Η συλλογή αντλεί από καθημερινά αντικείμενα, το μεταβαλλόμενο τοπίο, την Ανθρωπόκαινο, τους αποξενωμένους και τον φυσικό κόσμο για να εξερευνήσει τη σχέση της ανθρωπότητας με τη φύση και με τον σύγχρονο κόσμο. Χρησιμοποιεί την ποίηση για να εκφράσει προσωπικά του βιώματα, ενσωματώνοντας στοιχεία συμβολισμού και ρομαντισμού.
218. Έντα Γκάμπλερ (Χένρικ Ίψεν – 1891) Σχετικά με τον τίτλο, ο Ίψεν έγραψε: «Η πρόθεσή μου να δώσω αυτό το όνομα ήταν να δείξω ότι η Έντα ως προσωπικότητα πρέπει να θεωρείται περισσότερο κόρη του πατέρα της από ότι σύζυγος του συζύγου της». Η Έντα δεν είναι ούτε λογική, ούτε τρελή. Η ευφυία της είναι «δαιμονική», γιατί αυτό την χαρακτηρίζει εσωτερικά, την ευχαριστεί και την εκφράζει. Οι στόχοι και τα κίνητρά της έχουν μια μυστική, προσωπική λογική από μόνα τους. Παίρνει αυτό που θέλει, αλλά αυτό που θέλει δεν είναι κάτι που οι φυσιολογικοί άνθρωποι θα παραδέχονταν (τουλάχιστον όχι δημοσίως) ότι τους είναι επιθυμητό. Ένα από τα σημαντικά πράγματα που συνεπάγεται ένας τέτοιος χαρακτήρας, είναι η υπόθεση ότι υπάρχει ένας μυστικός, ενίοτε ασυνείδητος, κόσμος των στόχων και των μεθόδων, ίσως ένα μυστικό σύστημα αξιών που συχνά είναι πολύ πιο σημαντικό από το ορθολογικό και τον κοινώς αποδεκτό σύστημα. Ο Bernard Paris ερμηνεύει τις πράξεις της Έντα ως απόρροια από την «ανάγκη της για ελευθερία [που είναι] τόσο επιτακτική όσο η λαχτάρα της για την εξουσία ... όσο η επιθυμία της να διαμορφώσει το πεπρωμένο ενός ανθρώπου».
219. Η Τες των ντ' Υρμπερβίλ (Τόμας Χάρντι – 1891) Αφηγείται την περιπετειώδη προσωπική ιστορία μιας φτωχής κοπέλας και τις δραματικές επιπτώσεις που έχει το παρελθόν στη ζωή της. Θεωρείται κλασικό έργο της αγγλικής λογοτεχνίας, αν και στην εποχή του προκάλεσε αντιδράσεις, σκανδαλίζοντας τους αναγνώστες λόγω «ανηθικότητας», καθώς παρουσίαζε την ηρωίδα σαν ένα θύτη αλλά και θύμα της άκαμπτης ηθικής της Βικτωριανής εποχής.
220. Βρυκόλακες (Χένρικ Ίψεν – 1891) Από τα αρτιότερα τεχνικά έργα του παγκόσμιου θεάτρου. Αφιερωμένο στην τραγωδία της κατάρρευσης της αστικής οικογένειας. Οι θεατρικοί συγγραφείς των προηγούμενων χρόνων (από την εποχή της Αρχαίας Ελλάδας) έβλεπαν την προέλευση της τραγωδίας στην παραβίαση του ηθικού κώδικα, ενώ ο Ίψεν ήταν ο πρώτος που είδε και έδειξε την τραγωδία της μη παραβίασης του ηθικού κώδικα - ανοίγοντας έτσι μια νέα σελίδα στην ιστορία του δράματος. Ο συγγραφέας θίγει ένα ολόκληρο κουβάρι θεμάτων που ήταν ταμπού στη βικτωριανή κοινωνία: διαφθορά της εκκλησίας, αφροδίσια νοσήματα, αιμομιξία, ευθανασία. Σε σχέση με αυτό, οι παραγωγές του έργου σε διάφορες χώρες συνοδεύτηκαν από σκάνδαλα και πολλοί βιβλιοπώλες επέστρεψαν αντίτυπα του «ανήθικου» έργου στον συγγραφέα. «Στο έργο αυτό θα γνωρίσετε κάτι που αποκαλώ «Βρυκόλακες»: νεκρές κουβέντες, που όμως επιστρέφουν μετά θάνατο εμποδίζοντας τον άνθρωπο να ζήσει τη ζωή του, με τον τρόπο που ο ίδιος επιθυμεί. Πολύ περισσότερο θα δείτε το μεγάλο κακό, που μπορούν να προκαλέσουν οι εν λόγω βρυκόλακες». Η Ρεγγίνα ως μοιραία γυναίκα: νόθα κόρη του συζύγου της δεινοπαθούσας για χρόνια χήρας Ελένης και ταυτόχρονα ερωμένη του γιού της.