Δευτέρα 12 Μαΐου 2025

Προτάσεις ανάγνωσης (170-181) έργων απο το 1860 - 1868

Unknown
170.          Η γυναίκα με τα άσπρα  (Γουίλκι Κόλινς – 1860) Το κύριο μήνυμα του μυθιστορήματος είναι η δύναμη της αγάπης και το ρίσκο επανάπαυσης στις κοινωνικές προσδοκίες. Ο Γουόλτερ Χάρτραϊτ, ένας νεαρός καθηγητής τέχνης, συναντά και δίνει οδηγίες σε μια μυστηριώδη και ταλαιπωρημένη γυναίκα ντυμένη εξ ολοκλήρου στα λευκά, χαμένη στο Λονδίνο. Αργότερα μαθαίνει ότι έχει δραπετεύσει από ένα άσυλο. Αναζητώντας ερωτήματα ταυτότητας και λογικής στα μονοπάτια της Λονδρέζικης εξοχής και στους διαδρόμους των εξοχικών σπιτιών και του τρελοκομείου, είναι το πρώτο και πιο επιδραστικό έργο του βικτωριανού είδους, που συνδύασε τον γοτθικό τρόμο με τον ψυχολογικό ρεαλισμό και την αστυνομική φαντασία. Ο πρωταγωνιστής Walter Hartright χρησιμοποιεί πολλές από τις τεχνικές μεταγενέστερων ιδιωτικών ντετέκτιβ. Η χρήση πολλαπλών αφηγητών (συμπεριλαμβανομένων σχεδόν όλων των βασικών χαρακτήρων) βασίζεται στη νομική εκπαίδευση του Κόλινς και όπως επισημαίνει στο προοίμιό του: «η ιστορία που παρουσιάζεται εδώ θα ειπωθεί από περισσότερες από μια πένες (εννοεί αφηγητές), καθώς η ιστορία ενός αδικήματος παρουσιάζεται στο Δικαστήριο από περισσότερους από έναν μάρτυρες». Ο Κόλινς βασίστηκε επίσης στις αναμνήσεις του πατέρα του και του δασκάλου σχεδίασης και γεμίζει την ιστορία του με αρκετούς χαρακτήρες Ιταλών, πιθανώς εμπνευσμένους από τα δύο χρόνια που πέρασε στην Ιταλία κατά την παιδική ηλικία.                                      

171.          Μεγάλες προσδοκίες     (Τσαρλς Ντίκενς – 1861) Είναι γεμάτο ακραίες εικόνες φτώχειας, πλωτών φυλακών, αλυσίδων και μαχών μέχρι θανάτου και πλούσιο σε πολλούς διαφορετικούς χαρακτήρες, όπως η εκκεντρική Μις Χάβισαν, η όμορφη αλλά ψυχρή Εστέλα και ο Τζο, ένας άχαρος και ευγενικός σιδηρουργός. Τα θέματα περιλαμβάνουν τη φτώχεια και τον πλούτο, την αγάπη και την απόρριψη και τον τελικό θρίαμβο του καλού επί του κακού. Όμως για να φτάσει σε αυτό κάνει μεταξύ των άλλων σημαντικές διαπιστώσεις. Η πρώτη διαπίστωση: τα χρήματα διαφθείρουν. Το πρόβλημα δεν είναι κοινωνικό, αλλά ψυχολογικό και ηθικό. Η άνοδος του Πιπ συνοδεύεται από μια παράλληλη υποβάθμιση της εντιμότητάς του. Στη συνέχεια, η έλξη του χρήματος υπερισχύει γι' αυτόν έναντι της ειλικρίνειας, της ευγνωμοσύνης, ακόμη και της συνείδησης. Η δεύτερη διαπίστωση: ο όρος «τζέντλεμαν» είναι αβάσιμος. Οι «κύριοι» παραδίδονται ολοκληρωτικά στο θέαμα της παρουσίασης του εαυτού τους ως «ευγενών» προκειμένου να αποκτήσουν προνόμια για τον εαυτό τους και για τους άλλους. Μιμούμενοι ο ένας τον άλλον με καλούς τρόπους, και ιδιαίτερα με τους τρόπους της αριστοκρατίας, καλλιεργούν την ιδέα της εργασίας ως κάτι επαίσχυντο και της αδράνειας ως τρόπο ζωής. Έτσι, η Εστέλα, η οποία ήταν ταπεινής καταγωγής, δηλητηριάστηκε συστηματικά με ένα αίσθημα αλαζονείας, στη συνέχεια στάλθηκε στο Ρίτσμοντ για να μάθει πώς να συμπεριφέρεται σαν «κυρία», και κατέληξε να πέσει στην παγίδα ενός άξεστου ευγενούς καταγωγής. Στο μυθιστόρημα παρουσιάζεται επίσης ένα σημαντικό ζήτημα που έχει γίνει ακόμη πιο έντονο στη σύγχρονη εποχή: ότι το «φαίνεσθαι» έχει ξεπεράσει το «είναι» στη κοινωνική συνείδηση. Στο έργο η εθιμοτυπία επικρατεί σε σημείο παραλογισμού και η ανθρώπινη αλληλεγγύη αποκλείεται από την συνηθισμένη συμπεριφορά.     

172.          Οι Άθλιοι (Βίκτωρ Ουγκώ - 1862) Εξετάζεται η φύση του καλού και του κακού σε μία εκτεταμένη ιστορία, που περιλαμβάνει θέματα όπως την ιστορία της Γαλλίας, την αρχιτεκτονική του Παρισιού, την πολιτική, την ηθική φιλοσοφία, το νόμο, τη θρησκεία και τα είδη και τη φύση του έρωτα και της οικογενειακής αγάπης. Ο Ουγκώ εμπνεύστηκε από το υπαρκτό πρόσωπο Φρανσουά Βιντόσκ, ο οποίος κατείχε την ιδιότητα τόσο του αστυνομικού, όσο και του εγκληματία. Στο μυθιστόρημα κάθε μία από τις δύο αυτές ιδιότητες αποδόθηκε σε ξεχωριστά πρόσωπα. Οι κριτικές αντιδράσεις ήταν ευρείες και συχνά αρνητικές. Κάποιοι κριτικοί θεώρησαν το θέμα ανήθικο, άλλοι παραπονέθηκαν για τον υπερβολικό συναισθηματισμό του και άλλοι ανησυχούσαν για την προφανή συμπάθειά του προς τους επαναστάτες. Σε μια κριτική εφημερίδας, ο Charles Baudelaire επαίνεσε την επιτυχία του Hugo στην εστίαση της προσοχής του κοινού σε κοινωνικά προβλήματα, αν και πίστευε ότι μια τέτοια προπαγάνδα ήταν το αντίθετο της τέχνης. Κατ' ιδίαν, την κατηγόρησε ως «αηδιαστική και ανίκανη» (immonde et inepte).                                                                                                                 

Turgenev_by_Repin
173.          Πατέρες και παιδιά (Ιβάν Τουργκένιεφ – 1862)  Ο τίτλος παραπέμπει στην ιδεολογική σύγκρουση των γενεών παρουσιάζοντας τις σχέσεις της παλιάς με τη νέα γενιά, η οποία εμφορείται από ανατρεπτικά ιδανικά που σχετίζονται με την κοινωνικοπολιτική πρόοδο. Δεδομένου του γενικού αρνητικού κλίματος για τις πολιτικό-κοινωνικές ιδέες του, η αρνητική κριτική στο μυθιστόρημά στάθηκε αφορμή να φύγει οριστικά ο συγγραφέας από τη Ρωσία. Σε μια επιστολή προς τον θεατρικό συγγραφέα Κονσταντίν Σλουτσέφσκι στις 14 Απριλίου 1862, ο Τουργκένιεφ εξηγεί την ιδέα του μυθιστορήματός του: «Ολόκληρη η ιστορία μου στρέφεται εναντίον της αριστοκρατίας ως κυρίαρχης τάξης. Κοιτάξτε τα πρόσωπα του Νικολάι Πέτροβιτς, του Πάβελ Πέτροβιτς, του Αρκάντι. Αδυναμία και λήθαργος ή στενομυαλιά. Ένα αισθητικό συναίσθημα με ανάγκασε να επιλέξω ακριβώς καλούς εκπροσώπους της αριστοκρατίας, προκειμένου να αποδείξω με μεγαλύτερη ακρίβεια το θέμα μου: αν η κρέμα είναι κακή, τι είναι το γάλα;»

174.          Τι να κάνουμε   (Νικολάι Τσερνισέφσκι – 1863)   Κατά πολλούς έγκυρους κριτικούς, "εφοδίασε την διανόηση της εποχής με μια συναισθηματική δυναμική για την επανάσταση πολύ ισχυρότερη και από το Κεφάλαιο του Καρλ Μαρξ". Κάποιοι το θεωρούν ως απάντηση στο μυθιστόρημα «Πατέρες και παιδιά». Οι Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Ναμπόκοφ έγραψαν βιβλία που συνομιλούν ευθέως με το μυθιστόρημα.  Τους απαντά ειρωνευόμενος: «Δεν έχω ίχνος λογοτεχνικού ταλέντου, γράφω μυθιστορήματα, όπως ο πετράς λαξεύει την πέτρα... Δεν ξέρω να χειρίζομαι τη γλώσσα και δεν είμαι ικανός να απολαμβάνω τις ομορφιές της φύσης». Ηρωϊδα του έργου η Βέρα. «Το θέμα είναι απλό και ούτε καν συναρπαστικό, παρόλο που το βιβλίο ξεκινάει με ένα ερωτικό τρίγωνο και μια ψεύτικη αυτοκτονία. Με το κόλπο της αυτοκτονίας ο Τσερνισέφσκι ήθελε να δελεάσει τους αναγνώστες, για να ξετυλίξει αμέσως μετά την θεωρία του για τους νέους ανθρώπους και το φωτεινό μέλλον που πρόκειται να χτίσουν. Όσοι περίμεναν πικάντικες λεπτομέρειες, πρέπει να απογοητεύτηκαν: το βιβλίο μιλούσε για τα υψηλά συναισθήματα, για την αυτοθυσία, και το κυριότερο, οδηγούσε τους νέους ανθρώπους προς μια καινούργια κατεύθυνση, προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο, κοινωνικής δικαιοσύνης, ισότητας∙ άνοιγε έναν καινούργιο κόσμο, κόσμο εφικτό, χωρίς εκμετάλλευση, με ίσα δικαιώματα ανδρών-γυναικών… Η ουτοπία του Τσερνισέφσκι θυμίζει τη σοβιετική επιστημονική φαντασία: είναι βιβλίο για ένα ωραίο μέλλον, όπου οι άνθρωποι θα μπορούσαν μεν να ζουν στη βουκολική φύση, αλλά ως διανοούμενοι, που απολαμβάνουν τους καρπούς της υψηλής τεχνολογίας και της προόδου. Μεταξύ άλλων, ο Τσερνισέφσκι προέβλεψε στο βιβλίο του ότι το αλουμίνιο θα είναι το μέταλλο του μέλλοντος... Όμως το «ερωτικό» μυθιστόρημα του Τσερνισέφσκι κατάφερε να γίνει πολιτικό μανιφέστο, πολιτικό πρόγραμμα, να γίνει προπομπός των εξελίξεων, όπως νωρίτερα η Νέα Ελοΐζα και το Κοινωνικό Συμβόλαιο του Ρουσσώ έγιναν προπομποί της Γαλλικής Επανάστασης.». (βλ. https://www.avgi.gr/tehnes/147907_ti-na-kanoyme )          

Έντουαρντ Χόπερ Η μοναξιά και το χάος
175.          Σημειώσεις από το Υπόγειο (Φιόντορ Ντοστογιέφσκι – 1864) νουβέλα είναι ένα απόσπασμα από τα ατελείωτα απομνημονεύματα ενός πικραμένου, μοναχικού, ανώνυμου αφηγητή (που συνήθως αναφέρεται από τους κριτικούς ως ο «άνθρωπος του υπόγειου»), ενός συνταξιούχου δημόσιου υπαλλήλου που ζει στην Αγία Πετρούπολη. Το πρώτο μέρος της ιστορίας αφηγείται σε μορφή μονολόγου μέσα από το ημερολόγιο του ανθρώπου του υπόγειου και «επιτίθεται» στη σύγχρονη ρωσική φιλοσοφία, ειδικά στο βιβλίο του Νικολάι Τσερνισέφσκι «Τι να γίνει;». Το δεύτερο μέρος του βιβλίου ονομάζεται «Με την ευκαιρία του υγρού χιονιού» και περιγράφει διάφορα γεγονότα που φαίνεται να καταστρέφουν και μερικές φορές να ανανεώνουν τον «άνθρωπο του υπόγειου», έναν αφηγητή σε πρώτο πρόσωπο, αναξιόπιστο και αντιήρωα. Θεωρείται το πρώτο υπαρξιστικό μυθιστόρημα και είναι μια αλληγορική εικόνα. Ο ήρωας δεν έχει καμία σχέση με την κοινωνική δυναμική, καθώς θεωρεί την ενεργό βούληση «ηλίθια» και τη λογική αδύναμη. Μετά από κάποιο δισταγμό, συγκλίνει περισσότερο προς την έξυπνη, στοχαστική αδυναμία της βούλησης, αν και ζηλεύει τους ανθρώπους που δεν συλλογίζονται, που ενεργούν απλά και με άγαρμπο, άμεσο και αυθάδη τρόπο. Το έργο είναι ένα άλλο όνομα για τον ατομισμό. Η φράση-κλειδί: «Είμαι μόνος, και αυτοί είναι όλοι». Η ιδέα της προσωπικής ανωτερότητας έναντι των άλλων, όσο ασήμαντη κι αν είναι η ζωή, όσο ταπεινωμένος κι αν είναι ο διανοούμενος, είναι η πεμπτουσία αυτής της ομολογίας. Ο ήρωας, ή μάλλον ο αντιήρωας, όπως αυτοαποκαλείται στο τέλος, είναι δυστυχισμένος και αξιολύπητος, αλλά, παραμένοντας άνθρωπος, απολαμβάνει να βασανίζει τον εαυτό του και τους άλλους. Αυτή η ανθρώπινη τάση, παρουσιάζεται όχι μόνο από τον Ντοστογιέφσκι, αλλά και τον Κίρκεγκωρ και τον Νίτσε, και σήμερα ερευνάται από τη σύγχρονη ψυχολογία. Επειδή στο μυθιστόρημα του Ν. Γ. Τσερνισέφσκι «Τι να κάνουμε;» (Το 4ο όνειρο της Βέρα Πάβλοβνα) το «Κρυστάλλινο Παλάτι» αναφέρεται για να περιγράψει τη γνώση από το μέλλον «Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο τώρα, όχι, υπάρχει μια υπόδειξη γι' αυτό - το παλάτι που βρίσκεται στον λόφο Σίντεναμ: χυτοσίδηρος και γυαλί - τίποτα περισσότερο». Στο έργο του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι ο αφηγητής ασκεί έντονη κριτική στο παλάτι, το οποίο για αυτόν προσωποποιεί τον βιομηχανικό καπιταλισμό, τον επιστημονικό ορθολογισμό και τα φαινόμενα που τους συνοδεύουν. «Το Κρυστάλλινο Παλάτι» ήταν μια προσπάθεια επίδειξης της μελλοντικής αρμονικά οργανωμένης κοινωνίας, της παγκόσμιας ευτυχίας που βασίζεται στους νόμους της λογικής. Ωστόσο, ο αντιήρωας είναι βέβαιος ότι θα υπάρχουν άνθρωποι που, για εντελώς παράλογους λόγους, θα απορρίψουν αυτή την παγκόσμια αρμονία που βασίζεται στη λογική, θα την απορρίψουν για χάρη της αναίτιας εκούσιας αυτοεπιβεβαίωσης. «Ω, κύριοι, τι είδους ελεύθερη βούληση θα υπάρχει όσον αφορά την αριθμητική, πότε μόνο δύο επί δύο θα είναι τέσσερα σε χρήση; Δύο επί δύο θα είναι τέσσερα χωρίς τη θέλησή μου. Είναι δυνατή μια τέτοια ελεύθερη βούληση;» Ο Β. Β. Ναμπόκοφ, ο οποίος γενικά αποδοκίμαζε το έργο του Ντοστογιέφσκι, έγραψε: «Αυτή η ιστορία θα μπορούσε να θεωρηθεί ως περιγραφή μιας κλινικής περίπτωσης με εμφανή και ποικίλα συμπτώματα μανίας καταδίωξης. Το ενδιαφέρον μου για αυτήν περιορίζεται στη μελέτη του ύφους. Εδώ τα θέματα, τα στερεότυπα και οι τόνοι του Ντοστογιέφσκι παρουσιάζονται με τον πιο παραστατικό τρόπο. Αυτή είναι η πεμπτουσία του Ντοστογιέφσκι». Ο Νίτσε, περιέγραψε το έργο ως «πραγματική τύχη για την ψυχολογία». Το έργο γενικότερα, αντιτίθεται στο ντετερμινισμό και στην αντίληψη ότι τα πάντα, μαζί με την ανθρώπινη προσωπικότητα και θέληση, μπορούν να αναχθούν στους νόμους της φύσης, της επιστήμης και της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η ιερόδουλος Λίζα θεωρείται πρόδρομος της Σόνιας στο Έγκλημα και Τιμωρία.                           

Alice_in_Wonderland Αγνώστου
176.          Οι Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων (Λιούις Κάρολ – 1865) Το πρόβλημα της ταυτότητας αποτελεί ένα από τα κεντρικά ερωτήματα. Η Αλίκη, μετά την πτώση της στη λαγότρυπα, κινείται σε ένα κόσμο όπου καθιερωμένες αντιλήψεις ανατρέπονται, ενώ κοινωνικοί θεσμοί και πρακτικές γίνονται στόχοι χλευασμού. Μια ενδελεχής έρευνα των συστημάτων της κοινωνικής συμπεριφοράς, της λογικής και της γλώσσας που μπορεί να εκτιμηθεί και κατανοηθεί περισσότερο από ενήλικους αναγνώστες, ειδικότερα η σάτιρα και οι συμβολισμοί του έργου. Ο βιογράφος του συγγραφέα, Morton N. Cohen, θεωρεί το έργο ως ένα ρωμαϊκό κλειδί γεμάτο με πραγματικές φιγούρες από τη ζωή του Carroll (π.χ. η Χώρα των Θαυμάτων είναι η Οξφόρδη). Πέρα από την αναδιαμόρφωση της καθημερινής ζωής του Carroll, υποστηρίζει ο Cohen, είναι μια αφήγηση για "την δεινή θέση του παιδιού στην βικτωριανή κοινωνία της ανώτερης τάξης", στην οποία η κακομεταχείριση της Αλίκης από τα πλάσματα της Χώρας των Θαυμάτων αντανακλά την κακομεταχείριση του Carroll από τους μεγαλύτερους ως παιδί. Στο όγδοο κεφάλαιο, τρεις κάρτες βάφουν τα τριαντάφυλλα σε μια τριανταφυλλιά κόκκινα, επειδή κατά λάθος είχαν φυτέψει μια λευκή τριανταφυλλιά που η Βασίλισσα των Καρδιών μισεί. Σύμφωνα με τον Wilfrid Scott-Giles, το μοτίβο του τριαντάφυλλου στην Αλίκη παραπέμπει στους Αγγλικούς Πολέμους των Ρόδων: τα κόκκινα (Οίκος του Λάνκαστερ) εναντίον των λευκών τριαντάφυλλων (Οίκος της Υόρκης). Τα μαθηματικά και η λογική είναι κεντρικά στο έργο. Καθώς ο Carroll ήταν μαθηματικός έχει υποστηριχθεί ότι υπάρχουν πολλές αναφορές και μαθηματικές έννοιες τόσο σε αυτήν την ιστορία, όσο και στο "Μέσα από τον Καθρέφτη". Η Melanie Bayley ισχυρίζεται στο περιοδικό New Scientist, ότι ο Carroll έγραψε το έργο ως σάτιρα για τα μαθηματικά των μέσων του 19ου αιώνα. Η Χώρα των Θαυμάτων είναι ένας κόσμος που βασίζεται σε κανόνες, αλλά οι κανόνες της δεν είναι αυτοί του δικού μας κόσμου. Ο λογοτεχνικός μελετητής Daniel Bivona γράφει ότι η Αλίκη χαρακτηρίζεται από "παιχνιδιάρικες κοινωνικές δομές". Εμπιστεύεται τις οδηγίες από την αρχή, πίνοντας από το μπουκάλι με την ένδειξη "πιες με" αφού θυμήθηκε, κατά την κάθοδό της, ότι τα παιδιά που δεν ακολουθούν τους κανόνες συχνά συναντούν τρομερές μοίρες. Σε αντίθεση με τα πλάσματα της Χώρας των Θαυμάτων, που προσεγγίζουν τα θαύματα του κόσμου τους χωρίς κριτική σκέψη, η Αλίκη συνεχίζει να αναζητά κανόνες καθώς η ιστορία προχωρά. Άλλοι υποστηρίζουν ότι η Αλίκη αναζητά κανόνες για να καταπραΰνει το άγχος της, ενώ ο Κάρολ μπορεί να έψαχνε για κανόνες επειδή δυσκολευόταν με τις επιπτώσεις της μη Ευκλείδειας γεωμετρίας που βρισκόταν τότε σε στάδιο ανάπτυξης.

177.          Έγκλημα και τιμωρία (Φιόντορ Ντοστογιέφσκι – 1866) Οι ερευνητές έχουν παρατηρήσει ότι καθώς εξελίσσεται η πλοκή, ο ρυθμός του μυθιστορήματος αλλάζει: αν στο κύριο μέρος του έργου η «φωνή» του αφηγητή συχνά «ξεφεύγει» με νευρικές, συγκεχυμένες νότες, τότε στον επίλογο, ο λόγος του συγγραφέα γίνεται ήρεμος και αβίαστος. Στην αρχή και στη μέση του μυθιστορήματος υπάρχουν πολλές ενδοιαστικές προτάσεις, επιφυλάξεις και γλωσσικά ολισθήματα: «ωστόσο», «σαν να», «αν και». Μερικοί μελετητές τονίζουν τον ρόλο του αφηγητή, τον οποίο ο Ντοστογιέφσκι παρουσιάζει ως «ένα αόρατο αλλά παντογνώστη». Άλλοι έχουν διαφορετική άποψη, πιστεύοντας ότι σε πολλά επεισόδια του έργου γίνεται αισθητή η παρουσία του λεγόμενου έμμεσου συγγραφέα, αυτός ειδικότερα, δίνει μια περιγραφή της εμφάνισης των ηρώων, αναφέρει την κατάσταση στα σπίτια τους, ενημερώνει για την αλλαγή του καιρού, σχεδόν όλες οι τελευταίες σελίδες δημιουργήθηκαν με τη συμμετοχή του. Κατά καιρούς ο αφηγητής είναι λακωνικός, κατά καιρούς συγκρατημένος – για παράδειγμα, όταν αναφέρει στον επίλογο πώς πήγε η δίκη του Ρασκόλνικοφ, επιδεικνύει μια στεγνή αδιαφορία. Ωστόσο, σε ορισμένες σκηνές ο έμμεσος συγγραφέας αποκαλύπτεται ξαφνικά και δείχνει την αόρατη συμμετοχή του στην πλοκή. Ένα από τα στοιχεία του δημιουργικού στυλ του Ντοστογιέφσκι είναι η παρουσία πολλών συμβολισμών στο κείμενο. Έτσι, ο αριθμός «τέσσερα» επαναλαμβάνεται πολλές φορές στο μυθιστόρημα. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η χρήση του αριθμού «τέσσερα» βασίζεται στη λαογραφία και τις βιβλικές παραδόσεις - δεν είναι τυχαίο ότι η πρόταση της Σόνιας, που συμβουλεύει τον Ρασκόλνικοφ να μετανοήσει δημόσια στην πλατεία, περιέχει παραμυθένια μοτίβα: «Στάσου στο σταυροδρόμι... υποκλίσου σε ολόκληρο τον κόσμο και προς τις τέσσερις κατευθύνσεις». Εξίσου συμβολική είναι η συχνή αναφορά σε μια συγκεκριμένη ώρα της ημέρας, την 11η. Είναι πιθανό, δίνοντας έμφαση στον αριθμό «έντεκα», να είχε κατά νου την ευαγγελική παραβολή των εργατών στον αμπελώνα, σύμφωνα με την οποία ο ιδιοκτήτης, που προσλάμβανε ανθρώπους, διέταξε τον υπεύθυνο να πληρώσει όλους εξίσου, αλλά να ξεκινήσει με εκείνους που ήρθαν αργότερα από τους άλλους, γύρω στις έντεκα: «Έτσι οι τελευταίοι θα είναι πρώτοι, και οι πρώτοι τελευταίοι, γιατί πολλοί καλούνται, αλλά λίγοι επιλέγονται». Επίσης σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του ιστορικού Σεργκέι Σολοβιόφ, το κύριο φόντο του «Έγκλημα και Τιμωρία» δημιουργείται από ένα μόνο χρώμα - το κίτρινο. Όπως σημείωσε ο Βαντίμ Κοζίνοφ, «η λέξη «κίτρινο» συχνά γειτνιάζει (στα ρωσικά) με μια άλλη λέξη της ίδιας ρίζας: «χοληφόρο», έτσι μαζί δίνουν μια ιδέα για τις οδυνηρές, καταπιεστικές καταστάσεις στις οποίες βρίσκονται οι ήρωες του μυθιστορήματος. Ο ήλιος που δύει είναι ένα άλλο σύμβολο που συναντάται συχνά στα έργα του Ντοστογιέφσκι. Το ηλιοβασίλεμα ερμηνεύεται από τους ερευνητές ως «ένα στοιχείο που επηρεάζει τους ήρωες» και θεωρούν τον ήλιο ως σύμβολο της «ζωντανής ζωής». Κατά τη διάρκεια της τρίτης, αποφασιστικής συνομιλίας μεταξύ του Πορφύριου Πέτροβιτς και του Ρασκόλνικοφ, ο πρώτος τον  συμβουλεύει: «Γίνε ο ήλιος και όλοι θα σε δουν. Ο ήλιος πρέπει πρώτα από 'όλα να είναι ο ήλιος».  Η σύνθεση του μυθιστορήματος είναι δομημένη με τέτοιο τρόπο ώστε ο Ρασκόλνικοφ να βρίσκεται σχεδόν πάντα στο επίκεντρο της αφήγησης. Από την κύρια πλοκή, σαν ακτίνες, αποκλίνουν δευτερεύοντες χαρακτήρες, που στην αρχή συνδέονται σε ένα κουβάρι, αλλά καθώς εξελίσσεται η δράση, οι περισσότεροι εξαφανίζονται (άλλοι με το θάνατό τους και άλλοι με την απελευθέρωσή τους από τα προβλήματα που είχαν). Στο έκτο μέρος μόνο δύο άλλοι χαρακτήρες μένουν και στο τέλος μόνο η ορφανή και όμορφη ιερόδουλη Σόνια που ακολουθεί τον ήρωα στον επίλογο και μαζί του κινείται προς «μια νέα ιστορία, μια ιστορία της σταδιακής ανανέωσης του ανθρώπου». Ο Χέρμαν Έσσε ήταν μεγάλος θαυμαστής του Ντοστογιέφσκι, γράφοντας: «Βιβλία όπως ο Ηλίθιος, ο Ρασκόλνικοφ και οι Αδελφοί Καραμαζόφ θα γίνουν στο μέλλον αντιληπτά από την ανθρωπότητα στο σύνολό τους, όπως ακριβώς αντιλαμβανόμαστε τώρα τον Δάντη, ο οποίος είναι σχεδόν κατανοητός σε εκατό ξεχωριστές λεπτομέρειες, αλλά που είναι αιώνια ζωντανός και μας εκπλήσσει, επειδή αποτυπώνει την ποιητική εικόνα μιας ολόκληρης εποχής της παγκόσμιας ιστορίας». Η άμεση επιρροή του Ντοστογιέφσκι μπορεί να φανεί επίσης στο μυθιστόρημα του Φραντς Κάφκα «Η Δίκη». Σύμφωνα με τον μελετητή Αλεξάντερ Μπελομπράτοφ, διασταυρώσεις με μεμονωμένα επεισόδια, γεγονότα και μοτίβα από το Έγκλημα και Τιμωρία βρίσκονται σε ολόκληρο το «πεδίο» της Δίκης. Και τα δύο έργα παρουσιάζουν «μια κατάσταση «σύλληψης χωρίς φυλάκιση». Ο Ρασκόλνικοφ και ο Γιόζεφ Κ. συμπεριφέρονται σχεδόν πανομοιότυπα όταν επικοινωνούν με τους ανακριτές. Ομοιότητες βρίσκονται ακόμη και στις περιγραφές του αστυνομικού τμήματος και του γραφείου του δικαστηρίου. «Παρόμοιες ομοιότητες είναι πολυάριθμες και συμμετέχουν στη δομή και τη νοηματοδότηση του μυθιστορήματος του Αυστριακού συγγραφέα», τόνισε ο Μπελομπράτοφ. Ο Αλμπέρ Καμύ, ο οποίος αυτοαποκαλούνταν μαθητής του Ντοστογιέφσκι, έγραψε ότι, έχοντας γνωρίσει τα έργα του στα νιάτα του, μετέφερε το αρχικό σοκ μέσα στις δεκαετίες: «Μας διδάσκει αυτά που ξέρουμε, αλλά αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε». Η ηχώ με το «Έγκλημα και Τιμωρία» παρατηρείται ήδη στο πρώτο από τα μυθιστορήματα του Καμύ, «Χαρούμενος Θάνατος» (1936-1938), όπου ο ήρωας αποφασίζει να διαπράξει φόνο «σύμφωνα με τη συνείδησή του» και μετά η διαπραχθείσα πράξη φτάνει σε μια πλήρη φρενίτιδα συναισθημάτων. Για διάφορους λόγους, ο ίδιος ο συγγραφέας αρνήθηκε να δημοσιεύσει το έργο, αλλά συνέχισε το θέμα στην ιστορία «Ο Ξένος» (1942), δημιουργώντας σε αυτήν την εικόνα ενός «ασυνήθιστου» εγκληματία. Μεμονωμένες γραμμές πλοκής του «Ξένου» επιστρέφουν και πάλι στο «Έγκλημα και Τιμωρία».                        

178.          Μπραντ (Χένρικ Ίψεν – 1866) Θεατρικό έργο πέντε πράξεων που δημιουργήθηκε κατά τη διαμονή του συγγραφέα στην Ιταλία. Ο Brand είναι ένας ιερέας που αποδέχεται τις συνέπειες των επιλογών του και είναι βαθιά δεσμευμένος να κάνει το «σωστό». Πιστεύει πρωτίστως στη θέληση του ανθρώπου και ζει με την πεποίθηση «όλα ή τίποτα». Επομένως, είναι δύσκολο ή αμφισβητήσιμο να κάνουμε συμβιβασμούς. Οι πεποιθήσεις του Brand τον καθιστούν μοναχικό, επειδή οι γύρω του, όταν δοκιμάζονται, γενικά δεν μπορούν ή δεν θα ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Είναι ένας νεαρός ιδεαλιστής του οποίου ο κύριος σκοπός είναι να σώσει τον κόσμο, ή τουλάχιστον τις ψυχές των ανθρώπων, αλλά η κρίση του για τους άλλους είναι σκληρή και άδικη. Θυσιάζει το γιο του και τη μάνα του για χάρη των πεποιθήσεων του. Ο Μπραντ τελικά χάνει τα λογικά του και οδηγεί μερικούς από τους ενορίτες του στα βουνά αναζητώντας νέα ιδανικά. Έχοντας καταλάβει γρήγορα τι συμβαίνει, οι ενορίτες εγκαταλείπουν τον Μπραντ μόνο του στα βουνά, όπου αργότερα τον βρίσκει η τρελή Γκερντ. Εκείνη τον οδηγεί στην κορυφή του βουνού, όπου, εξαιτίας ενός πυροβολισμού που έριξε σε ένα φανταστικό γεράκι, ο Μπραντ καλύπτεται από χιονοστιβάδα και πεθαίνει. Το έργο συζητά την ελευθερία της βούλησης και τη συνακόλουθη επιλογή. Το πρόβλημα συζητείται περαιτέρω στο Peer Gynt. Ένα κρίσιμο σημείο είναι η συζήτηση για την απουσία αγάπης, και τη θυσία του Χριστού. Η Άγκνες (σύζυγος του) διαλέγει έτσι κι αλλιώς, τη ζωή μαζί του με όλες τις χαρές και λύπες της. Κάποια στιγμή ο Μπραντ λέει: «Ο στόχος είναι να γίνουμε μαυροπίνακες για να γράφει ο Θεός». Μια αναφορά αυτού βρίσκεται και στο έργο «Peer Gynt»: "I was a paper, and never was written upon". Τα θέματα των δύο θεατρικών έργων σαφώς συνδέονται.

The game of love. Matej Rodiqi 
179.          Πέερ Γκυντ (Χένρικ Ίψεν – 1867) Θεατρικό έργο πέντε πράξεων που γράφτηκε στην Ιταλία. Στο δράμα, οι λαϊκοί χαρακτήρες παρουσιάζονται ως άσχημα και κακά πλάσματα, και οι αγρότες ως σκληροί και αγενείς άνθρωποι. Στη Νορβηγία και τη Δανία, το έργο δέχτηκε πολύ κριτική. Ο Χ.Κ. Άντερσεν, για παράδειγμα, χαρακτήρισε το έργο εντελώς άνευ νοήματος. Με την πάροδο του χρόνου, κυρίως λόγω της εικόνας της πιστής Σόλβεϊγκ, το έργο άρχισε να επανεξετάζεται. Αυτό διευκολύνθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη μουσική του Έντβαρντ Γκριγκ, γραμμένη κατόπιν αιτήματος του Ίψεν. Η δράση του έργου καλύπτει το πρώτο μισό του 19ου αιώνα και αναπτύσσεται στη Νορβηγία, στις μαροκινές ακτές της Μεσογείου, στη Σαχάρα, σε ένα τρελοκομείο στο Κάιρο, στη θάλασσα και τελικά πάλι στη Νορβηγία. Ο κεντρικός χαρακτήρας είναι ο Πέερ Γκυντ, γιος του κάποτε πλούσιου και σεβαστού Γιον Γκυντ. Ο Πέερ θέλει να αποκαταστήσει όλα όσα κατέστρεψε ο πατέρας του, αλλά χάνεται στην καυχησιά και τα όνειρά του. Παρασύρεται σε έναν καβγά και απαγάγει τη νύφη Ίνγκριντ την ημέρα του γάμου της. Κηρύσσεται παράνομος και αναγκάζεται να εγκαταλείψει το χωριό. Ενώ βρίσκεται στην εξορία, συναντά τρεις ερωτομανείς βοσκοπούλες, μια γυναίκα με πράσινα ρούχα, την κόρη του παππού Ντόβρ, την οποία θέλει να παντρευτεί, και το τέρας Μπέιγκεν. Σε έναν γάμο στο αγρόκτημα του Χάγκστεντ, συναντά και ερωτεύεται τη Σόλβεϊγκ. Εκείνη έρχεται να ζήσει μαζί του σε μια καλύβα στο δάσος, αλλά αυτός την εγκαταλείπει και συνεχίζει τις περιπλανήσεις του. Ο Πέερ έχει περάσει πολλά χρόνια μακριά από την πατρίδα του, έχει δοκιμάσει πολλά επαγγέλματα και έχει παίξει πολλούς ρόλους: ήταν δουλέμπορος στις Ηνωμένες Πολιτείες, επιχειρηματίας με ύποπτες συμφωνίες σε μαροκινά λιμάνια, περιπλανήθηκε στην έρημο, είδε τη Σφίγγα, έγινε αρχηγός Βεδουίνων και μάντης, προσπάθησε να αποπλανήσει την Ανίτρα, κόρη ενός αρχηγού Βεδουίνων και τελείωσε τα ταξίδια του σε ένα τρελοκομείο στο Κάιρο, όπου χρίστηκε αυτοκράτορας (και ελευθερώνονται οι τρόφιμοι και κλειδώνονται στα κελιά οι φύλακες - "η απόλυτη λογική πέθανε χτες βράδυ στις έντεκα"). Όταν, ηλικιωμένος τελικά ξεκινά την επιστροφή του το πλοίο του ναυαγεί. Ανάμεσα στους άλλους επιβάτες, συναντά τον Άγνωστο Επιβάτη, ο οποίος θέλει να χρησιμοποιήσει το σώμα του Πέερ στα πειράματά του για να ανακαλύψει πού βρίσκονται τα όνειρα. Επιστρέφοντας στο χωριό του, παρευρίσκεται στην κηδεία ενός χωρικού και σε μια δημοπρασία όπου πουλάει όλα τα υπάρχοντά του από την προηγούμενη ζωή του. Εκεί συναντά επίσης τον κατασκευαστή κουμπιών, ο οποίος πιστεύει ότι η ψυχή του Πέερ πρέπει να λιώσει μαζί με όλα τα υπόλοιπα βρώμικα υπάρχοντά του μέχρι να μπορέσει να εξηγήσει πού και πότε στη ζωή του ήταν ο εαυτός του. Και κάποιος λεπτός άνθρωπος πιστεύει ότι ο Πέερ δεν είναι πραγματικός αμαρτωλός που πρέπει να σταλεί στην κόλαση. Απελπισμένος από όλα αυτά, ο Πεερ επιστρέφει σπίτι και βλέπει τη Σόλβεϊγκ, η οποία τον περιμένει στην καλύβα από τότε που έφυγε. Του λέει ότι για εκείνη ήταν πάντα αυτός που είχε γνωρίσει στην αρχή. Εδώ, το κοινωνικό πρότυπο του Πέερ που τείνει να γίνει καθεστώς (αν δεν είναι ήδη) έρχεται σε αντίθεση με τον ασυμβίβαστο και ανελέητο Μπραντ. Ο Πέερ αν και υποκύπτει σε πολλές επιθυμίες, παραμένει αταλάντευτα προσηλωμένος στους στόχους του ("όπως είχε ο ο Θεός ανάγκη τη λάσπη για να προβάλλει ως κύριος του κόσμου, έτσι έχω και εγώ ανάγκη απο χρυσάφι για να φανώ αυτοκράτορας"). Με την ανεμελιά του, τον παιχνιώδη χαρακτήρα του και την "αποδεκτή" ηθική ανηθικότητά του που ισορροπεί στη κόψη των κοινωνικά αποδεκτών προτύπων ο Πέερ είναι ο οραματιστής της νεοφιλελεύθερης επιχειρηματικότητας, που μεταφερόμενος στα δρώμενα της χώρας μας θα μπορούσε να γίνει "λατρευόμενος προφήτης" του ΣΕΒ.  «Ο μοναδικός λογοτεχνικός χαρακτήρας του δέκατου ένατου αιώνα που έχει το μεγαλείο των μεγαλύτερων χαρακτήρων της φαντασίας της Αναγέννησης….Τι είναι, λέμε, εκτός από ένα είδος Νορβηγού που βρυχάται; Θαυμάσια ελκυστικός για τις γυναίκες, ένα είδος ψεύτικου ποιητή, νάρκισσος, παράλογος αυτοειδωλολατρικός, ψεύτης, αποπλανητικός, εκρηκτικής αυταπάτης ...Αλλά με την Γιαχβιστική, βιβλική έννοια, ο "Peer the scamp" φέρει την ευλογία: Περισσότερη ζωή». (Χ.Μπλούμ)

180.          Η Φεγγαρόπετρα (Γουίλκι Κόλινς – 1868) Η Ρέιτσελ μια νεαρή Αγγλίδα, κληρονομεί ένα μεγάλο ινδικό διαμάντι στα δέκατα όγδοα γενέθλιά της. Είναι μια κληρονομιά από τον θείο της, έναν διεφθαρμένο αξιωματικό του βρετανικού στρατού που υπηρέτησε στην Ινδία, όπου το απέκτησε με κλοπή και φόνο. Το διαμάντι έχει μεγάλη θρησκευτική σημασία και είναι εξαιρετικά πολύτιμο, τρεις ινδουιστές ιερείς έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στην ανάκτησή του. Σχεδόν όλοι οι πρωταγωνιστές της ιστορίας είναι ύποπτοι, ξεκινώντας από την ίδια τη Ρέιτσελ, αλλά και τη μητέρα της λαίδη Βέριντερ, τα δύο ξαδέρφια και επίδοξους μνηστήρες της: τον Φράνκλιν Μπλέικ, έναν δυναμικό νεαρό άνδρα με τυχοδιωκτικό πνεύμα και τον Γκόντφρι Άμπλγουάιτ, νεαρό με ρητορικές ικανότητες και φιλανθρωπικές δραστηριότητες. Επίσης, η Ροζάνα υπηρέτρια με ταραχώδες παρελθόν, ο αξιότιμος δικηγόρος Μάθιου Μπραφ, ο ο οικογενειακός γιατρός δρ Κάντι και ο βοηθός του αλλά κυρίως, οι τρεις μυστηριώδεις Ινδουιστές που περιπλανώνται στο Λονδίνο και την αγγλική επαρχία, ψάχνοντας για το διαμάντι. Μόνο ο παλιός υπηρέτης Γκάμπριελ φαίνεται πάνω από κάθε υποψία καθώς και ο διάσημος ντετέκτιβ της Σκότλαντ Γιαρντ αρχιφύλακας Καφ. Μέσα από την πλοκή αποκαλύπτονται πολλά απόκρυφα της βικτωριανής κοινωνίας: απωθημένη και κρυφή σεξουαλικότητα, περιφρόνηση για τους υπηρέτες, εθισμός στο όπιο, ξενοφοβία, κοινωνική υποκρισία, αντιαποικιακή κριτική που αντανακλά τις προοδευτικές κοινωνικές απόψεις του Κόλινς. Το έργο θεωρείται το πρώτο σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα της βρετανικής λογοτεχνίας (ενώ στην αμερικανική έχει προηγηθεί ο Έντγκαρ Άλαν Πόε με τα διηγήματα: Οι φόνοι της οδού Μοργκ του 1841, Το μυστήριο της Μαρί Ροζέ του 1842 και Το κλεμμένο γράμμα του 1845). Στο μυθιστόρημα εμφανίζονται αρκετά στοιχεία, που θα καθιερωθούν ως κλασικά του είδους: ληστεία σε αγγλική εξοχική κατοικία, πολλές ανατροπές, ψεύτικα ίχνη, πολλαπλοί πιθανοί ύποπτοι, ασήμαντες ενδείξεις, ακόμη και ο ντεντέκτιβ με τη λεπτή σωματική διάπλαση και την εξαιρετική ευφυΐα.                         

181.          Μικρές κυρίες   (Λουίζα Μέι Άλκοτ – 1868) Παρακολουθεί τις ζωές των τεσσάρων αδερφών - της Μεγκ, της Τζο, της Μπεθ και της Έιμι - και περιγράφει λεπτομερώς το πέρασμά τους από την παιδική στη γυναικεία ηλικία. Επειδή βασίζεται χαλαρά στη ζωή της συγγραφέας και των τριών αδελφών της κατατάσσεται ως ημιαυτοβιογραφικό μυθιστόρημα. Πραγματεύεται τα τότε τρία βασικά θέματα: «οικογένεια, δουλειά και αληθινή αγάπη, όλα αλληλένδετα και απαραίτητα για την επίτευξη της ατομικής ταυτότητας της ηρωίδας του». Σύμφωνα με τη Sarah Elbert, η Alcott δημιούργησε μια νέα μορφή λογοτεχνίας, με στοιχεία από τη ρομαντική παιδική μυθοπλασία και άλλα συναισθηματικά μυθιστορήματα, με αποτέλεσμα ένα εντελώς νέο είδος. Υποστηρίζει ότι μέσα στις Μικρές Γυναίκες μπορεί να βρεθεί το πρώτο όραμα του «Παναμερικανικού κοριτσιού» και ότι οι διάφορες πτυχές του ενσωματώνονται στις διαφορετικές αδερφές. Στα τέλη του 20ού αιώνα, ορισμένοι μελετητές επέκριναν το μυθιστόρημα. Η Σάρα Έλμπερτ, για παράδειγμα, έγραψε ότι το έργο ήταν η αρχή μιας «παρακμής στη ριζική δύναμη της γυναικείας μυθοπλασίας».

ΣημείωσηΤα κυριότερα ιστορικά γεγονότα της περιόδου 1860-1868 που επηρέασαν την παγκόσμια λογοτεχνική δημιουργία ήταν: Ο Β΄ Πόλεμος του Οπίου (τέλος το 1860) και η σχετιζόμενη κατάρρευση της Κινέζικης δυναστείας Qing. Ο Αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος (1861–1865) και η κατάργηση της δουλείας, που εμπλούτισαν τη λογοτεχνική θεματολογία με ζητήματα δικαιοσύνης και ελευθερίας. Η Ιταλική Ενοποίηση και τα αντίστοιχα εθνικιστικά και πολιτισμικά ρεύματα. Οι σημαντικές επαναστάσεις στην Ευρώπη. Η Μεϊτζί Αναγέννηση στην Ιαπωνία, που σημειώνει τη μετάβαση σε σύγχρονη κοινωνία και πολιτισμό, επηρεάζοντας την παγκόσμια πολιτιστική σκηνή. Η κατάργηση της δουλοπαροικίας στη Ρωσία και οι κοινωνικές αλλαγές που ακολούθησαν. Αυτά τα γεγονότα ανοίγουν δρόμους για τη λογοτεχνία του 19ου αιώνα που ασχολείται με τον αγώνα για ελευθερία, την εθνική ταυτότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη και την αλλαγή της ανθρώπινης μοίρας — δημιουργώντας έργα που έχουν αφήσει διαχρονικό στίγμα. Η περίοδος 1860-1868 εντάσσεται στον Μετα-Ρομαντισμό και στον Ρεαλισμό στη λογοτεχνία, οι οποίοι είναι βαθιά επηρεασμένοι από τις πολιτικές και κοινωνικές μεταβολές της εποχής. Η επαναστατική ανάταση και οι μεγάλες κοινωνικές αλλαγές καταγράφονται τόσο σε Ευρωπαϊκά όσο και σε Αμερικανικά λογοτεχνικά έργα που προσεγγίζουν θέματα εθνικής ταυτότητας, κοινωνικής δικαιοσύνης, ελευθερίας και ανθρώπινης κατάστασης.

Παρασκευή 9 Μαΐου 2025

Κατανοώντας τα κόμματα μέσα από τους εκλογείς τους (Έρευνα του Eteron)

 Ν.Χατζηκυριάκος - Γκίκας. Αθηναϊκό Μπαλκόνι 1955
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από την aboutpeople για λογαριασμό του ΕTERON – Ινστιτούτου για την έρευνα και την κοινωνική αλλαγή, το διάστημα 24 Μαρτίου έως 4 Απριλίου 2025. Το δείγμα αποτελείται από 2.574 άνδρες και γυναίκες ηλικίας 17 ετών και άνω, με πανελλαδική κάλυψη. Η συλλογή των στοιχείων έγινε με 2.047 αυτοσυμπληρούμενες διαδικτυακές συνεντεύξεις (CAWI) και 527 τηλεφωνικές συνεντεύξεις με χρήση τυχαίας δειγματοληψίας και quota (CATI). Σημειώνεται ότι για τους εν δυνάμει ψηφοφόρους της Νίκης οι αναλύσεις είναι ενδεικτικές λόγω χαμηλής βάσης Ν<60.

Παρακάτω αναλύονται ορισμένα μόνο από τα ευρήματα καθώς οι πολλές διαστάσεις της έρευνας απαιτούν προσφυγή στο πλήρες σώμα των ερευνητικών δεδομένων. 

Δημοκρατία

  • Η δυσαρέσκεια για την ατομική οικονομική κατάσταση κυριαρχεί. Σε σύγκριση με την αντίστοιχη έρευνα του 2023 καταγράφεται ελάχιστη μείωση της δυσαρέσκειας.
  • Η κοινοβουλευτική δημοκρατία εμφανίζει πολύ υψηλά αλλά ελαφρώς μειωμένα  ποσοστά αποδοχής (79,3% έναντι 83% το 2023).
  • Η δυσαρέσκεια για τον τρόπο που στην πράξη λειτουργεί η σημερινή Ελληνική Δημοκρατία είναι επίσης πολύ υψηλή και έχει ενισχυθεί σε σύγκριση με το 2023 (2025: 74,3%, 2023: 69,7%).
  • Αξιολογείται ως κρίσιμο για τη ταυτότητα της ΝΔ το ότι οι εκλογείς της διαφοροποιούνται σημαντικά από τη γενική τάση δυσαρέσκειας, καθώς η μεγάλη πλειοψηφία τους (75,8%) εκφράζει ικανοποίηση από τη λειτουργία της ελληνικής δημοκρατίας (έναντι μόνο 25,2% στο γενικό πληθυσμό). Οι εκλογείς του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, οι οποίοι το 2023 εξέφραζαν σε ποσοστό (40,7%) – ιδιαίτερα υψηλότερο του τότε μέσου όρου (2023, γενικό κοινό: 29,9%) – την ικανοποίησή τους για τη λειτουργία της δημοκρατίας ακολουθούν πλέον (με 27,9%) τη γενική τάση χαμηλής ικανοποίησης (25,2%). 
  • Η άποψη ότι «σε ορισμένες περιπτώσεις η δικτατορία είναι ίσως προτιμότερη από την δημοκρατία» παραμένει, όπως και το 2023, δομικά μειοψηφική, παρότι ενισχύεται οριακά (2025: 14,9%, 2023: 13%)
  • To «σε ορισμένες περιπτώσεις η δικτατορία είναι ίσως προτιμότερη» επέλεξε το 47,9% της Ελληνικής Λύσης, το 45,6% της Φωνής Λογικής και το 25,3% των ψηφοφόρων της Νίκης. Είναι αξιοσημείωτο ότι υπέρ αυτής της άποψης εκφράστηκε και το 12,3% των ψηφοφόρων της ΝΔ αλλά και το 11,7% των δυνάμει εκλογέων της Πλεύσης Ελευθερίας.
  • Οι εκλογείς του ΣΥΡΙΖΑ (με το εντυπωσιακό 99,4%), της Νέας Αριστεράς (με το επίσης εντυπωσιακό 98,8%), του ΜέΡΑ25 (95,3% ), του Κινήματος Δημοκρατίας (95%) και του ΚΚΕ (94%) εκφράζουν την πιο μαζική και καθαρή διαφωνία με αυτή την άποψη.
  • Με την γνώμη ότι «η Ελλάδα θα ήταν καλύτερη αν είχε επικεφαλής έναν ισχυρό πρωθυπουργό που θα έπαιρνε τις αποφάσεις μόνος του χωρίς να λαμβάνει πολύ υπόψη το κοινοβούλιο και τις εκλογές» συμφωνεί το 14,1% των εκλογέων. Το ποσοστό συγκλίνει με εκείνο του προαναφερθέντος (στην προηγούμενη ερώτηση) οιονεί «αντιδημοκρατικού» ή «αυταρχικού» πυρήνα. Οι ψηφοφόροι της Φωνής Λογικής (49,4%) του «άλλου κόμματος» (35,2%) και της Ελληνικής Λύσης (25%) είναι αυτοί που κυρίως στηρίζουν την ιδέα ενός «ισχυρού πρωθυπουργού».
  • Αντίστοιχα, και σε ποσοστά πολύ υψηλότερα του εθνικού μέσου όρου (17,1%), οι εκλογείς της Φωνής Λογικής (80,5%), της Ελληνικής Λύσης (60,8%) και της Νίκης (40,7%) δηλώνουν ότι η εκλογική ενίσχυση των ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη είναι θετική για τη δημοκρατία.
  • Συνολικά, επιβεβαιώνεται η αποκρυστάλλωση ενός πυρήνα εκλογέων με οιονεί μη δημοκρατικές ή «αυταρχικές» τάσεις. Ο πυρήνας αυτός είναι διακριτός, εμφανίζεται σχετικά σταθερός, κυμαίνεται γύρω στο 15% (περίπου 13% το 2023) και έχει το επίκεντρό του στο άκρο δεξιό τμήμα του πολιτικού φάσματος. 
  • Οι εκλογείς της Ελληνικής Λύσης, της Φωνής Λογικής, του «άλλου κόμματος» και εν μέρει, αλλά εμφανώς λιγότερο, της Νίκης υπερεκπροσωπούνται στο εσωτερικό αυτού του τμήματος εκλογέων. 

Εμπιστοσύνη στους θεσμούς

  • Χαμηλά ποσοστά εμπιστοσύνης συγκεντρώνουν όλοι οι βασικοί θεσμοί που συγκροτούν το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Η εμπιστοσύνη έχει χωρίς εξαίρεση μετρίως μειωθεί σε σύγκριση με την έρευνα του 2023 και δραματικά μειωθεί σε σχέση με το μακρινό παρελθόν. 
  • Η εμπιστοσύνη προς τους θεσμούς κυμαίνεται σε ποσοστά κάτω του 35,6% (θεσμός του πρωθυπουργού) και θίγει και θεσμούς χωρίς άμεσα πολιτικό-κομματικό περιεχόμενο, όπως τις ανεξάρτητες αρχές (32,1%) και τη Δικαιοσύνη (27,3%). Αξιολογείται ως μείζον γεγονός. 
  • Ο θεσμός της Προεδρίας της Δημοκρατίας εμφανίζει, σε σύγκριση με το 2023, τη μεγαλύτερη πτώση στην εμπιστοσύνη των πολιτών
  • Η εμπιστοσύνη – δυσπιστία είναι σε μεγάλο βαθμό συνδεδεμένη, παρά κάποιες σημαντικές εξαιρέσεις, με τη διάκριση κυβέρνηση-αντιπολίτευση. 
  • Οι ψηφοφόροι της Ελληνικής Λύσης, της Φωνής Λογικής, του ΜέΡΑ25, της Πλεύσης Ελευθερίας είναι εκείνοι που διατυπώνουν με πολύ υψηλά ποσοστά δυσπιστία προς όλους τους θεσμικούς αρμούς της ελληνικής πολιτικής. 

Ευρώπη

  • Η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού πληθυσμού παραμένει φιλοευρωπαϊκή.
  • Περισσότεροι από έξι στους δέκα πολίτες (62,9%) θεωρούν ότι η συνολική αποτίμηση από τη συμμετοχή της χώρας μας στην Ε.Ε. είναι θετική, ενώ αρνητικά αποτιμά τη συμμετοχή το 33,9%.  
  • Τρεις είναι οι διακριτές ομάδες εκλογικών σωμάτων σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση/απολογισμό της ευρωπαϊκής ένταξης της Ελλάδας: 
  • Στην πρώτη ομάδα περιλαμβάνονται οι ψηφοφόροι της ΝΔ (94,1%), του ΠΑΣΟΚ (85%), της Νέας Αριστεράς (71,2%), του ΣΥΡΙΖΑ (68%) του Κινήματος Δημοκρατίας (62,4%), αλλά και οι αναποφάσιστοι (61,5%). Αξιολογούν πολύ θετικά, και σε ποσοστά άνω του 60%, την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. 
  • Τα εκλογικά σώματα της Φωνής Λογικής (56,2%), της Πλεύσης Ελευθερίας (51,6%) και της Νίκης (50,9%) θεωρούν στην πλειοψηφία τους – αλλά λιγότερο μαζικά, αν όχι οριακά, σε σύγκριση με την πρώτη ομάδα – ότι η συμμετοχή της χώρας μας στην Ε.Ε. έχει θετικό αντίκτυπο. 
  • Η τρίτη ομάδα αποτελείται από τα εκλογικά σώματα της Ελληνικής Λύσης (αρνητική αξιολόγηση: 66,7%), του ΜέΡΑ25 (64,6%) και του ΚΚΕ (63,8%). Τα εκλογικά αυτά σώματα αξιολογούν αρνητικά τις επιπτώσεις της συμμετοχής της χώρας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. 
  • Σε ό,τι, αφορά το κρίσιμο θέμα της παραμονής ή όχι στο ευρώ η δυναμική της τάσης παραμένει ουσιωδώς αμετάβλητη συγκρινόμενη με το 2023, με το 68,4% να τοποθετείται υπέρ της παραμονής στη ζώνη ευρώ (2023: 69,4%) και 20,1% να είναι υπέρ της επιστροφής στη δραχμή (2023: 20,9%).
  • Η άποψη υπέρ της επιστροφής στη δραχμή βρίσκει μεγάλη στήριξη μεταξύ των ψηφοφόρων που δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν κόμματα που τοποθετούνται στα δεξιά της ΝΔ: Ελληνική Λύση: 48,7% (έναντι όμως 71,4% το 2023), Νίκη: 41,6%, Φωνή Λογικής: 30,3%.
  • Παρόλα αυτά μόνο δύο εκλογικά σώματα, αυτό της Ελληνικής Λύσης (υπέρ επιστροφής στη δραχμή: 48,7%, υπέρ παραμονής στο ευρώ: 42,9%) και του ΜέΡΑ25 (αντιστοίχως: 43,2% έναντι 38,6%), τάσσονται πλειοψηφικά υπέρ της εξόδου από το ευρώ. 
  • Η στάση του ΜέΡΑ25 συνιστά νέα εξέλιξη καθώς το 2023 μόνο 25,7% των εκλογέων του επέλεγε την αντι-ευρώ στάση. Το  ΜέΡΑ25 τείνει να γίνει, με κριτήριο τις επιλογές των εκλογέων του, ο κατεξοχήν αντι-ευρώ πόλος στο εσωτερικό της Αριστεράς. Αντιθέτως, και ίσως λίγο παράδοξα, η στάση υπέρ παραμονής στο ευρώ είναι σχετικά πλειοψηφική στο εκλογικό σώμα του ΚΚΕ (42,7% έναντι 28,3% υπέρ της εξόδου από τη ζώνη ευρώ).
  • Οι δυνάμει εκλογείς του νεοσύστατου Κινήματος Δημοκρατίας είναι σε ποσοστό 74,4% υπέρ της παραμονής στη ζώνη του ευρώ.
  • Γενικότερα, στα κόμματα αριστερά του ΠΑΣΟΚ παρατηρείται διαφοροποίηση μεταξύ αυτών που εφάρμοσαν μνημόνιο (ΣΥΡΙΖΑ, ΝΕΑΡ) και εκείνων που ήταν κατά του Μνημονίου.   
  • Η προτίμηση για προνομιακή σχέση με τις ΗΠΑ αντί της Ε.Ε. είναι ιδιαίτερα μειοψηφική (13,5%). Επιλέγεται κυρίως από τους ψηφοφόρους της Φωνής Λογικής (38,3%) και της Ελληνικής Λύσης (35,2%). Η προτίμηση για προνομιακή σχέση με τη Ρωσία είναι ακόμη πιο μειοψηφική (10,6%). Έχει δε το επίκεντρό της στους ψηφοφόρους της Νίκης (29,5%), της Ελληνικής Λύσης (28,5%) και του Κινήματος Δημοκρατίας (22,6%). 
  • Είναι εν τούτοις ενδιαφέρον ότι η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ε.Ε. και στην Ευρωζώνη για τη διαφύλαξη των συμφερόντων της δεν αποτελεί την πρώτη επιλογή για τους εν δυνάμει ψηφοφόρους της Ελληνικής Λύσης (πρώτη επιλογή η προνομιακή σχέση με τις ΗΠΑ: 35,2%), της Φωνής Λογικής (πρώτη επιλογή οι ΗΠΑ: 38,3%), της Νίκης (καμία προνομιακή συμμαχία: 33,2%), του ΚΚΕ (καμία: 35,5%) και του ΜΕΡΑ25 (καμία: 28,7%).
  • Τα κόμματα αυτά εξέρχονται, λίγο ή πολύ, από την εθνική «συναίνεση» για το πλαίσιο άσκησης της εξωτερικής, και όχι μόνον, πολιτικής. 

Αριστερά-Δεξιά, συσχετισμοί

  • Με το πέρασμα των ετών η  βαρύτητα της διαίρεσης Αριστερά-Δεξιά εξασθενίζει. Η πλειοψηφία των πολιτών (61,9%) θεωρεί ότι η διάκριση ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά δεν ανταποκρίνεται στη σημερινή εποχή (2023: 58,3%). Αντιθέτως, θεωρείται σημαντική από το 32,9% των πολιτών έναντι του 36,1% το 2023.
  • Κόντρα στην εθνική τάση, τα εκλογικά σώματα της Αριστεράς, με πρώτο αυτό της Νέας Αριστεράς (Νέα Αριστερά: 81,4%, ΣΥΡΙΖΑ: 69,5%, ΚΚΕ: 61,7%, ΜέΡΑ25: 60,5%), αναγνωρίζουν με μεγάλη πλειοψηφία τη σημασία της διαίρεσης. Η μαζική αυτή θέση είναι αντιπροσωπευτική της «ταυτοτικής» ζωτικότητας που έχει για την Αριστερά η εν λόγω διαίρεση. 
  • Χρήζει, σε αυτό το πλαίσιο,  ιδιαίτερης υπογράμμισης η στάση των δυνητικών εκλογέων του ΠΑΣΟΚ, κόμμα που ανήκει στην ευρεία αριστερά σύμφωνα με τις διεθνείς κατατάξεις, καθώς μόνο 38,1% εξ αυτών θεωρεί σημαντική τη διαίρεση Αριστερά-Δεξιά. Έτσι για την πλειοψηφία των εκλογέων του ΠΑΣΟΚ (56,8%), όπως και για την πλειοψηφία εκείνων της ΝΔ (66,2%), η διαίρεση δεν ανταποκρίνεται στη σημερινή εποχή. 
  • Είναι αξιοσημείωτο, καθώς πρόκειται για κόμμα που προέρχεται από την Αριστερά, ότι το 68,7% των δυνάμει εκλογέων της Πλεύσης Ελευθερίας δεν θεωρεί σημαντική τη διαίρεση Αριστερά-Δεξιά. 
  • Οι οπαδοί της Νίκης (78,5%) και της Ελληνικής Λύσης (82%) τοποθετούν εαυτούς, με ξεκάθαρο τρόπο και με πολύ υψηλά ποσοστά, εκτός της διαίρεσης Δεξιά-Αριστερά. Αυτό ισχύει πολύ λιγότερο, και αξίζει να υπογραμμιστεί, για τους εκλογείς της Φωνής Λογικής (56,8%).
  • Το ιδεολογικό κέντρο βάρους της ελληνικής κοινωνίας, όταν ληφθούν υπόψη οι  ιδεολογικές ταυτότητες συνόλου (όπως Φιλελευθερισμός, Νέο-Φιλελευθερισμός, Σοσιαλδημοκρατία, κομμουνισμός κλπ.) τοποθετείται, όπως και κατά το παρελθόν, στην ευρύτερη Κεντροαριστερά/Αριστερά (βλ. αναλυτικά παρακάτω).
  • Στην πράξη, και με δεδομένη την εν εξελίξει μεγάλη κρίση της ευρείας Κεντροαριστεράς/Αριστεράς, το ελληνικό εκλογικό σώμα είναι τριμερώς δομημένο και στο ερώτημα «ποιο, κατά τη γνώμη σας, ευρύτερο ιδεολογικό ρεύμα ή παράταξη θα μπορούσε να διασφαλίσει περισσότερο ένα καλύτερο μέλλον για την Ελλάδα και τους πολίτες της;» το 28,5% απαντά η κεντροδεξιά/δεξιά, το 32,1% η κεντροαριστερά/αριστερά και το 34% «καμία εκ των δύο».
  • Κοινωνικό κράτος, εκσυγχρονισμός και ανταγωνιστικότητα αποτελούν έννοιες με θετικό περιεχόμενο για πάνω από το 80% των ερωτώμενων. Μικρές αυξομειώσεις στην αξιολόγηση λέξεων (καπιταλισμός, εκσυγχρονισμός, κοινωνικό κράτος κλπ) ήσσονος σημασίας σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα.
  • Στο ερώτημα για το πώς αυτοτοποθετούνται οι πολίτες στο δίπολο «συστημικός» – «αντισυστημικός», το 13,4% δηλώνει ότι αισθάνεται μάλλον «συστημικό», ενώ ένα μεγαλύτερο ποσοστό, 18,6%, αισθάνεται μάλλον «αντισυστημικό». Παράλληλα, το 24,5% δηλώνει πως δεν αισθάνεται ούτε το ένα ούτε το άλλο, ενώ το 36% απορρίπτει πλήρως τη διάκριση, δηλώνοντας ότι δεν εκφράζεται από το δίπολο. Συνεπώς, η δημόσια συζήτηση για το θέμα συστημισμός – αντισυστημισμός δεν ανταποκρίνεται στον τρόπο που η πλειοψηφία των εκλογέων κατανοεί την πολιτική σύγκρουση και τον κομματικό ανταγωνισμό.  

Πολιτικές (επιλογή)

  • Το εντυπωσιακό 62,1% (αλλά 64,5% το 2023) δηλώνει ότι το κράτος πρέπει να παρεμβαίνει περισσότερο στην ελληνική οικονομία για να δημιουργηθούν καλύτερες συνθήκες οικονομικής ανάπτυξης, με μόλις το 28,2% να θεωρεί ότι οι ιδιωτικές επιχειρήσεις αποτελούν τον κύριο μοχλό οικονομικής ανάπτυξης.
  • Ταυτόχρονα, και αντιφατικά, το 40,2% τάσσεται υπέρ της μείωσης των φόρων ακόμη και αν αυτό σημαίνει λιγότερο κοινωνικό κράτος σε αντίθεση με το 31,1% που υποστηρίζει ότι χρειάζονται περισσότεροι φόροι για να καλύπτονται οι τομείς της κοινωνικής πρόνοιας. Στην πρωτοπορία υπέρ της μείωσης των φόρων βρίσκονται οι δυνάμει εκλογείς της Ελληνικής Λύσης (64,8%) και της Φωνής Λογικής (50%), προσδίδοντας σε αυτά τα δύο υπερδεξιά κόμματα μια ισχυρή αντιφορολογική διάσταση. 
  • Αντιθέτως, η επιλογή υπέρ περισσότερων φόρων εκφράζεται κυρίως από τους ψηφοφόρους της Νέας Αριστεράς (55,9%) και του ΜέΡΑ25 (49,8%). Είναι ενδιαφέρον ότι το εν δυνάμει εκλογικό σώμα της ΝΔ είναι σχεδόν μοιρασμένο, με το 41,1% να τοποθετείται υπέρ της αύξησης των φόρων και το 40,4% υπέρ της μείωσης. Εντυπωσιάζει ότι μόνο μια πολύ μικρή πλειοψηφία των εκλογέων του ΣΥΡΙΖΑ (40,1%) και του ΠΑΣΟΚ (39%) τοποθετείται υπέρ της αύξησης των φόρων. 
  • Η πλειοψηφία (50,2%) είναι κατά της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων (υπέρ: 44,2%). Υπέρ της ίδρυσής τους τοποθετούνται οι ψηφοφόροι της ΝΔ (87%), της Φωνής Λογικής (72%) και οριακά του ΠΑΣΟΚ (50,1%), ενώ «κατά» τοποθετείται η πλειοψηφία των εκλογέων όλων των υπόλοιπων κομμάτων, με τα μεγαλύτερα ποσοστά να καταγράφονται στη Νέα Αριστερά (88,9%), στον ΣΥΡΙΖΑ (86,7%), στο ΚΚΕ (85%) και στο ΜέΡΑ25 (82,7%).
  • Το 63,5% πιστεύει ότι οι αμυντικές μας δαπάνες θα πρέπει να μειωθούν ώστε να δοθεί μεγαλύτερο βάρος σε τομείς όπως η υγεία, η παιδεία κλπ., ενώ το 27,7% θεωρεί ότι θα πρέπει να αυξηθούν ώστε να προστατευθεί καλύτερα η εθνική ανεξαρτησία. Υπέρ της αύξησης τάσσονται μόνο οι ψηφοφόροι της Φωνής Λογικής (61,2%) και της ΝΔ (61,1%). Αξιολογείται ως πολιτικά σημαντική η στάση των δυνητικών εκλογέων της Ελληνικής Λύσης (υπέρ της αύξησης: 33,2%) και της Νίκης (29,1%). 
  • Η μειοψηφία των πολιτών (37,5% έναντι 55,2%) θεωρεί ότι η παρουσία μεταναστών στη χώρα μας κάνει περισσότερο καλό παρά κακό με το σύνολο των εκλογικών σωμάτων της ευρείας Αριστεράς (όχι όμως του ΠΑΣΟΚ) να ενστερνίζονται αυτή την άποψη και το σύνολο των κομμάτων της δεξιάς να διαφωνούν. 
  • Οι ψηφοφόροι του Κινήματος Δημοκρατίας κινούνται, στη σχετική πλειοψηφία τους (48,8%), στην ίδια κατεύθυνση με τα κόμματα της Αριστεράς ενώ οι εκλογείς της Πλεύσης Ελευθερίας (33,5%) τοποθετούνται πιο κοντά στα εκλογικά σώματα των δεξιών κομμάτων. Μια ισχυρή πλειοψηφία (76%) του συνόλου του δείγματος εκτιμά ότι ο αριθμός μεταναστών στην Ελλάδα είναι υπερβολικά μεγάλος. 
  • Η θετική στάση απέναντι στη θεσμοθέτηση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών είναι σχετικά πλειοψηφική στην κοινή γνώμη (υπέρ: 41,8%, κατά: 37,8%), με την πλειονότητα των ψηφοφόρων της ΝΔ (38%) να τη θεωρεί μια «κακή επιλογή».

Τετάρτη 7 Μαΐου 2025

9 Μάη: Κανείς και τίποτα δεν θα ξεχαστεί (του Δημήτρη Βασιλείου)

                            Ψυχή μου λευκή, στην αγορά της λύπης μη με ξοδέψεις.

Συμπληρώνονται στις 9 Μάη 2025, ογδόντα χρόνια από την ημέρα, 9 Μάη 1945, που ο Κόκκινος Στρατός της Σοβιετικής Ένωσης έμπηξε την Κόκκινη Σημαία της Νίκης στην καρδιά του φασιστικού τέρατος, μέσα στην ίδια του τη φωλιά, αναγκάζοντας την φασιστική Γερμανία σε πλήρη και απόλυτη συνθηκολόγηση.


Περισσότερα εδώ