Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επιχειρηματικότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επιχειρηματικότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2024

Ενα νέο πλαίσιο αξιολόγησης επενδύσεων για την αλλαγή απο τη σύγχρονη δυστοπία προς την πραγματική αειφορία

P.Picaso Still Life with Guitar

 Εδώ και αρκετά χρόνια έχουν διατυπωθεί από διεθνή   φόρα και οργανισμούς οι βασικές αρχές, οι στόχοι   και  συγκεκριμένες πολιτικές για την προώθηση της   αειφόρου ανάπτυξης (μεταξύ αυτών η Agenda 21, η   στρατηγική για την Αειφόρο Ανάπτυξη της ΕΕ, η   πρωτοβουλία Global Compact του ΟΗΕ, η   Διακήρυξη  της Χιλιετίας κ.α). Αρκετές εργασίες   πρωτοποριακών διανοητών, αλλά και πρακτικές (βλ.   χώρες της Βόρειας Ευρώπης) όχι μόνο έμπρακτα   υποστηρίζουν αλλά και προχωρούν ακόμη πιο πέρα   από τα καθορισθέντα όρια από τους διεθνείς   οργανισμούς. 

 Στην ολότητα αλλά και κριτική αξιοποίηση των   προαναφερθέντων για την Ελληνική πραγματικότητα,   βασίζεται η ιδέα της πρότασης που έχουμε   διατυπώσει απο το 2008, αλλά "εις μάτην". Σήμερα όμως με τις σύγχρονες κρίσεις ενέργειας, πρώτων υλών, οικονομικής και πολιτικής αστάθειας και αξιών αποκτά περισσότερη αξία προσοχής, σκέψης και εφαρμογής.  

Όπως όλοι γνωρίζουμε, στη χώρα μας το πλαίσιο των άμεσων ή έμμεσων επιδοτήσεων για την υλοποίηση επενδύσεων παίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομική λειτουργία. Χρήματα των φορολογουμένων ενισχύουν επενδύσεις (και επενδυτές) όλων των τομέων της οικονομίας.

Όμως έχουν ορθολογική και αειφορική απόδοση? Ή μήπως θα μπορούσαν με εφαρμογή κάποιων καλλίτερων αρχών, εργαλείων και μεθόδων να συμβάλλουν πιο θετικά στην οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική ανάπτυξη?

Η ιδέα είναι να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο που παραστατικά θα απεικονίζει μια διπλή δυνατότητα για τις μελλοντικές επενδύσεις. Αφ’ ενός μεν θα ξεχωρίζει τις επενδύσεις πραγματικής αειφορίας από τις κοινές επενδύσεις και αφετέρου θα αξιολογεί κατά πόσο μια μελλοντική επένδυση πλησιάζει το ιδανικό ζητούμενο. Για παράδειγμα μια μελλοντική επένδυση μπορεί να καλύπτει μερικά κριτήρια κάποιου απαραίτητου ελάχιστου (ίσως και τα περισσότερα), κάποια άλλα από ένα δεύτερο πιο απαιτητικό σύνολο και κάποια ή και κανένα από μια τρίτη πιο προηγμένη ενότητα προϋποθέσεων. Έτσι μπορεί να συγκεντρώνει π.χ. το 50% του μέγιστου δυνατού ποσοστού, να αξιολογείται σε σύγκριση με κάποια άλλη που ίσως συγκεντρώνει πιο μεγάλο ποσοστό (ή και πιο μικρό) και να προτιμάται ή όχι σε σύγκριση με τη δεύτερη, ειδικά για την απορρόφηση δημόσιων επιδοτήσεων. Θα μπορεί επίσης ο κάθε επενδυτής να βελτιώσει τις επιδόσεις της επένδυσής του με την ανάληψη των σχετικών δεσμεύσεων απέναντι στο κράτος, ως εκφραστή του δημόσιου συμφέροντος. 

Από την άλλη μεριά τα κριτήρια έχουν αξιολογηθεί και καθοριστεί έτσι ώστε ακόμη και αν πληρούνται όλα για όλες τις κατηγορίες να μην ξεπερνούν το 95%, δεδομένου ότι η κοινωνική, επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος τρέχει με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς από οποιαδήποτε δημόσια ή ιδιωτική γραφειοκρατία σε οποιοδήποτε μέρος του Κόσμου (Αθήνα ή Βρυξέλλες ή Ουάσιγκτον κλπ) Έγινε αυτό για να φανεί ότι δεν υπάρχει επένδυση που να καλύπτει το ιδεώδες της αειφόρου ανάπτυξης.

Οι επενδυτές πρέπει να προσεγγίζουν τα αναφερόμενα κριτήρια όχι ως ένα υποχρεωτικό πρόσθετο στις μελλοντικές τους επενδύσεις, αλλά ως συμφωνημένο, αναπόσπαστο τμήμα της επιχειρησιακής τους στρατηγικής και των δικών τους διαδικασιών. 

Η προτεινόμενη προσέγγιση εκτιμά τα δικαιώματα αλλά και θέτει σαφείς υποχρεώσεις για την ηγεσία, τους μετόχους, τους υπαλλήλους και τους πελάτες των επιχειρήσεων. Η εφαρμογή των κριτηρίων πρέπει να είναι μια μακροπρόθεσμη διαδικασία, που απαιτεί δεσμεύσεις για μια συνεχή οργανωτική αλλαγή και βελτίωση.

Εντούτοις, δεν υπάρχει κανένας «σωστός ακαδημαϊκά» τρόπος για την απρόσκοπτη εισαγωγή της στο management μιας επιχείρησης. Στη πράξη υπάρχουν και μπορούν να εφαρμοστούν διαφορετικές προσεγγίσεις για να υποστηρίξουν αυτή τη διαδικασία. Τα κριτήρια έχουν ταξινομηθεί σε τρία επίπεδα:

Ι - Το ανθρωπιστικό επίπεδο που είναι αναγνωρισμένο και συμφωνημένο σε επίπεδο παγκόσμιων οργανισμών, αλλά δεν εφαρμόζεται σε πολλές χώρες, ειδικά του τρίτου κόσμου.

ΙΙ – Ο κεντρικός πυρήνας της αειφόρου ανάπτυξης (που έχει καθορισθεί και συμφωνηθεί από σημαντικούς διεθνείς οργανισμούς (συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εφαρμόζεται απολύτως και σε όλες τις χώρες, κάθε άλλο μάλιστα, πάρτε για παράδειγμα τη χώρα μας)

ΙΙΙ - Το προηγμένο επίπεδο αειφόρου ανάπτυξης (που έχει διατυπωθεί θεωρητικά αλλά δεν έχει ακόμη αναγνωριστεί, ούτε εγκριθεί ως κατεύθυνση στρατηγικής και μέτρων εφαρμογής)

 Επίπεδο Ι: Βασικές απαιτήσεις (max αξιολόγησης 3 βαθμοί ανά κριτήριο)

1. Να σέβονται και υποστηρίζουν τη προστασία των διεθνώς αναγνωρισμένων ανθρώπινων δικαιωμάτων

2. Να επιβεβαιώνουν ότι δεν εμπλέκονται στην καταπάτησή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

3. Να δέχονται στην πράξη την ανεξαρτησία των σωματείων και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις

4. Να επιδιώκουν τον περιορισμό όλων των μορφών αναγκαστικής εργασίας

5. Να μην επιτρέπουν την παιδική εργασία.

6. Να επιδιώκουν τον περιορισμό των διακρίσεων σε σχέση με την απασχόληση και το επάγγελμα.

7. Να αναγνωρίζουν, υποστηρίζουν και συμμορφώνονται με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει»

8. Να εργάζονται εναντίον όλων των μορφών διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένων των εκβιασμών και των δωροδοκιών

9. Να αναγνωρίζουν, υποστηρίζουν και συμμορφώνονται όχι μόνο με τα δικαιώματα και το διάλογο μεταξύ ιδιοκτητών αλλά και τα δικαιώματα και το διάλογο με τους εργαζόμενους και τους πελάτες τους.

10. Να αναγνωρίζουν, υποστηρίζουν και συμμορφώνονται με την αρχή της ανοικτής και δημοκρατικής κοινωνίας με τη συμμετοχή και συνεισφορά των κοινωνικών εταίρων, της κοινωνίας των πολιτών και μεμονωμένων προσώπων

11. Να αντιμετωπίζουν κάθε διάκριση που έχει σχέση με το χρώμα, την εθνικότητα, τη θρησκεία, το φύλο και τη πολιτική ένταξη.

12. Να αναγνωρίζουν, υποστηρίζουν και συμμορφώνονται με την αξιοκρατία.

13. Να εισάγουν και υποστηρίζουν ένα διαφανές σύστημα επικοινωνίας.

Η αξιολόγηση για τα παραπάνω μπορεί να βασιστεί σε μια απλή μεθοδολογία βαθμολόγησης των επιδόσεων της επιχείρησης: καμία συμμόρφωση 0 βαθμοί, έναρξη διαδικασιών συμμόρφωσης 1 βαθμός, αποδεδειγμένα μερική συμμόρφωση 2 βαθμοί, πλήρης συμμόρφωση 3 βαθμοί.

 Επίπεδο ΙΙ: Απαιτήσεις αειφορίας (max αξιολόγησης 4 βαθμοί ανά κριτήριο)

1. Να υποστηρίζουν την προληπτική προσέγγιση για τις περιβαλλοντικές προκλήσεις

2. Να παίρνουν πρωτοβουλίες μεγαλύτερης περιβαλλοντικής ευθύνης

3. Να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη και διάδοση φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών

4. Να περιορίζουν τη συνεισφορά τους στις κλιματικές αλλαγές, στο κόστος και στην αρνητική επίδραση αυτών στη κοινωνία και στο περιβάλλον.

5. Να αναγνωρίζουν, υποστηρίζουν και συμμορφώνονται με τις αρχές, τους κανόνες και τις κατευθύνσεις της Αειφόρου Ανάπτυξης.

6. Να υποστηρίζουν την προληπτική προσέγγιση για τις επαγγελματικές ασθένειες, την υγιεινή και την ασφάλεια της εργασίας

7. Να προστατεύουν εμπράκτως τη μητρότητα

8. Να υποστηρίζουν την δια βίου εκπαίδευση, την επαγγελματική κατάρτιση στο χώρο εργασίας, την προθυμία και δυνατότητα εκμάθησης και προσαρμογής.

9. Να εξασφαλίζουν ότι τα χρησιμοποιούμενα συστήματα μεταφοράς ικανοποιούν τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές ανάγκες της κοινωνίας ελαχιστοποιώντας ταυτόχρονα τις ανεπιθύμητες παρενέργειές τους.

10. Να προωθούν την βιώσιμη κατανάλωση και παραγωγή (κυκλική οικονομία)

11. Να βελτιώνουν τη διαχείριση των φυσικών πόρων, με στόχο την αποφυγή της υπερεκμετάλλευσής τους και να αναγνωρίζουν στη πράξη την αξία του οικοσυστήματος.

12. Να προωθούν την καλή δημόσια υγεία για όλους και να βελτιώνουν την προστασία της εντός και εκτός της παραγωγής.

13. Να προωθούν ενεργά τη βιώσιμη ανάπτυξη όχι μόνο μέσα στην εταιρία αλλά και εκτός.

14. Να αναγνωρίζουν και να προωθούν στη πράξη συνέργειες μεταξύ της εταιρίας, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και οργανισμών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας.

15. Να υποστηρίζουν τις νέες ιδέες, την επιχειρηματική καινοτομία και την προώθηση νέων ταλέντων.

 Η αξιολόγηση για το δεύτερο επίπεδο θα μπορούσε να έχει όπως ακολουθεί, λαμβάνοντας όμως υπ’ όψη της το μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας του δεύτερου επιπέδου: καμία συμμόρφωση 0 βαθμοί, έναρξη διαδικασιών συμμόρφωσης 1 βαθμός, αποδεδειγμένα μερική συμμόρφωση 2 βαθμοί, σχεδόν πλήρης συμμόρφωση 3 βαθμοί, πλήρης συμμόρφωση 4 βαθμοί. Το μέγιστο δυνατό άθροισμα για το σύνολο των κριτηρίων για τα επίπεδα Ι & ΙΙ είναι 95 βαθμοί, σύμφωνα με τη λογική που έχει προαναφερθεί. Για την συγκεκριμένη παρακολούθηση των προαναφερθέντων δεικτών των επιπέδων Ι & ΙΙ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί το δυναμικό πλαίσιο δεικτών αειφορίας της Ε.Ε.

Το τρίτο επίπεδο είμαστε υποχρεωμένοι να το αφήσουμε προς το παρόν εκτός της πρότασης, όχι μόνο επειδή δεν έχει θεσμοθετηθεί διεθνώς, αλλά επειδή για τις συνθήκες της χώρας μας είναι πολύ προωθημένο, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων θα δυσκολεύονταν να τηρήσουν ακόμη και το σύνολο κριτηρίων του πρώτου επιπέδου. Το αναφέρουμε μόνο για ενημέρωση

Επίπεδο ΙΙΙ: Προηγμένες απαιτήσεις

1. Να λαμβάνουν υπ’ όψη τους την αλληλεγγύη μεταξύ και εντός των γενεών για την εξασφάλιση και βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών ως προϋπόθεση διαρκούς προσωπικής ευημερίας

2. Να λαμβάνει υπόψη της για τη διαμόρφωση της τιμής των προϊόντων της το εξωτερικό κόστος που αντιπροσωπεύει τη μείωση της ευημερίας του κοινωνικού συνόλου (σε θέματα ατομικής και δημόσιας υγείας, προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, της χλωρίδας και πανίδας, των κοινωνικών κεκτημένων και της πολιτισμικής κληρονομιάς) και να ανακατευθύνει το πρόσθετο κέρδος σε κοινωνικές δράσεις.

2. Να αποδέχονται και προωθούν τη συμμετοχική προσέγγιση στο management της επιχείρησης

3. Να οργανώνουν ορθολογικά τον όγκο, την ποιότητα και τη χρήση της πληροφορίας

4. Να μειώνουν το έλλειμμα οργανωτικής και επαγγελματικής ευθύνης

5. Να αντιμετωπίζουν ενεργά το επαγγελματικό και κοινωνικό στρες

6. Να αντιμετωπίζουν την καθημερινή απογοήτευση πλατειών κοινωνικών στρωμάτων και να συντελούν στη βελτίωση της συναισθηματικής συμμετοχής και κατανόησης.

7. Να αποφεύγουν ηθικά διλήμματα αλλά και να τα διαχειρίζονται σωστά όταν προκύπτουν.

8. Να ευνοούν όχι μόνο τις ανθρωπιστικές αξίες αλλά να σέβονται επίσης και την διαφορετικότητα και ποικιλία των ανθρώπινων αντιλήψεων

Με ευχαρίστηση θα δεχτούμε οποιαδήποτε κριτική αντιμετώπιση των προταθέντων, προτάσεις βελτίωσης, διεύρυνσης των κριτηρίων, εξειδίκευσης ή και βάσιμες αντιρρήσεις. Θα μπορούσαμε επίσης να παρουσιάσουμε λεπτομερώς τη πρόταση σε συσκέψεις κατά περιοχή, κλάδο ή και επιχείρηση.

Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2024

Μερικές σκέψεις για τις χιλιοτραγουδισμένες αλλαγές

«Δεν αρκεί να παραμείνεις ζωντανός για να επιβιώσεις. Ο καλύτερος δρόμος για την επιβίωση είναι η εξέλιξη…τα ιστορικά δεδομένα…αποδεικνύουν ότι ένα ολοκληρωτικό καθεστώς αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ανθρώπινη πρόοδο». (Liu Cixin ¨Σκοτεινό δάσος¨ Selini Αθήνα 2019, σελ.559)

Από το 1981 και δώθε στη χώρα μας ακούμε πολλά για αλλαγές στους οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό τομείς. Σίγουρα αλλαγές έχουν γίνει, άλλες προς το καλύτερο και άλλες ειδικά τα τελευταία χρόνια προς το χειρότερο. Αλλαγές που επιβλήθηκαν εξ ‘ ανάγκης από τα πάνω ή που ενσωματώθηκαν στη κοινωνική ζωή από τη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας ή που επιβλήθηκαν από τις απανωτές κρίσεις και φυσικές ή ανθρωπογενείς καταστροφές. Η συνολική νοοτροπία όμως της πλειοψηφίας της κοινωνίας αλλάζει με πολύ αργό ρυθμό και βασανιστικό τρόπο.

Ενώ μερικοί άνθρωποι δοκιμάζουν γρήγορα νέα πράγματα, άλλοι είναι πιο συντηρητικοί στην αλλαγή. Η αλλαγή και η σύγκρουση πάνε μαζί. Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να εισάγετε αλλαγές και να αποφύγετε τις συγκρούσεις. Μεταξύ των πιο σημαντικών προϋποθέσεων για να επιτευχθεί αυτό είναι η εμπιστοσύνη μεταξύ των «πάνω» και των «κάτω», της ηγεσίας και του προσωπικού.

Συνήθως οι άνθρωποι, ατομικά ή και κατά ομάδες αντιστέκονται στις αλλαγές για πολλούς διαφορετικούς λόγους. Μεταξύ αυτών οι πιο σημαντικοί είναι:

  • Η αύξηση της αβεβαιότητας ​​και του φόβου για την αλλαγή της κατάστασης (τι θα σημαίνουν οι αλλαγές για μένα;)
  • Η ύπαρξη ή όχι οικονομικού συμφέροντος / κινήτρων
  • Η αύξηση της γενικής ενόχλησης (απαιτούμενη εκπαίδευση, μετεγκατάσταση, αύξηση εργασίας, ευθύνης κ.α.)
  • Η απώλεια συμβόλων (απώλεια θέσης, ισχύος, σημασίας κ.α.)
  • Η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ ηγεσίας και προσωπικού (ο κύριος παράγοντας)
  • Η απειλή για την ύπαρξη / λειτουργία της κατεστημένης ομάδας (αδυνάτισμα, διάλυση κ.α)
  • Η ύπαρξη συντεχνιακών συμφερόντων ή / και τοπικιστικών συμφερόντων
  • Διάφορα ταμπού και προκαταλήψεις (φύλο, καταγωγή, χρώμα δέρματός, σεξουαλικές προτιμήσεις, πολιτικές πεποιθήσεις, κοινωνική και οικονομική κατάσταση κ.α.)

Η στόχευση εκείνων που είναι πιο πιθανό να αλλάξουν, είναι συχνά ο πιο ορθολογικός και οικονομικός τρόπος για την προώθηση της ίδιας αλλαγής σε μια μεγαλύτερη ομάδα. Εδώ, η χρήση του μοντέλου «Στάδια Αλλαγής» που αναπτύχθηκε από τους Prochaska και DiClemente (1986) μπορεί να είναι χρήσιμη για τον καθέναν.

Στο πίνακα που ακολουθεί απεικονίζεται η διαδικασία μετάβασης από την αδιαφορία για τις αλλαγές στην αποδοχή και την ενεργή δράση για αυτές. Σε αυτό το μοντέλο αναφέρονται έξι στάδια:

 

1. Άγνοια

Μη γνωρίζοντας ότι υπάρχει πρόβλημα δεν υπάρχει και πρόθεση αλλαγών

2. Συλλογισμός

Αναγνωρίζεται η ύπαρξη του προβλήματος και αρχίζει η σκέψη της τι αντιμετώπιση χρειάζεται  

3. Προτοιμασία

Οι εμπλεκόμενοι σκοπεύουν να αναλάβουν σύντομα δράση και να κάνουν σχέδια για την εφαρμογή της

4. Προσπάθεια

Οι εμπλεκόμενοι αρχίζουν να αλλάζουν αλλά αργά και ασυνεχώς  

5. Διατήρηση

Συνεχίζουν να αλλάζουν συνεχώς και γρηγορότερα

6. Διάχυση

Οι εμπλεκόμενοι ενθαρρύνουν και δείχνουν και σε άλλους πώς να υιοθετήσουν τις αλλαγές

Οι εμπλεκόμενοι χρειάζονται διαφορετικά είδη μηνυμάτων, υλικού, εκπαίδευσης και υποστήριξης για κάθε στάδιο ξεχωριστά.

Για παράδειγμα, άτομα που δεν γνωρίζουν ότι η συμπεριφορά τους είναι επιβλαβής για τον εαυτό τους ή την ομάδα τους ή επιβλαβής για τη κοινωνία ή το περιβάλλον μπορεί να χρειάζονται καλύτερες πληροφορίες από πηγές που εμπιστεύονται. Άλλοι που το έχουν αναγνωρίσει αυτό και σκέφτονται να δοκιμάσουν μια νέα συμπεριφορά μπορεί να χρειάζονται κοινωνική υποστήριξη και εκπαίδευση δεξιοτήτων.

Η αλλαγή λοιπόν είναι μια ενιαία και σοβαρή διαδικασία που δυστυχώς για τα πεπραγμένα της χώρας μας πολλές φορές μένει σε λόγια, διακηρύξεις και υποσχέσεις ή έρχεται σαν «τυφλό» αποτέλεσμα της αγοράς ή σύνθεσης συγκυριών ή και διεθνών εξελίξεων και υποχρεώσεων.

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2024

Οι διαφορές μεταξύ διαμεσολαβητών και συντονιστών

Maurice Leloire. Η τελευταία επίσκεψη του Βολτέρου στο Παρίσι
Οι διαμεσολαβητές και οι συντονιστές είναι δύο διακριτές έννοιες στην ανάλυση που παίζουν διαφορετικούς ρόλους στην κατανόηση των σχέσεων μεταξύ διαφόρων συστατικών στοιχείων του εξεταζόμενου θέματος (μεταβλητών).

Διαμεσολαβητές: Εξηγούν τη διαδικασία μέσω της οποίας μια ανεξάρτητη μεταβλητή (IV) επηρεάζει μια εξαρτημένη μεταβλητή (DV) δείχνοντας τα ενδιάμεσα βήματα που εμπλέκονται στη σχέση. Οι διαμεσολαβητές βρίσκονται στην αιτιολογική σχέση μεταξύ της ανεξάρτητης και εξαρτημένης μεταβλητής. Η αφαίρεση ενός διαμεσολαβητή από το μοντέλο συνήθως οδηγεί σε απώλεια της σχέσης μεταξύ του IV και του DV, υποδεικνύοντας έτσι ότι ο διαμεσολαβητής είναι απαραίτητος για την διατήρηση της λειτουργίας της σχέσης.

Συντονιστές:  Δεν βρίσκονται στην αιτιολογική σχέση μεταξύ της ανεξάρτητης και εξαρτημένης μεταβλητής  (IV και DV), αλλά αλληλοεπιδρούν με την ανεξάρτητη μεταβλητή για να αλλάξουν τη δύναμη ή την κατεύθυνση της σχέσης μεταξύ IV και του DV. Οι συντονιστές επιτρέπουν στους ερευνητές να διερευνήσουν τις συνθήκες υπό τις οποίες η σχέση μεταξύ του IV και του DV είναι ισχυρότερη ή πιο αδύναμη. Η κατάργηση ενός συντονιστή από το μοντέλο δεν εξαλείφει απαραίτητα τη σχέση μεταξύ του IV και του DV.

Συχνά προκύπτει σύγχυση, αλλά οι διαμεσολαβητές και οι συντονιστές εξετάζουν διαφορετικές πτυχές της σχέσης μεταξύ των μεταβλητών. Οι διαμεσολαβητές αποκαλύπτουν το «πώς» και το «γιατί», ενώ οι συντονιστές δείχνουν το «πότε» και «για ποιον». Και οι δύο έννοιες συμβάλλουν στην κατανόηση των πολύπλοκων σχέσεων μεταξύ μεταβλητών.

Για να προσδιορίσουν έναν διαμεσολαβητή, οι ερευνητές θα πρέπει να αναζητήσουν μια μεταβλητή που επηρεάζει την κατεύθυνση ή την ισχύ της σχέσης μεταξύ του IV και του DV. Για να προσδιορίσουν έναν συντονιστή, οι ερευνητές θα πρέπει να αναζητήσουν μια μεταβλητή που αλλάζει τη δύναμη ή την κατεύθυνση της σχέσης μεταξύ του IV και του DV, ανάλογα με το επίπεδο της μεταβλητής συντονιστή.

Συνοπτικά, ο προσδιορισμός των διαμεσολαβητή και συντονιστή σε μια μελέτη ή εφαρμογή ή μοντέλο απαιτεί προσεκτική εξέταση του κύριου ερωτήματος / στόχου, του θεωρητικού πλαισίου και των τεχνικών ανάλυσης και αξιολόγησης δεδομένων που θα χρησιμοποιηθούν.

Για να προσδιορίσετε εάν μια μεταβλητή είναι διαμεσολαβητής ή συντονιστής λάβετε υπόψη τις ακόλουθες οδηγίες:

Διαμεσολαβητής:

Ένας διαμεσολαβητής εξηγεί τη διαδικασία μέσω της οποίας συνδέονται δύο μεταβλητές. Βρίσκεται στην αιτιακή σχέση μεταξύ της ανεξάρτητης μεταβλητής (IV) και της εξαρτημένης μεταβλητής (DV). Προκαλείται από το IV και επηρεάζει το DV. Η αφαίρεση ενός διαμεσολαβητή από το μοντέλο μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια της σχέσης μεταξύ του IV και του DV. Αναζητήστε μια μεταβλητή που επηρεάζει την κατεύθυνση ή την ισχύ της σχέσης μεταξύ του IV και του DV.

Συντονιστής:

Ένας συντονιστής επηρεάζει τη δύναμη ή την κατεύθυνση της σχέσης μεταξύ δύο άλλων μεταβλητών. Δεν βρίσκεται στην αιτιολογική σχέση μεταξύ του IV και του DV, αλλά αλληλοεπιδρά με το IV για να αλλάξει τη σχέση. Η αφαίρεση ενός συντονιστή από το μοντέλο δεν εξαλείφει απαραίτητα τη σχέση μεταξύ του IV και του DV. Το κύριο χαρακτηριστικό των συντονιστών μπορεί να είναι ποιοτικό (π.χ. εκπαίδευση, εμπειρία, φύλο) ή ποσοτικό (π.χ. ηλικία, εισόδημα). Αναζητήστε μια μεταβλητή που αλλάζει την ισχύ ή την κατεύθυνση της σχέσης μεταξύ IV και DV, ανάλογα με το επίπεδό της.

Κατά τον προσδιορισμό των μεταβλητών των διαμεσολαβητή και συντονιστή:

- Σκεφτείτε εάν η μεταβλητή εξηγεί πώς ή γιατί δύο μεταβλητές σχετίζονται ή επηρεάζει το πότε, ποιος ή υπό ποιες συνθήκες υπάρχει μια σχέση.

- Εξετάστε εάν η αφαίρεση της μεταβλητής από το μοντέλο επηρεάζει τη σχέση μεταξύ άλλων μεταβλητών.

- Χρησιμοποιήστε μεθόδους όπως την ανάλυση διαμεσολάβησης για διαμεσολαβητές και ανάλυση εποπτείας για συντονιστές για να ελέγξετε τις επιπτώσεις τους σε αυτές τις σχέσεις.

Δευτέρα 15 Απριλίου 2024

Οι διαφορές μεταξύ της Μετα-Ανάλυσης και της Μετα-Σύνθεσης

The night market

 Η μετα-σύνθεση είναι μια δομημένη προσέγγιση για   την   ανάλυση πρωτογενών δεδομένων σε όλες τις   ενότητες   ευρημάτων ήδη  δημοσιευμένων εργασιών   με κριτές, που   αναφέρονται στη ποιοτική έρευνα.   Περιλαμβάνει τη   συγκέντρωση και την ανάλυση   ευρημάτων από πολλαπλές   ποιοτικές μελέτες για τη   διαμόρφωση μιας νέας ερμηνείας   του ερευνητικού   πεδίου. Αναφέρεται στη συστηματική   ανασκόπηση   και ενσωμάτωση ευρημάτων από ποιοτικές   μελέτες,   με στόχο τη δημιουργία μιας ολιστικής ερμηνείας   και   νέας γνώσης από την υπάρχουσα γνώση.

 Είναι μια ποιοτική εκδοχή της ποσοτικής μετα-   ανάλυσης,   η  οποία συνδυάζει αριθμητικά δεδομένα   από πολλαπλές   μελέτες για να καταλήξει σε ένα πιο   ακριβές   αποτέλεσμα.  Ενώ η μετα-ανάλυση   εστιάζει στη   συγκέντρωση στατιστικών στοιχείων, η μετα-σύνθεση   δίνει έμφαση στην ερμηνεία των ευρημάτων και την εφαρμογή τους σε πραγματικές καταστάσεις.

Σκοπός: Η μετα-σύνθεση στοχεύει στην ανάπτυξη νέων θεωριών και ερμηνειών από ποιοτικά δεδομένα, παρέχοντας γνώσεις που μπορούν να εμβαθύνουν στην κατανόηση των συναφών διαστάσεων διαφόρων τομέων.

Τύποι: Υπάρχουν τρεις κύριοι τύποι μετα-σύνθεσης που περιλαμβάνουν την οικοδόμηση θεωρίας, την εξήγηση της θεωρίας και την περιγραφή της, καθένας από τους οποίους εξυπηρετεί διαφορετικούς σκοπούς στη σύνθεση της ποιοτικής έρευνας.

Οι δύο τεχνικές της μετα-ανάλυσης και μετα-σύνθεσης βοηθούν στον εντοπισμό προτύπων και τάσεων σε διάφορους τομείς, αλλά η μετα-σύνθεση δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην κατανόηση των υποκείμενων εννοιών και θεωριών πέρα από τα στατιστικά ευρήματα της έρευνας.

Τετάρτη 10 Απριλίου 2024

Οι διαφορές μεταξύ της Συστηματικής Ανασκόπησης και της Μετα-Ανάλυσης

Είναι δύο βασικές μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται στην έρευνα που βασίζεται σε στοιχεία, αν και έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά.

William-Adolphe Bouguereau. Η Σφήκα.

 Συστηματική ανασκόπηση:

 Περιλαμβάνει τη συλλογή, την αξιολόγηση και τη σύνθεση   αποδεικτικών στοιχείων για την απάντηση σε ένα   συγκεκριμένο ερευνητικό ερώτημα με διαφάνεια και   συστηματικό τρόπο. Στόχος της είναι να είναι περιεκτική,   αποφεύγοντας μεροληψία εμπλέκοντας μια ανεξάρτητη   ομάδα εμπειρογνωμόνων και χωρίς να βασίζεται στην   υποκειμενική οπτική. Είναι ζωτικής σημασίας σε πολλούς   τομείς, για να διασφαλιστεί ότι οι επαγγελματίες   παραμένουν ενημερωμένοι με τα τελευταία ερευνητικά   ευρήματα. Αξιολογούν αμερόληπτα την εγκυρότητα των   συλλεγόμενων μελετών, καθορίζουν σαφείς στόχους και   χρησιμοποιούν αναπαραγώγιμες μεθοδολογίες.


Μετα-Ανάλυση:

Η μετα-ανάλυση είναι μια στατιστική μέθοδος που ενσωματώνει αριθμητικά δεδομένα από πολλαπλές μελέτες σε μια ενιαία αναφορά, παρέχοντας μια πιο ακριβή εκτίμηση των επιπτώσεων μιας παρέμβασης. Περιλαμβάνει το συνδυασμό αποτελεσμάτων από διάφορες δοκιμές για τη δημιουργία ενός μέσου αποτελέσματος, ενισχύοντας την ακρίβεια των υπολογισμών των επιπτώσεων της παρέμβασης. Οι μετα-αναλύσεις μπορούν να επιλύσουν αντιθέσεις μεταξύ μεμονωμένων μελετών, να εξερευνήσουν νέες υποθέσεις και να απαντήσουν σε ευρύτερες ερωτήσεις.

Οι βασικές διαφορές μεταξύ τους:

Στο σκοπό: Οι συστηματικές ανασκοπήσεις στοχεύουν στη συλλογή, αξιολόγηση και σύνθεση στοιχείων ολοκληρωμένα για να απαντήσουν σε συγκεκριμένα ερευνητικά ερωτήματα. Αντίθετα, η μετα-ανάλυση συνδυάζει στατιστικά αποτελέσματα από πολλαπλές μελέτες για να παρέχει μια πιο ακριβή εκτίμηση των αποτελεσμάτων της παρέμβασης.

Στη μεθοδολογία: Οι συστηματικές ανασκοπήσεις ακολουθούν μια διαφανή και συστηματική προσέγγιση στη συλλογή και ανάλυση δεδομένων, ενώ η μετα-ανάλυση επικεντρώνεται στη στατιστική ενοποίηση δεδομένων από διαφορετικές μελέτες.

Στο αποτέλεσμα: Οι συστηματικές ανασκοπήσεις παρουσιάζουν συνοπτικά στοιχεία χωρίς στατιστική ανάλυση, ενώ οι μετα-αναλύσεις χρησιμοποιούν στατιστικές τεχνικές για να συνδυάσουν δεδομένα και να δημιουργήσουν μέσες εκβάσεις για τα αποτελέσματα της παρέμβασης.

Συνοπτικά, ενώ οι συστηματικές ανασκοπήσεις επικεντρώνονται στη συλλογή και σύνθεση στοιχείων με διαφάνεια, οι μετα-αναλύσεις εμβαθύνουν στη στατιστική ολοκλήρωση για να παρέχουν πιο ακριβείς εκτιμήσεις των αποτελεσμάτων. Και οι δύο έχουν κρίσιμους ρόλους στην έρευνα που βασίζεται σε στοιχεία, προσφέροντας αξιόπιστα ευρήματα για τεκμηριωμένη λήψη αποφάσεων.

Σκοπός της Συστηματικής Ανασκόπησης:

Χρησιμεύει ως θεμελιώδες εργαλείο στην έρευνα, με στόχο να παρέχει μια σχολαστική περίληψη όλης της διαθέσιμης πρωτογενούς έρευνας ως απάντηση σε ένα συγκεκριμένο ερευνητικό ερώτημα.

Ακολουθούν βασικές πληροφορίες:

Αξιόπιστη πηγή αποδεικτικών στοιχείων: Μια υψηλής ποιότητας συστηματική ανασκόπηση θεωρείται η πιο αξιόπιστη πηγή αποδεικτικών στοιχείων για την καθοδήγηση της πρακτικής. Χρησιμοποιεί όλη την υπάρχουσα έρευνα, που συχνά αποκαλείται «δευτερεύουσα έρευνα» και είναι ζωτικής σημασίας για τον καθορισμό της κατάστασης της υπάρχουσας γνώσης και την ανάπτυξη κατευθυντήριων γραμμών

Περιεκτική επισκόπηση: Οι συστηματικές ανασκοπήσεις παρέχουν μια σαφή και ολοκληρωμένη επισκόπηση των διαθέσιμων στοιχείων για ένα δεδομένο θέμα, βοηθώντας στον εντοπισμό ερευνητικών κενών και μεθοδολογικών ανησυχιών. Είναι ουσιαστικής σημασίας για την επιβεβαίωση ή την απόρριψη εάν οι τρέχουσες πρακτικές βασίζονται σε σχετικά στοιχεία και για την αντιμετώπιση αβεβαιοτήτων ή διακυμάνσεων στην πράξη

Οφέλη: Βοηθά στην αποκάλυψη νέων στοιχείων, επιβεβαιώνει τις τρέχουσες και εντοπίζει νέες πρακτικές, δημιουργεί πεδία για μελλοντική έρευνα, διερευνά αντικρουόμενα αποτελέσματα και καθοδηγεί στη λήψη αποφάσεων και στην ανάπτυξη πολιτικής. Διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην παραγωγή δηλώσεων που καθοδηγούν στη λήψη αποφάσεων και στην ανάπτυξη πολιτικής.

Συμπερασματικά, ο σκοπός της είναι να παράσχει μια περιεκτική και αμερόληπτη περίληψη της υπάρχουσας έρευνας για να βοηθήσει στη λήψη αποφάσεων, να αντιμετωπίσει τις αβεβαιότητες στην πράξη, να εντοπίσει κενά στη γνώση και να καθοδηγήσει μελλοντικές ερευνητικές προσπάθειες σε διάφορους τομείς.

Οι προκλήσεις για τη διεξαγωγή της:

  • Καθορισμός πεδίου εφαρμογής και ερώτησης: Η διασφάλιση ότι η ερώτηση επανεξέτασης δεν είναι ούτε πολύ ευρεία ούτε πολύ στενή είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της συνάφειας και της ανταπόκρισης, αποφεύγοντας μεροληψία στη διαδικασία αναθεώρησης
  • Στρατηγική αναζήτησης και επιλογής: Η ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής αναζήτησης και η διαφανής διαδικασίας επιλογής είναι απαραίτητες για να αποφευχθεί η απώλεια σχετικών μελετών ή η μεροληπτική επιλογή
  • Εξαγωγή και αξιολόγηση δεδομένων: Η ακριβής εξαγωγή σχετικών πληροφοριών και η αξιολόγηση του κινδύνου μεροληψίας, ετερογένειας και μεροληψίας δημοσίευσης είναι κρίσιμα βήματα που απαιτούν τυποποιημένες μεθόδους για την αποφυγή σφαλμάτων ή παρερμηνειών στα δεδομένα
  • Σύνθεση και Ανάλυση: Η σωστή σύνθεση και ανάλυση δεδομένων από μελέτες που περιλαμβάνονται είναι ζωτικής σημασίας για την αποφυγή ανακριβών, παραπλανητικών ή μη οριστικών αποτελεσμάτων που αποτυγχάνουν να απαντήσουν στο ερώτημα ανασκόπησης

Σκοπός της Μετα-Ανάλυσης:

Χρησιμεύει ως μια στατιστική διαδικασία που συνδυάζει δεδομένα από πολλαπλές μελέτες για τον εντοπισμό κοινών επιδράσεων ή αιτιών για διάφορες διακυμάνσεις.

Ακολουθούν βασικές πληροφορίες:

Στατιστική Ολοκλήρωση: Περιλαμβάνει στατιστικό συνδυασμό δεδομένων από διάφορες μελέτες για τον εντοπισμό συνεπών επιδράσεων ή λόγων διακυμάνσεων στα αποτελέσματα.

Ενίσχυση ισχύος και ακρίβειας: Αυξάνει τη δύναμη ανίχνευσης πραγματικών επιπτώσεων συνδυάζοντας δεδομένα από πολλές μελέτες, βελτιώνοντας τις πιθανότητες ανίχνευσης σημαντικών επιπτώσεων που μπορεί να είναι εκτός ενδιαφέροντος μεμονωμένων ερευνών. Βελτιώνει την ακρίβεια της εκτίμησης των επιπτώσεων παρεμβάσεων χρησιμοποιώντας μεγαλύτερη δεξαμενή πληροφοριών, οδηγώντας σε πιο ακριβή συμπεράσματα και ενημερωμένη λήψη αποφάσεων

Επίλυση συγκρούσεων και δημιουργία υποθέσεων: Διευθετεί διαφωνίες που προκύπτουν από αντικρουόμενα αποτελέσματα μελετών και μπορεί να δημιουργήσει νέες υποθέσεις, αξιολογώντας επίσημα τις συγκρούσεις στα ευρήματα και διερευνώντας λόγους για τις αποκλίσεις. Επιτρέπει έρευνες πέρα από το πεδίο μεμονωμένων μελετών, επιτρέποντας στους ερευνητές να διερευνήσουν τη συνοχή μεταξύ διαφορετικών μελετών και να εμβαθύνουν σε πιθανούς λόγους για διαφορετικές εκτιμήσεις των επιπτώσεων

Εφαρμογές στην Έρευνα και τη Λήψη Αποφάσεων: Χρησιμοποιείται ευρέως σε διάφορους τομείς όπως η βασική έρευνα για τον προσδιορισμό αποτελεσματικών παρεμβάσεων, η εκπαίδευση, η κοινωνιολογία, η ιατρική, η ποινική δικαιοσύνη και για την αξιολόγηση των στοιχείων σε διάφορους τομείς.

Συνοπτικά, η μετα-ανάλυση διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην έρευνα συνδυάζοντας στατιστικά δεδομένα από πολλαπλές μελέτες για την παροχή ακριβέστερων εκτιμήσεων των αποτελεσμάτων, την επίλυση συγκρούσεων στα ευρήματα, τη δημιουργία υποθέσεων και την καθοδήγηση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων σε διαφορετικούς κλάδους

Οι προκλήσεις για τη διεξαγωγή της:

  • Δεδομένα που λείπουν: Η αντιμετώπιση δεδομένων που λείπουν είναι μια κοινή πρόκληση στη μετα-ανάλυση που μπορεί να επηρεάσει την ακρίβεια των υπολογισμών του μεγέθους των αποτελεσμάτων και των συνολικών συμπερασμάτων
  • Επιλογή ερευνητικής ομάδας: Η επιτυχία των συστηματικών ανασκοπήσεων και των μετα-αναλύσεων βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε μια προσεκτικά επιλεγμένη ερευνητική ομάδα για να διασφαλίσει την ποιότητα και την αξιοπιστία της ανάλυσης
  • Προετοιμασία Πρωτοκόλλου: Η θέσπιση ενός λεπτομερούς πρωτοκόλλου που περιγράφει τη διαδικασία αναθεώρησης, συμπεριλαμβανομένων των παρεμβάσεων, των αποτελεσμάτων, του προσδιορισμού του άρθρου και των μεθόδων ανάλυσης, είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της αυστηρότητας και της διαφάνειας σε όλη τη διαδικασία αναθεώρησης.

Συμπερασματικά, η εφαρμογή τους παρουσιάζει σημαντικές προκλήσεις που απαιτούν προσεκτικό σχεδιασμό, αυστηρή μεθοδολογία, διαφανείς διαδικασίες και εξειδικευμένες ερευνητικές ομάδες για να ξεπεραστούν πιθανές παγίδες όπως ελλείποντα δεδομένα, προκατειλημμένες διαδικασίες επιλογής, λάθη στην εξαγωγή δεδομένων και ανακρίβειες στη σύνθεση και ανάλυση. 

Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων διασφαλίζει την εγκυρότητα, την αξιοπιστία και τη χρησιμότητα των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από αυτές τις ερευνητικές μεθοδολογίες.

Παρασκευή 5 Απριλίου 2024

Για την διατύπωση και ανάπτυξη υποθέσεων

Η διατύπωση υποθέσεων και η ανάπτυξη υποθέσεων είναι στενά συνδεδεμένες πτυχές της ερευνητικής διαδικασίας, αλλά αντιπροσωπεύουν διακριτά στάδια.

Διατύπωση υπόθεσης: Αυτό το στάδιο εμφανίζεται νωρίς στην ερευνητική διαδικασία, όπου ο ερευνητής δημιουργεί μια ελεγχόμενη δήλωση που περιγράφει την αναμενόμενη σχέση μεταξύ των μεταβλητών ή τα αναμενόμενα αποτελέσματα ενός πειράματος. Οι υποθέσεις αναπτύσσονται με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία, τα θεωρητικά πλαίσια και την προηγούμενη έρευνα. Πρέπει να είναι σαφείς, συνοπτικές και ελεγχόμενες, συχνά παίρνοντας τη μορφή μηδενικής υπόθεσης (H0) και εναλλακτικής υπόθεσης (H1).

Minotaur With Dead Horse In Front Of A Cave Facing A Girl In Veil (1936) P.Picasso

 Η μηδενική υπόθεση (Η0): Δεν   αντιπροσωπεύει καμία   παρατηρούμενη επίδραση ή σχέση   μεταξύ μεταβλητών. Με τη   διαμόρφωσή της οι ερευνητές   στοχεύουν να τη διαψεύσουν. Εάν   γίνει αποδεκτή, δεν γίνονται   αλλαγές σε υπάρχουσες   καταστάσεις ή ενέργειες.

 Το επίπεδο σημαντικότητας στη   δοκιμή υποθέσεων δεν υπολογίζεται από στατιστικό λογισμικό, αλλά   επιλέγεται από τον ερευνητή πριν   από τη διεξαγωγή του πειράματος.   Αντιπροσωπεύει την πιθανότητα απόρριψης της μηδενικής υπόθεσης όταν είναι αληθινή. Τα κοινά επίπεδα σημαντικότητας περιλαμβάνουν 0,05 (5%) και 0,01 (1%). Η επιλογή του επιπέδου σημαντικότητας εξαρτάται από το πλαίσιο και τις πιθανές συνέπειες της πραγματοποίησης ενός σφάλματος τύπου Ι (απόρριψη μιας αληθινής μηδενικής υπόθεσης). Τα υψηλότερα επίπεδα σημαντικότητας απαιτούν ισχυρότερα στοιχεία για την απόρριψη της μηδενικής υπόθεσης, ενώ τα χαμηλότερα επίπεδα σημασίας διευκολύνουν την απόρριψη της μηδενικής υπόθεσης

Η εναλλακτική υπόθεση (Η1): Υπονοεί κάποιο παρατηρούμενο αποτέλεσμα ή σχέση μεταξύ μεταβλητών. Με τη διαμόρφωσή της οι ερευνητές επιδιώκουν να την αποδείξουν ή να την αποδεχτούν. Η αποδοχή οδηγεί σε αλλαγές σε καταστάσεις, απόψεις ή ενέργειες.

Συνοπτικά, η μηδενική υπόθεση υποθέτει ότι δεν υπάρχει σχέση μεταξύ των μεταβλητών και ελέγχεται για να απορριφθεί, ενώ η εναλλακτική υπόθεση προτείνει μια σχέση και ελέγχεται για να γίνει αποδεκτή.

Ανάπτυξη υπόθεσης: Μόλις διατυπωθεί η υπόθεση, το επόμενο βήμα είναι η ανάπτυξη ενός σχεδίου για τη συλλογή δεδομένων και την ανάλυσή τους με τρόπο συνεπή με την υπόθεση. Σε αυτό το στάδιο, ο ερευνητής καθορίζει τον κατάλληλο σχεδιασμό έρευνας, επιλέγει τα κατάλληλα μέτρα και καθορίζει κριτήρια για την αξιολόγηση της υπόθεσης. Οι τεχνικές συλλογής και ανάλυσης δεδομένων επιλέγονται για την αντιμετώπιση των ερωτημάτων που τίθενται από την υπόθεση

Η ανάπτυξη της υπόθεσης συνήθως ακολουθεί τα εξής βήματα:

Ø  Δηλώστε το πρόβλημα: Καθορίστε ξεκάθαρα το ερευνητικό ερώτημα ή θέμα που σκοπεύετε να εξερευνήσετε

Ø  Διεξαγωγή προκαταρκτικής δευτερογενούς έρευνας: Ανασκοπήστε την υπάρχουσα βιβλιογραφία, θεωρίες και προηγούμενες μελέτες για να δημιουργήσετε μια βάση για την υπόθεσή σας

Ø  Γράψτε μια υπόθεση ως δήλωση «αν-τότε»: Δημιουργήστε μια δήλωση «αν-τότε» που συνδέει τις ανεξάρτητες μεταβλητές με τις εξαρτημένες μεταβλητές, υποδεικνύοντας το αναμενόμενο αποτέλεσμα

Ø  Ορισμός των μεταβλητών: Προσδιορίστε εάν οι μεταβλητές είναι ανεξάρτητες ή εξαρτημένες και διασφαλίστε τη σαφήνεια στον ορισμό κάθε όρου

Ø  Βελτιώστε την υπόθεση: Αναθεωρήστε την υπόθεση για να βεβαιωθείτε ότι είναι συγκεκριμένη, ελεγχόμενη και βασίζεται σε έγκυρα στοιχεία

Ø  Εξετάστε διαφορετικούς τύπους υποθέσεων: Επιλέξτε μεταξύ μηδενικών, εναλλακτικών, κατευθυντήριων, μη κατευθυντήριων, συσχετιστικών ή αιτιολογικών υποθέσεων ανάλογα με το ερευνητικό ερώτημα και τα διαθέσιμα στοιχεία

Ø  Γράψτε μια μηδενική υπόθεση: Εάν ισχύει, δημιουργήστε μια μηδενική υπόθεση που να δηλώνει ότι δεν υπάρχει σχέση μεταξύ των μεταβλητών

Ø  Αξιολογήστε τις υποθέσεις και τις προβλέψεις: Εξετάστε κριτικά την υπόθεση για να επιβεβαιώσετε τη λογική συνέπεια και τη σκοπιμότητά της

Αυτά τα βήματα καθοδηγούν τους ερευνητές στη δημιουργία ισχυρών, ελεγχόμενων υποθέσεων που χρησιμεύουν ως βάση για πειραματικά σχέδια και αναλύσεις δεδομένων.

Συνοπτικά, η διατύπωση υπόθεσης εστιάζει στη δημιουργία μιας ακριβούς δήλωσης που περιγράφει τη σχέση μεταξύ μεταβλητών ή των αναμενόμενων αποτελεσμάτων ενός πειράματος, ενώ η ανάπτυξη υπόθεσης αφορά τον σχεδιασμό και την εκτέλεση της έρευνας για τον έλεγχο της υπόθεσης.

Τρίτη 2 Απριλίου 2024

Οι διαφορές μεταξύ συσχέτισης και αιτιώδους συνάφειας

Σ.Νταλί. Η αποσύνθεση της εμμονής της μνήμης

 Η συσχέτιση και η αιτιότητα είναι δύο   συγγενείς αλλά διακριτές έννοιες. Η πρώτη   αναφέρεται σε μια στατιστική συσχέτιση   μεταξύ μεταβλητών, όπου μια αλλαγή σε μια   μεταβλητή σχετίζεται με μια αλλαγή σε μια   άλλη. 

 Από την άλλη πλευρά, η αιτιότητα   συνεπάγεται ότι μια αλλαγή σε μια μεταβλητή   προκαλεί άμεσα μια αλλαγή σε μια άλλη. Ενώ   η συσχέτιση δεν συνεπάγεται αιτιότητα, η   αιτιότητα συνεπάγεται πάντα συσχέτιση.

Η βασική διαφορά μεταξύ τους είναι ότι ενώ η συσχέτιση υπονοεί απλώς μια σχέση μεταξύ μεταβλητών, αλλά δεν υποδηλώνει αιτιολογική σχέση μεταξύ τους, η αιτιώδης συνάφεια δεν συνεπάγεται μόνο σχέση, αλλά επιφέρει και αιτιατή σχέση.

Είναι απαραίτητο να γίνει διάκριση μεταξύ συσχέτισης και αιτιότητας επειδή:

Αποφεύγονται παρερμηνείας: Η σύγχυση της συσχέτισης με την αιτιότητα μπορεί να οδηγήσει σε εσφαλμένες υποθέσεις σχετικά με τη φύση της σχέσης μεταξύ των μεταβλητών

Αναγνωρίζονται πιθανοί παράγοντες σύγχυσης: Η αναγνώριση ότι η συσχέτιση δεν συνεπάγεται αιτιώδη συνάφεια βοηθά τους ερευνητές να αποφεύγουν να αποδίδουν ψευδείς συσχετισμούς σε πραγματικούς αιτιατούς δεσμούς

Σχεδιάζονται κατάλληλες παρεμβάσεις: Με τη διάκριση μεταξύ συσχέτισης και αιτιώδους συνάφειας, οι ερευνητές μπορούν να αναπτύξουν στοχευμένες παρεμβάσεις για τη δημιουργία αιτιατών σχέσεων

Βελτιώνεται ο σχεδιασμός λήψης αποφάσεων: Η ακριβής αξιολόγηση της σχέσης μεταξύ των μεταβλητών επιτρέπει στους ενδιαφερόμενους να λαμβάνουν σωστές αποφάσεις με βάση ισχυρά στοιχεία

Βελτιώνεται η κριτική σκέψη: Η κατανόηση της διάκρισης μεταξύ συσχέτισης και αιτιώδους συνάφειας προάγει την ανάλυση και ενθαρρύνει τους ερευνητές να αναζητήσουν πρόσθετα στοιχεία για να υποστηρίξουν ισχυρισμούς σχετικά με αιτιώδεις σχέσεις

Υποστηρίζεται η αποτελεσματική τεκμηρίωση: Ο σαφής καθορισμός των αποχρώσεων της συσχέτισης και της αιτιώδους συνάφειας διασφαλίζει ότι οι αναγνώστες κατανοούν πλήρως τις επιπτώσεις των ευρημάτων της έρευνας

Η εμπιστοσύνη στην ακριβή διάκριση των διαφορών μεταξύ συσχέτισης και αιτιώδους συνάφειας είναι θεμελιώδης για τη διεξαγωγή ορθών ερευνών και την προώθηση της αξιόπιστης διάδοσης της γνώσης

Οι άνθρωποι συνήθως κάνουν λάθη όταν συνάγουν την αιτιότητα από τη συσχέτιση λόγω παρεξηγήσεων σχετικά με τη φύση αυτών των στατιστικών σχέσεων.

Μερικά από τα πιο συχνά σφάλματα περιλαμβάνουν:

  • Υποθέτοντας την αιτιότητα κατά την παρατήρηση μιας συσχέτισης: Ακριβώς επειδή δύο μεταβλητές συσχετίζονται, δεν προκύπτει απαραίτητα ότι η μία προκαλεί την άλλη.
  • Παραβλέποντας πιθανές παρεμβαλλόμενες μεταβλητές: Η αποτυχία αναγνώρισης ότι μια τρίτη μεταβλητή μπορεί να επηρεάσει τόσο τις ανεξάρτητες όσο και τις εξαρτημένες μεταβλητές, οδηγεί σε μια ψευδή συσχέτιση.
  • Εστιάζοντας αποκλειστικά στο μέγεθος του συντελεστή συσχέτισης: Οι υψηλοί συντελεστές συσχέτισης από μόνοι τους δεν εγγυώνται την αιτιότητα.
  • Παραβλέποντας την αντίστροφη αιτιότητα: Μερικές φορές, υπάρχει  πλασματική εξάρτηση μιας μεταβλητής από μια άλλη ενώ  το αληθές μπορεί να είναι το αντίστροφο.
  • Παραβλέποντας σφάλματα μέτρησης: Τα τελευταία μπορούν να εισαγάγουν «πλαστές» συσχετίσεις και να αποκρύψουν πραγματικές αιτιώδεις σχέσεις.
  • Μεροληπτόντας στην επιλογή του δείγματος: Οι επιλεκτικές  δειγματοληψίες μπορούν να δημιουργήσουν λαθεμένες εκτιμήσεις των παραμέτρων του πληθυσμού και να παραμορφώσουν τις παρατηρούμενες συσχετίσεις.
  • Εξάγοντας συμπεράσματα με βάση ανεπαρκή δεδομένα: Τα μικρά δείγματα ή οι μεμονωμένες μελέτες μπορούν να οδηγήσουν σε λανθασμένα συμπεράσματα σχετικά με την αιτιότητα.

Για να ελαχιστοποιηθούν αυτές οι παγίδες, είναι απαραίτητο να προσεγγίζουμε την ανάλυση δεδομένων με σκεπτικισμό, να εξετάζουμε διεξοδικά τις υποκείμενες υποθέσεις και να χρησιμοποιούνται πολλαπλές γραμμές αποδείξεων όποτε είναι δυνατόν.

Η αιτιότητα χωρίς συσχέτιση είναι ένα φαινόμενο όπου μια αλλαγή σε μια μεταβλητή προκαλεί αλλαγή σε μια άλλη, αλλά δεν υπάρχει στατιστική συσχέτιση μεταξύ των δύο μεταβλητών. Μερικά πραγματικά παραδείγματα αιτιότητας χωρίς συσχέτιση περιλαμβάνουν τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, τις εκπαιδευτικές παρεμβάσεις και τις οικονομικές πολιτικές, όπου μπορεί να μην υπάρχει στατιστική συσχέτιση μεταξύ της αναφερόμενης κατάστασης / ενέργειας και του αποτελέσματος λόγω ατομικής μεταβλητότητας και άλλων παραγόντων.

Για να αποφευχθεί η σύγχυση της συσχέτισης με την αιτιώδη συνάφεια, είναι σημαντικό να εξετάσετε εναλλακτικές εξηγήσεις, να χρησιμοποιήσετε πειραματικά σχέδια, να είστε προσεκτικοί με τις μελέτες παρατήρησης, να εξετάσετε τη δύναμη της συσχέτισης, να χρησιμοποιήσετε πολλαπλές πηγές αποδεικτικών στοιχείων και να αποφύγετε την εξαγωγή συμπερασμάτων που βασίζονται σε ανεπαρκή στοιχεία.

Τετάρτη 27 Μαρτίου 2024

Η ανάλυση TOWS ως επιβεβλημένη συνέχεια της ανάλυσης SWOT.

V. Kandinsky,_1936_-_Courbe_dominante
Η ανάλυση SWOT είναι αρκετά γνωστή και για αυτό δεν την παρουσιάζουμε. κρίνουμε σκόπιμο όμως να παρουσιάσουμε την ανάλυση TOWS. Oι δύο αναλύσεις μοιάζουν στο ότι αξιολογούν τα δυνατά σημεία, τις αδυναμίες, τις ευκαιρίες και τις απειλές μιας επιχείρησης. 

Η TOWS επεκτείνει τη SWOT συνδέοντας αναγνωρισμένους παράγοντες για την δημιουργία και αξιολόγηση επιχειρηματικών στρατηγικών, καθιστώντας τις ενέργειες σας  πιο εστιασμένες στον στρατηγικό σχεδιασμό και στους εξωτερικούς παράγοντες.

Οι βασικές διαφορές βρίσκονται στην εστίαση και τα αποτελέσματά τους:

Ανάλυση SWOT:

Εστίαση: Εσωτερικοί και εξωτερικοί παράγοντες.

Αποτέλεσμα: Αποτυπώνει ένα στιγμιότυπο της τρέχουσας κατάστασης της εταιρείας.

Χρήση: Προσδιορίζει εσωτερικούς πόρους και αξιολογεί το εξωτερικό περιβάλλον.

Ακολουθία: Αναλύει άμεσα εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες.

Ανάλυση TOWS:

Εστίαση: Στρατηγικός σχεδιασμός.

Αποτέλεσμα: Ευθυγραμμίζει εσωτερικούς παράγοντες με εξωτερικές ευκαιρίες και απειλές για την ανάπτυξη στρατηγικών.

Χρήση: Κατηγοριοποιεί τις στρατηγικές με βάση εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες.

Αλληλουχία: Απαιτεί εκ των προτέρων προσδιορισμό δυνατών, αδυναμιών, ευκαιριών και απειλών.

Αποφύγετε τη λανθασμένη σειρά εφαρμογής: Εκτελέστε πρώτα την ανάλυση SWOT ως αφετηρία για την ανάπτυξη στρατηγικής, όχι ως εργαλείο επικύρωσης για προκαθορισμένες στρατηγικές

Για να εκτελέσετε μια ανάλυση TOWS, ακολουθήστε τα εξής βήματα:

Ολοκληρώστε μια ανάλυση SWOT για να εντοπίσετε τα δυνατά σημεία, τις αδυναμίες, τις ευκαιρίες και τις απειλές της εταιρείας σας.

Οργανώστε τα ευρήματά σας σε έναν πίνακα (μήτρα) TOWS, ο οποίος αποτελείται από τέσσερα τεταρτημόρια: Δυνατά-Ευκαιρίες, Δυνατά-Απειλές, Αδυναμίες-Ευκαιρίες και Αδυναμίες-Απειλές.

Μέσα σε κάθε τεταρτημόριο, δημιουργήστε στρατηγικές επιλογές καταιγισμού ιδεών που αξιοποιούν τις σχέσεις μεταξύ εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων.

Δυνατά σημεία - Ευκαιρίες (SO): Αξιοποιήστε τα δυνατά σημεία για να αδράξετε ευκαιρίες.

Δυνατά σημεία - Απειλές (SW): Χρησιμοποιήστε δυνάμεις για να αντιμετωπίσετε ή να εξαλείψετε απειλές.

Αδυναμίες - Ευκαιρίες (WO): Αντιμετωπίστε τις αδυναμίες για να εκμεταλλευτείτε τις ευκαιρίες.

Αδυναμίες - Απειλές (WT): Ελαχιστοποιήστε τις αδυναμίες για την αποφυγή ή τον μετριασμό των απειλών.

Δώστε προτεραιότητα και αναθέστε ενέργειες με βάση τη συνάφεια και τον επείγοντα χαρακτήρα των ευκαιριών και των απειλών.

Λάβετε υπόψη ότι η ανάλυση TOWS διεξάγεται συνήθως σε ομάδες που περιλαμβάνουν άτομα με διαφορετικές ειδικεύσεις, προοπτικές και τεχνογνωσία. Συνιστώνται τακτικές ενημερώσεις στον πίνακα TOWS ώστε να αντικατοπτρίζουν τις αλλαγές στο εσωτερικό και εξωτερικό πλαίσιο της εταιρείας.

Για να ιεραρχήσετε τις ευκαιρίες και τις απειλές σε μια ανάλυση TOWS, ακολουθήστε τα παρακάτω βήματα:

1. Αξιολογήστε κάθε επιλογή σε σχέση με τη σχετική ευκαιρία και απειλή.

2. Εξετάστε τη σκοπιμότητα, την καταλληλότητα και την αποδοχή κάθε στρατηγικής.

3. Κατατάξτε τις στρατηγικές σύμφωνα με τον πιθανό αντίκτυπό τους, την πιθανότητα επιτυχίας και τις απαιτήσεις πόρων.

4. Εστιάστε στις ισχυρότερες στρατηγικές στα τεταρτημόρια SO και WO, καθώς αυτές αντιπροσωπεύουν τις πιο θετικές και προληπτικές προσεγγίσεις.

5. Δώστε προσοχή στις στρατηγικές ST και WT, καθώς χρησιμεύουν ως αμυντικά μέτρα για την προστασία και τη διατήρηση του οργανισμού.

6. Αναζητήστε συνέργειες, συμβιβασμούς, συγκρούσεις και κενά μεταξύ των στρατηγικών.

7. Καταργήστε ή τροποποιήστε τυχόν περιττές, μη ρεαλιστικές, ασυμβίβαστες ή αναποτελεσματικές στρατηγικές.

8. Επιλέξτε τις στρατηγικές που ευθυγραμμίζονται περισσότερο με το όραμα, την αποστολή και τις βασικές σας ικανότητες.

9. Κοινοποιήστε τις επιλεγμένες στρατηγικές στα ενδιαφερόμενα μέρη και ζητήστε ανατροφοδότηση και υποστήριξη.

10.Αναθέστε ρόλους και ευθύνες στους υπεύθυνους για την εκτέλεση των στρατηγικών.

11.Παρακολούθηση και αξιολόγηση της προόδου και της απόδοσης των εφαρμοζόμενων στρατηγικών

Κατά την ιεράρχηση ευκαιριών και απειλών σε μια ανάλυση TOWS, είναι σημαντικό να αποφεύγονται κοινά λάθη για να διασφαλιστεί ο αποτελεσματικός στρατηγικός σχεδιασμός:

Έλλειψη σύγκρισης με τον ανταγωνισμό: Πάντα να συγκρίνετε τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία απευθείας με τους ανταγωνιστές για να εντοπίσετε μοναδικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα.

Μη δομημένη παραγωγή συνεπειών: Βεβαιωθείτε ότι τα αποτελέσματα της ανάλυσης οδηγούν σε σαφείς στρατηγικές που μπορούν να εφαρμοστούν και όχι απλώς στην περιγραφή της τρέχουσας κατάστασης.

Μονομερής εστίαση κατά την ανάλυση: Αποφύγετε τις προκαταλήψεις εξετάζοντας όλες τις πτυχές της μήτρας SWOT αντικειμενικά, χωρίς να προσηλώνεστε σε προκαταλήψεις ή μεμονωμένες απόψεις.

Έλλειψη προσανατολισμού θέματος και στόχου: Μείνετε συγκεντρωμένοι στους κύριους στόχους και στόχους της ανάλυσης για να εξαγάγετε σχετικές και στοχευμένες στρατηγικές.

Για να διασφαλίσετε ότι οι ευκαιρίες και οι απειλές που προσδιορίζονται σε μια ανάλυση TOWS είναι εφικτές, λάβετε υπόψη τις ακόλουθες βέλτιστες πρακτικές:

Ø    Συγκεντρώστε πληροφορίες για τα ενδιαφερόμενα μέρη: Συμμετέχετε τους σχετικούς ενδιαφερομένους στη διαδικασία ανάλυσης για να επωφεληθείτε από διαφορετικές οπτικές και να εμπλουτίσετε την ανάλυση

Ø    Ενημέρωση τακτικά: Λόγω της δυναμικής φύσης των επιχειρηματικών περιβαλλόντων, ενημερώνετε τακτικά τη μήτρα TOWS για να διασφαλίζετε ότι οι στρατηγικές παραμένουν σχετικές και πρακτικές

Ø    Παραμείνετε αντικειμενικοί: Διατηρήστε αντικειμενικότητα κατά τη διάρκεια της ανάλυσης για να αποκτήσετε μια ουδέτερη άποψη που παρέχει καλά επιβεβαιωμένες γνώσεις

Ø    Να είστε ρεαλιστές: Διατηρήστε μια σαφή εικόνα της θέσης της επιχείρησης στην αγορά για να αποφύγετε την υπερβολική αυτοπεποίθηση ή την απαισιοδοξία, η οποία μπορεί να αλλοιώσει τα αποτελέσματα

Ακολουθώντας αυτές τις πρακτικές, μπορείτε να βελτιώσετε την ποιότητα της ανάλυσης TOWS και να αναπτύξετε στρατηγικές που να μπορούν να δουλέψουν αποτελεσματικά, οι οποίες θα είναι βασισμένες στην πραγματικότητα και ευθυγραμμισμένες με τους επιχειρηματικούς σας στόχους