Από το 2000, ο ΔΟΜ συντάσσει εκθέσεις παγκόσμιας μετανάστευσης. Η Έκθεση Παγκόσμιας Μετανάστευσης 2024, η δωδέκατη στη σειρά εκθέσεων παγκόσμιας μετανάστευσης, έχει εκπονηθεί για να συμβάλει στην αυξημένη κατανόηση της μετανάστευσης σε όλο τον κόσμο. Αυτή η νέα έκδοση παρουσιάζει βασικά δεδομένα και πληροφορίες σχετικά με τη μετανάστευση καθώς και θεματικά κεφάλαια για εξαιρετικά επίκαιρα ζητήματα μετανάστευσης.
Ο πληθυσμός των διεθνών μεταναστών
Η Ευρώπη και η Ασία φιλοξένησαν η καθεμία περίπου 87 και 86 εκατομμύρια διεθνείς μετανάστες, αντίστοιχα – που αποτελούν το 61% του παγκόσμιου αποθέματος διεθνών μεταναστών.
Αυτές τις περιοχές ακολούθησε η Βόρεια Αμερική, με σχεδόν 59 εκατομμύρια διεθνείς μετανάστες το 2020, ή το 21% του παγκόσμιου αποθέματος μεταναστών, η Αφρική με 9%, η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική με 5% και η Ωκεανία με 3%.
Σε σύγκριση με το μέγεθος του πληθυσμού σε κάθε περιοχή, τα μερίδια των διεθνών μεταναστών το 2020 ήταν υψηλότερα στην Ωκεανία, τη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, όπου οι διεθνείς μετανάστες αντιπροσώπευαν, αντίστοιχα, το 22 τοις εκατό, το 16 τοις εκατό και το 12 τοις εκατό του συνολικού πληθυσμού. Συγκριτικά, το μερίδιο των διεθνών μεταναστών είναι σχετικά μικρό στην Ασία και την Αφρική (1,8% και 1,9%, αντίστοιχα) και τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική (2,3%).
Ωστόσο, η Ασία γνώρισε την πιο αξιοσημείωτη ανάπτυξη από το 2000 έως το 2020, στο 74 τοις εκατό (περίπου 37 εκατομμύρια άνθρωποι σε απόλυτες τιμές). Η Ευρώπη γνώρισε τη δεύτερη μεγαλύτερη ανάπτυξη κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, με αύξηση 30 εκατομμυρίων διεθνών μεταναστών, ακολουθούμενη από αύξηση κατά 18 εκατομμύρια στη Βόρεια Αμερική και 10 εκατομμύρια στην Αφρική.
Στην Ελλάδα ήταν 1.340.500 ή το 12,9% του πληθυσμού, από τους οποίους Αλβανοί 446.000 και Βούλγαροι 74.000. Μεταξύ των πρώτων χωρών στο κόσμο σε ποσοστό διεθνών μεταναστατών στο πληθυσμό τους είναι: ΗΑΕ 88%, Κατάρ 77%, Κουβέϊτ 73%, Σιγκαπούρη 43%, Σαουδική Αραβία 39%. Μεταξύ των παραδοσιακά ανεπτυγμένων χωρών ξεχωρίζουν: Καναδάς 21%, Σουηδία 20% και Γερμανία 19%
Τα οικονομικά εμβάσματα
Τα διεθνή εμβάσματα είναι χρηματικές μεταφορές ή μεταφορές σε είδος που πραγματοποιούνται από μετανάστες απευθείας σε οικογένειες ή κοινότητες στις χώρες καταγωγής τους.
Η Παγκόσμια Τράπεζα συγκεντρώνει παγκόσμια δεδομένα για τα διεθνή εμβάσματα, παρά τα μυριάδες κενά δεδομένων, τις διαφορές ορισμού και τις μεθοδολογικές προκλήσεις κατά την κατάρτιση ακριβών στατιστικών. Τα δεδομένα της, ωστόσο, δεν καταγράφουν μη καταγεγραμμένες ροές μέσω επίσημων ή ανεπίσημων καναλιών και, επομένως, το πραγματικό μέγεθος των παγκόσμιων εμβασμάτων είναι πιθανό να είναι μεγαλύτερο από τις διαθέσιμες εκτιμήσεις.
Τα διαθέσιμα στοιχεία αντικατοπτρίζουν μια συνολική αύξηση των εμβασμάτων τις τελευταίες δεκαετίες, από 128 δισεκατομμύρια δολάρια το 2000 σε 831 δισεκατομμύρια δολάρια το 2022.
Το 2022, η Ινδία, το Μεξικό, η Κίνα, οι Φιλιππίνες και η Αίγυπτος ήταν (με φθίνουσα σειρά) οι πέντε κορυφαίες χώρες αποδέκτες εμβασμάτων, αν και η Ινδία ήταν πολύ πάνω από τις υπόλοιπες, με συνολικά εισερχόμενα εμβάσματα που ξεπερνούσαν τα 111 δισεκατομμύρια δολάρια, η πρώτη χώρα που έφτασε και μάλιστα ξεπέρασε τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια.
Οι χώρες υψηλού εισοδήματος είναι σχεδόν πάντα η κύρια πηγή εμβασμάτων. Για δεκαετίες, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν σταθερά η κορυφαία χώρα αποστολής εμβασμάτων, με συνολική εκροή 79 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2022, ακολουθούμενες από τη Σαουδική Αραβία (39 δισεκατομμύρια δολάρια), την Ελβετία (31,9 δισεκατομμύρια δολάρια) και τη Γερμανία (25,6 δισεκατομμύρια δολάρια).