Σ. Νταλί - Η εμμονή της μνήμης |
Η μεθοδολογία της έρευνας είναι μια συστηματική και θεωρητική προσέγγιση για τη συλλογή και αξιολόγηση δεδομένων σε όλη τη διαδικασία της έρευνας. Καθορίζει την καταλληλότητα των μεθόδων που εφαρμόζονται για τη διαπίστωση λύσης και εφαρμόζεται στα αρχικά στάδια της έρευνας. Είναι η διερεύνηση, ανάλυση, αξιολόγηση και εφαρμογή των μεθόδων που εμπλέκονται στην ερευνητική διαδικασία και / ή στην επίλυση προβλημάτων. Δεν είναι μια απλή συνάθροιση, αλλά μια δημιουργική σύνθεση και αξιοποίηση ενός συνόλου μεθόδων. Βασίζεται στη λογική και τις φυσικές και κοινωνικές παραδοχές που αποτελούν (μας αρέσουν ή όχι) τη βάση μιας συγκεκριμένης μελέτης.
Εμπεριέχει:
·
Την
συστηματική ανάλυση περιβάλλοντος, αρχών, κανόνων και αξιωμάτων που λειτουργούν
/ εφαρμόζονται σε ένα τομέα.
·
Τη συστηματική
μελέτη μεθόδων που ήδη εφαρμόζονται ή θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε αυτόν.
·
Τη συγκριτική
μελέτη, αξιολόγηση και εφαρμογή διαφορετικών συνεργατικών προσεγγίσεων και μεθόδων.
Ένα σύνολο διαδικασιών .
Παραδείγματα Μεθοδολογίας Έρευνας:
Ποσοτική μεθοδολογία έρευνας: Εστιάζει σε αριθμητικά δεδομένα για να περιγράψει, να εξηγήσει, να προβλέψει ή να ελέγξει φαινόμενα ενδιαφέροντος.
Μεθοδολογία ποιοτικής έρευνας: Δίνει έμφαση σε μη αριθμητικά δεδομένα για να αποκτήσει γνώσεις για ένα συγκεκριμένο φαινόμενο ενδιαφέροντος.
Μεθοδολογία έρευνας μεικτών μεθόδων: Συνδυάζει ποσοτικές και ποιοτικές μεθόδους έρευνας για να επιτύχει μια πιο ολιστική κατανόηση ενός ερευνητικού ζητήματος.
Η επιλογή της κατάλληλης μεθοδολογίας έρευνας για μια μελέτη περιλαμβάνει διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των ερευνητικών στόχων και του ερευνητικού ερωτήματος, της φύσης του ερευνητικού ερωτήματος, των πρακτικών εκτιμήσεων και της διαθεσιμότητας πόρων.
Το πρώτο βήμα είναι ο καθορισμός του ερευνητικού ερωτήματος και ο καθορισμός των μεταβλητών που πρέπει να μελετηθούν για να ληφθεί μια απάντηση στο ερευνητικό ερώτημα. Οι ερευνητές θα πρέπει να αναφέρονται σε σχετική έρευνα και σε αποτελεσματικά χρησιμοποιούμενη μεθοδολογία για να αξιολογήσουν την πρακτικότητα της ερευνητικής τους μεθοδολογίας. Θα πρέπει επίσης να λάβουν υπόψη τους κανόνες της ερευνητικής περιοχής και τις πρακτικές δυνατότητες της μεθοδολογίας.
Οι ερευνητές θα πρέπει να δομήσουν το σχέδιο και να βρουν πόρους για τη διεξαγωγή έρευνας, να γράψουν λεπτομερώς τη μεθοδολογία της έρευνας και να την επανεξετάσουν. Η επιλογή της μεθοδολογίας έρευνας εξαρτάται από τη φύση των στόχων της έρευνας, τους στόχους και τα ερευνητικά ερωτήματα. Οι ερευνητές μπορούν να επιλέξουν μια από τρεις κύριες κατηγορίες μεθοδολογιών και να επιλέξουν αυτή που ταιριάζει στις συγκεκριμένες ανάγκες τους
*
Η μέθοδος έρευνας αναφέρεται στις συγκεκριμένες τεχνικές, στρατηγικές και εργαλεία που χρησιμοποιεί ένας ερευνητής για να ολοκληρώσει μια μελέτη και να βρει μια λύσεις στα προβλήματα που ερευνά. Είναι μια συστηματική κωδικοποιημένη σειρά βημάτων που λαμβάνονται για την ολοκλήρωση μιας συγκεκριμένης εργασίας ή για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου στόχου
Η «μέθοδος» επιχειρεί να
ελαχιστοποιήσει την επίδραση της μεροληψίας των ερευνητών στο αποτέλεσμα ενός
πειράματος.
·
Ο ερευνητής
μπορεί να έχει τις προτιμήσεις του αλλά πρέπει να είναι αμερόληπτος στην έρευνά
του, τα αποτελέσματα της και την ερμηνείας τους (πράγμα που δεν τηρείται παντού
και πάντα) .
·
Χρειάζεται να
αποφεύγει τις τόσο «παγίδες» της φυσικής εγκεφαλικής λογοκρισίας, όσο και της καθεστηκυίας
και / ή κοινωνικής ειδικά στη διενέργεια πειραμάτων / ερευνών.
·
Συνήθης
πρακτική αλλά και μεγάλο λάθος ταυτόχρονα είναι η αγνόηση δεδομένων που δεν
υποστηρίζουν την αρχική υπόθεση ή τα συμφέροντα του χορηγού / πελάτη.
Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι με διαφορετικές διαδικασίες και δυνατότητες και κάθε ερευνητής χρειάζεται να επιλέξει τις πλέον κατάλληλες και έγκυρες για την έρευνά του. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η κάθε μέθοδος δεν έχει μια γενικά απαιτούμενη οργανωτική - τεχνική δομή που είναι αναγκαία για την επιστημονικά έγκυρη εφαρμογή της. Όμως δεν είναι όλες οι μέθοδοι κατάλληλες για αξιοποίηση παντού. Χρειάζεται να επιλέξουμε τις πλέον κατάλληλες και οικονομικές για το θέμα μας, χωρίς να «πληγώνουμε» την τελική αξιοπιστία της έρευνας μας. .
Μερικά κοινά παραδείγματα μεθόδων περιλαμβάνουν:
Δευτερογενής έρευνα: Περιλαμβάνει τη συγκέντρωση, σύνοψη, ανάλυση και σύνθεση προ υπαρχόντων δημοσιεύσεων για την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με το προς διερεύνηση θέμα.
Γενικές έρευνες: Συλλογή δεδομένων από μεγάλο αριθμό ερωτηθέντων μέσω ερωτηματολογίων ή δομημένων συνεντεύξεων.
Συνεντεύξεις: Συλλογή πληροφοριών από άτομα μέσω συνομιλιών πρόσωπο με πρόσωπο ή τηλεφωνικών κλήσεων.
Επικέντρωση σε ομάδες εμπλεκομένων: Διευκόλυνση συζητήσεων μεταξύ μικρών ομάδων συμμετεχόντων για διερεύνηση απόψεων και προοπτικών.
Πειράματα: Χειρισμός μιας ή περισσότερων μεταβλητών για την παρατήρηση της επίδρασης σε άλλη / άλλες μεταβλητή /ές.
Μελέτες περίπτωσης: Εξέταση μεμονωμένου ατόμου, ομάδας ή γεγονότος λεπτομερώς για την καλύτερη κατανόηση ενός συγκεκριμένου φαινομένου.
Παρατηρήσεις: Παρακολούθηση και καταγραφή της συμπεριφοράς ατόμων ή ομάδων χωρίς παρέμβαση.
Πρωτογενής έρευνα: Αναφέρεται στη συλλογή και ανάλυση δεδομένων απευθείας από πρωτότυπες πηγές. Περιλαμβάνει τη συλλογή πληροφοριών απευθείας για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων ερευνητικών στόχων και τη δημιουργία επικαιροποιημένων και συγκεκριμένων γνώσεων. Με την άμεση επαφή με τα υποκείμενα ή τις πηγές παρέχει πληροφορίες από πρώτο χέρι και επιτρέπει στους ερευνητές να έχουν τον έλεγχο της διαδικασίας συλλογής δεδομένων και να την προσαρμόζουν στις συγκεκριμένες ανάγκες τους.
Ιστορική έρευνα: Μελέτη του παρελθόντος μέσα από την εξέταση πρωτογενών και δευτερογενών πηγών
Τα παραπάνω παραδείγματα και για τις δυο έννοιες απεικονίζουν τις διαφορές μεταξύ των μεθόδων έρευνας και της μεθοδολογίας έρευνας, όπου οι πρώτες αντιπροσωπεύουν συγκεκριμένες τεχνικές που χρησιμοποιούνται για τη συλλογή και ανάλυση δεδομένων, ενώ η μεθοδολογία αντιπροσωπεύει το πλαίσιο που καθοδηγεί την επιλογή και την εφαρμογή αυτών των τεχνικών.
Υπάρχει μια κωδικοποιημένη διαδικασία να
ακολουθήσουμε;
Συνήθως προτείνουν
διάφορες, αλλά όλες συγκλίνουν στα παρακάτω απαραίτητα προαπαιτούμενα:
1. 1. Παρατήρηση
των υπό έρευνα φαινομένων με διάφορες μεθόδους / εφαρμογές
2. Διαμόρφωση εύλογης
(ή και παράλογης, έξω από τα συνηθισμένα «κουτιά» της σκέψης) υπόθεσης
3. Ενδελεχής έλεγχος
της υπόθεσης μέσω πειραμάτων και / ή ερευνών
4α. Εάν δεν
επιβεβαιώνεται, τότε διορθώνεται η υπόθεση και επαναλαμβάνεται το 3ο
βήμα
4β. Εάν
επιβεβαιώνεται, τότε διαμορφώνουμε τη θεωρία που βασίζεται σε επαναλαμβανόμενα επικυρωμένα αποτελέσματα.
Τι γίνεται όμως συνήθως;
Φτιάχνονται θεωρίες με
βάση διάφορες πολιτικές ή δυνατότητες χρηματοδότησης ή αυτό που οι «πάνω»
θέλουν να είναι αληθινό.
Σχεδιάζονται ελάχιστα
πειράματα / κατευθυνόμενες έρευνες που θα ¨τεκμηριώσουν¨ ότι η θεωρία είναι
αληθινή
Τροποποιείται η θεωρία (ή
πλευρές της) για να ταιριάζουν με τα δεδομένα
Γίνονται δημοσιεύσεις
όπου μετονομάζεται η «φτιαγμένη» θεωρία σε υπόθεση και αποδεικνύεται δήθεν η
αλήθεια της.
Υπερασπίζεται η θεωρία,
παρά όλα τα στοιχεία για το αντίθετο (βλ. και phdcomics.com - Jorge Cham ©2006)
Μεταξύ μερικών δραματικών
ενεργειών των δήθεν ειδικών γεωπολιτικής (οι οποίοι τα αναγνωρίζουν για λάθη εκ
των υστέρων), περιλαμβάνονται η άκριτη
υποστήριξη του Σάχη στην Περσία, οι αλλεπάλληλες επεμβάσεις στο Αφγανιστάν, οι
επεμβάσεις στη Λιβύη και στην Σομαλία, η «πορτοκαλί επανάσταση» στην Ουκρανία,
η Αραβική «άνοιξη», τα «χημικά» όπλα του Σαντάμ Χουσεΐν που δεν βρέθηκαν ποτέ…και
έπεται συνέχεια στη σύγχρονη καθημερινότητα μας.
Δίπλα από αυτά υπάρχουν
και οι επώνυμες «γκάφες», επιστημόνων / προσωπικοτήτων:
¨Όλοι σχεδόν ενάμισι
αιώνα μετά το 1872 θυμούνται το Λουί Παστέρ, ενώ κανένας τον Pierre Pachet,
Βρετανό χειρούργο και καθηγητή Φυσιολογίας στη Τουλούζη, που είχε πει ότι
"Η θεωρία του Λουί Παστέρ για τα μικρόβια είναι μια γελοία μυθοπλασία".
Ο μαθηματικός και φυσικός
Λόρδος Κέλβιν είχε προβλέψει το 1895 ότι «βαρύτερες του αέρα μηχανές που θα
πετάνε είναι αδύνατον να υπάρξουν». Μόλις οκτώ χρόνια αργότερα, το 1903, η
«βαρύτερη του αέρα μηχανή» των αδελφών Ράιτ κατάφερε να πετάξει. Παρά το
γεγονός αυτό το 1910, ο αστρονόμος Γουίλιαμ Πίκερινγκ έψεγε διάφορους που
«φαντάζονταν γιγάντιες ιπτάμενες μηχανές να διασχίζουν τον Aτλαντικό
μεταφέροντας αμέτρητους επιβάτες, όπως κάνουν σήμερα τα μοντέρνα ατμόπλοια». Το
1911 ο στρατάρχης Φέρντιναντ Φος
πρόσθετε, ότι «τα αεροπλάνα είναι ενδιαφέροντα παιχνίδια, αλλά δεν έχουν καμιά
στρατιωτική αξία».
Το 1919, ο καθηγητής
Ρόμπερτ Γκοντάρ περιέγραψε τις βασικές αρχές της πυραυλικής και του απάντησαν οι
«Νιου Γιορκ Τάιμς» το 1920 «Ελπίζουμε ότι ο καθηγητής του Clark College απλώς
υποκρίνεται ότι αγνοεί στοιχειώδη φυσική, αν πιστεύει πως ένας πύραυλος μπορεί
να λειτουργήσει στο κενό».
Ακόμη και ο Μπιλ Γκέιτς το
1996 σε βιβλίο του έγραφε: «Δεν νομίζω ότι μπορούν να υπάρξουν modem ταχύτερα
των 33.6 ή έστω 38.4 kbps που να χρησιμοποιούν τις κοινές τηλεφωνικές γραμμές».
Οι κοινές μεθοδολογίες έρευνας στις κοινωνικές επιστήμες:
Διερευνητική έρευνα: Χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό πιθανών θεμάτων, την ανάπτυξη υποθέσεων και τη βελτίωση των ερευνητικών ερωτημάτων.
Περιγραφική έρευνα: Περιγράφει τα χαρακτηριστικά πληθυσμών ή φαινομένων.
Πειραματική έρευνα: Ελέγχει τις σχέσεις αιτίου-αποτελέσματος χειραγωγώντας μεταβλητές υπό ελεγχόμενες συνθήκες.
Συσχετιστική έρευνα: Διερευνά συσχετίσεις μεταξύ μεταβλητών χωρίς να καθιερώνει αιτιότητα.
Εθνογραφική έρευνα: Μελετά πολιτισμούς και υποκουλτούρες μέσω της παρατήρησης και της εμβάπτισης από τους συμμετέχοντες.
Έρευνα θεμελιωμένης θεωρίας: Αναπτύσσει επεξηγηματικές θεωρίες που βασίζονται σε δεδομένα που συλλέγονται μέσω ποιοτικών μεθόδων.
Αυτές οι μεθοδολογίες μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε ποσοτικά και ποιοτικά σχέδια, αν και η έρευνα μεικτών μεθόδων που συνδυάζει και τις δύο προσεγγίσεις είναι προτιμητέα.
Οι περιορισμοί των μεθόδων της έρευνας στις κοινωνικές επιστήμες:
- Δυσκολία στην αναπαράσταση σεναρίων πραγματικής ζωής: Τα εργαστήρια και τα ελεγχόμενα περιβάλλοντα ενδέχεται να μην προσομοιώνουν με ακρίβεια τα πραγματικά περιβάλλοντα, οδηγώντας σε μειωμένη εγκυρότητα.
- Περιορισμένη γενίκευση: Λόγω αυστηρών κανόνων, τα πειραματικά αποτελέσματα ενδέχεται να μην ισχύουν για ευρύτερους πληθυσμούς ή περιστάσεις
- Ανθρώπινο λάθος και εξωτερικοί παράγοντες: Μεταβλητές εκτός του ελέγχου του ερευνητή μπορεί να επηρεάσουν τα αποτελέσματα, μειώνοντας την εμπιστοσύνη στα ευρήματα
- Αδυναμία εξήγησης του "γιατί": Η πειραματική έρευνα επικεντρώνεται στην απάντηση σε ερωτήσεις ναι ή όχι αντί να παρέχει βαθύτερη εικόνα για τα αίτια
- Ανησυχίες σχετικά με την εξωτερική εγκυρότητα: Οι γενικεύσεις που γίνονται από πειραματικά αποτελέσματα ενδέχεται να μην ισχύουν σε διάφορα πολιτιστικά, γεωγραφικά ή χρονικά πλαίσια
- Υψηλό κόστος και απαιτήσεις πόρων: Οι σύνθετες έρευνες μπορεί να είναι δαπανηρές και χρονοβόρες
- Πιθανή βλάβη στους συμμετέχοντες: Ο έλεγχος ορισμένων μεταβλητών μπορεί να εκθέσει τους συμμετέχοντες σε κινδύνους ή δυσφορία.
- Περιορισμένο μέγεθος δείγματος: Τα μικρά μεγέθη δειγμάτων ενδέχεται να περιορίσουν την ισχύ των συμπερασμάτων και να αποτρέψουν τον εντοπισμό ουσιωδών επιδράσεων
Παρά τους περιορισμούς αυτούς, η πειραματική έρευνα παραμένει πολύτιμη για τον έλεγχο υποθέσεων και τη δημιουργία αξιόπιστων αποτελεσμάτων στις κοινωνικές επιστήμες.
Μερικές από τις πιο πρόσφατες τάσεις στη μεθοδολογία έρευνας των κοινωνικών επιστημών περιλαμβάνουν:
- Διεπιστημονική και συνεργατική έρευνα: Δίνεται αυξανόμενη έμφαση στις διεπιστημονικές και συνεργατικές ερευνητικές προσεγγίσεις στις κοινωνικές επιστήμες, όπου ερευνητές από διαφορετικούς τομείς εργάζονται από κοινού για να αντιμετωπίσουν πολύπλοκα κοινωνικά ζητήματα.
- Εμπειρική έρευνα με τη βοήθεια νέων τεχνολογιών: Η χρήση τους έχει γίνει απαραίτητη, επιτρέποντας στους ερευνητές να συλλέγουν και να αναλύουν μεγάλο όγκο δεδομένων πιο αποτελεσματικά.
- Μικρότερη Διάρκεια Έρευνας: Με την έλευση των μεγάλων δεδομένων, υπάρχει μια τάση για διεξαγωγή έρευνας σε σχετικά μικρότερη διάρκεια.
Αυτές οι τάσεις αντικατοπτρίζουν το εξελισσόμενο τοπίο της έρευνας των κοινωνικών επιστημών, υπογραμμίζοντας τη σημασία της συνεργασίας, των τεχνολογικών προόδων και των αποτελεσματικών ερευνητικών πρακτικών για την αντιμετώπιση των σύγχρονων κοινωνικών προκλήσεων