 |
Two Nude Women. Pablo Picasso. 1920. |
«Η αληθινή λογοτεχνία μπορεί μόνο να
υπάρχει όταν δημιουργείται, όχι από επιμελείς και αξιόπιστους αξιωματούχους,
αλλά από τρελούς, ερημίτες, αιρετικούς, ονειροπόλους, επαναστάτες και αμφισβητίες»
(Ε.Ζαμιάτιν)Τροπικός
του Αιγόκαιρω (Χένρι Μίλλερ – 1939) Είναι
πρόλογος για το πρώτο του μυθιστόρημα
"Ο Τροπικός του Καρκίνου". Ένα ημι-αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα,
που εκδόθηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι. Στη συνέχεια απαγορεύτηκε στις Ηνωμένες
Πολιτείες μέχρι το 1961, όταν το Υπουργείο Δικαιοσύνης έκρινε ότι το περιεχόμενό
του δεν ήταν πορνογραφικό. Αυτό το μυθιστόρημά του μαζί με τα δύο άλλα: Ο
Τροπικός του Καρκίνου και η Μαύρη Άνοιξη, αποτελούν μια αυτοβιογραφική τριλογία.
Το μυθιστόρημα καλύπτει την αυξανόμενη αδυναμία και την απόλυτη άρνηση του
συγγραφέα να προσαρμοστεί σε αυτό που θεωρεί εχθρικό περιβάλλον στις ΗΠΑ. Είναι
αυτοβιογραφικό, αλλά όχι χρονολογικό, εναλλάσσοντας τις εφηβικές περιπέτειες
του Μίλερ στο Μπρούκλιν, τις αναμνήσεις του πρώτου του έρωτα, με την Ούνα, μια
ερωτική σχέση με την σχεδόν 30χρονη καθηγήτρια πιάνου όταν ήταν 15 ετών, τον
δυστυχισμένο γάμο του με την πρώτη του σύζυγο, τα χρόνια που εργαζόταν στην
Western Union (που ονομάζεται αλλιώς στο βιβλίο) τη δεκαετία του 1920, και τη
μοιραία συνάντησή του με τη δεύτερη σύζυγό του, την Τζουν (στο βιβλίο ως Μάρα),
στην οποία αποδίδει την αλλαγή της ζωής του και την πραγματοποίηση της
συγγραφής. (Η Ρόδινη Σταύρωση
συνεχίζει την ιστορία της Τζουν με περισσότερες λεπτομέρειες, σε μια έκταση
σχεδόν 1.500 σελίδων). Περιγράφει τη διαδικασία του Μίλερ να βρει τη φωνή του
ως συγγραφέα, μέχρι που τελικά ξεκινά για το Παρίσι, που οι δραστηριότητες του
εκεί καλύπτονται από τον Τροπικό του Καρκίνου. Το μυθιστόρημα βασίζεται σε
φανταστικά γεγονότα. Είναι μια ιστορία πνευματικής αφύπνισης. Ο Μίλερ βυθίζει
τον αναγνώστη σε ιστορίες φτώχειας, οδύνης και εξαχρείωσης και στη συνέχεια
προσπαθεί να δημιουργήσει μια εμπειρία κορεσμού.
Τα
Σταφύλια της Οργής (Τζον Στάινμπεκ - 1939) Οι καταιγίδες του
καταστροφικού Dust Bowl μόλις είχαν καταλαγιάσει όταν ο Στάινμπεκ δημοσίευσε το
έργο του. Το Dust Bowl ήταν μια περίοδος σφοδρών καταιγίδων σκόνης που
κατέστρεψαν την περιοχή των Μεγάλων Πεδιάδω. Ήταν αποτέλεσμα ενός συνδυασμού
σοβαρής ξηρασίας, κακών γεωργικών πρακτικών και ισχυρών ανέμων. Οι καταιγίδες
προκάλεσαν εκτεταμένες οικολογικές ζημιές, γεωργική αποτυχία και μαζική
μετανάστευση, καθώς οι άνθρωποι αναζητούσαν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης αλλού.
Το μυθιστόρημα ακολουθεί μια οικογένεια εξαθλιωμένων αγροτών που μετακινούνται
για μια καλύτερη ζωή από την κατεστραμμένη φάρμα τους στην Καλιφόρνια. Βρίσκουν
όμως μόνο πικρία, ανέχεια και καταπίεση ως αγροτικοί εργάτες που ζουν σε
παραγκούπολεις, αλλά η αδάμαστη δύναμή τους μπροστά στις αντιξοότητες μιας
ολόκληρης ηπείρου κάνει το έπος του Steinbeck πολύ περισσότερο από μια ιστορία
ατυχών γεγονότων: Είναι ταυτόχρονα μια καταγραφή της εποχής του και ένα μόνιμο
μνημείο της ανθρώπινης επιμονής. «..και στα μάτια των πεινασμένων υπάρχει μια
αυξανόμενη οργή. Στις ψυχές των ανθρώπων τα σταφύλια της οργής γεμίζουν και
βαραίνουν, βαραίνουν για τον τρύγο». Η καταπίεση θα προκαλέσει τρομερή οργή
αλλά και την συνειδησιακή απελευθέρωση των εργατών μέσω της συνεργασίας τους.
Αυτό αποτυπώνεται και υποστηρίζεται, αλλά δεν υλοποιείται μέσα στο μυθιστόρημα.
 |
By Harry Deierling 1914 |
Και δεν
έμεινε κανένας (Δέκα μικροί νέγροι) (Αγκάθα Κρίστι – 1939) Ο πρώτος τίτλος
(για λόγους πολιτικής ορθότητας) είναι της αμερικάνικης έκδοσης και ο δεύτερος
της βρετανικής, που προέρχεται από ένα τραγούδι που παίζει σημαντικό ρόλο στη
πλοκή του έργου. Διαλέγετε και παίρνετε. Στη Γαλλία, το μυθιστόρημα
μετονομάστηκε το 2020. Ο δισέγγονος κληρονόμος των πνευματικών δικαιωμάτων,
Τζέιμς Πρίτσαρντ, άλλαξε τον τίτλο της γαλλικής έκδοσης σε «Ήταν Δέκα» (Ils
étaient dix). Σύμφωνα με τον ίδιο, αν η συγγραφέας ήταν ζωντανή, δεν θα της
άρεσε κάποιες από τις εκφράσεις της να προσβάλλουν ανθρώπους: «Δεν πρέπει πλέον
να χρησιμοποιούμε όρους που μπορούν να πληγώσουν. Αυτή είναι η συμπεριφορά που
πρέπει να ακολουθήσουμε το 2020». Η αστυνομία, η οποία έφτασε στο νησί μετά από
αρκετές ημέρες καταιγίδων, ανακάλυψε 10 πτώματα σε αυτό και προσπαθεί
ανεπιτυχώς να ανασυνθέσει τη χρονολογία των γεγονότων και να λύσει το μυστήριο
των δολοφονιών χρησιμοποιώντας τα ημερολόγια των νεκρών. Ο επιθεωρητής Μέιν
σημειώνει ότι τα ίδια τα θύματα ήταν ένοχα για δολοφονίες που έμειναν
ατιμώρητες και υπονοεί ότι ο δολοφόνος τους αποφάσισε να αποκαταστήσει τη
δικαιοσύνη με αυτόν τον τρόπο. Αλλά στο τέλος φτάνουν σε αδιέξοδο, κανείς δεν
έφυγε από το νησί πριν από την άφιξη των ντόπιων, και όλες οι πιθανές εκδοχές
για το τι συνέβη αντιφάσκουν με τα γεγονότα…. Το Έπος
της Εθνικής Απελευθέρωσης (Ναζίμ Χικμέτ – 1939) Ένα μακροσκελές, επικό
ποίημα που συνδυάζει λυρικά και αφηγηματικά στοιχεία. Το στυλ του Χικμέτ σε
αυτό το έργο είναι τολμηρό και ζωντανό, με δυνατό ρυθμό και υποβλητική γλώσσα.
Το ποίημα ακολουθεί τις εμπειρίες απλών ανθρώπων που συμμετέχουν στο κίνημα της
ανεξαρτησίας, ανεβάζοντας τις ιστορίες τους σε ηρωικά επίπεδα. Χαρακτηρίζεται
από σαρωτικές εικόνες, συναισθήματα και πάθος. Ευθυγραμμίζεται με την ιδέα ότι
η δύναμη του λαού, οι «εθνικές δυνάμεις», ήταν η κινητήρια δύναμη πίσω από την
απελευθέρωση της χώρας. Στόχος του είναι να αποτυπώσει τη συλλογική εμπειρία
του πολέμου, βασιζόμενο σε μεγάλο βαθμό στις αφηγήσεις του Μουσταφά Κεμάλ
Ατατούρκ για ιστορική ακρίβεια. Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές ιστορικές
αφηγήσεις που συχνά επικεντρώνονται σε ηγέτες και μάχες, το έπος του Χικμέτ
επικεντρώνεται στις εμπειρίες καθημερινών ανδρών και γυναικών, τονίζοντας τις
θυσίες και τις συνεισφορές τους στην πολεμική προσπάθεια. Το αρχικό προσχέδιο
του ποιήματος, με τίτλο "Milli Kurtuluş Destanı", μετέδωσε ένα έντονο
αίσθημα πατριωτισμού και μαχητικού πνεύματος, αντανακλώντας την ένταση του
πολέμου. Αντίγραφα του χειρόγραφου κυκλοφόρησαν μεταξύ βουλευτών και
διανοούμενων, οι οποίοι συγκινήθηκαν από τον πατριωτικό ζήλο του ποιήματος. Ο
Χικμέτ ήλπιζε ότι το έπος θα επηρέαζε θετικά την εικόνα του και ενδεχομένως θα
οδηγούσε στην απελευθέρωσή του από τη φυλακή. Ωστόσο, οι ελπίδες του δεν
πραγματοποιήθηκαν, παρά την απεργία πείνας που έκανε και τη διεθνή κινητοποίηση
απελευθερώθηκε μετά από αρκετά χρόνια, το 1950.
 |
Από την έκθεση των Γ. Ανδρεάδη, Μ. Μαύρου και Π. Ρηγοπούλου |
Όχι
ορχιδέες για την Μις Μπλάντις (Τζέιμς Χάντλεϊ Τσέις – 1939) Ο René Lodge
Brabazon Raymond έγινε πολύ γνωστός με ένα από τα ψευδώνυμα που χρησιμοποίησε,
ως δεξιοτέχνης του αστυνομικού θρίλερ. Το έργο είχε άμεση εμπορική επιτυχία,
παρά τις ελλείψεις χαρτιού σε καιρό πολέμου. Ήταν επίσης αμφιλεγόμενο, λόγω της
βίας και του σεξουαλικού περιεχομένου του. Σε μια ανώνυμη πόλη των ΗΠΑ στα τέλη
της δεκαετίας του 1920, ένας ντόπιος αρχηγός συμμορίας ονόματι Ράιλι μαθαίνει
ότι η πλούσια κοσμική κυρία Μπλάντις θα φορέσει ένα ακριβό διαμαντένιο κολιέ
στη γιορτή των γενεθλίων της. Ο Ράιλι και η συμμορία του καταφέρνουν να
απαγάγουν την Μπλάντις και τον φίλο της, αλλά μετά τον θάνατο του τελευταίου
κατά λάθος, αποφασίζουν να ζητήσουν λύτρα από τον εκατομμυριούχο πατέρα της. Το
σχέδιο αρχίζει να καταρρέει όταν μια αντίπαλη ομάδα, με επικεφαλής τον σαδιστή
και ανισόρροπο Σλιμ, ανακαλύπτει το σχέδιο του Ράιλι και απαγάγει την κυρία
Μπλάντις από τη συμμορία. Ο πατέρας της Μπλάντις πληρώνει τα λύτρα στον Σλιμ,
αλλά η κόρη του δεν επιστρέφεται. Ο Σλιμ γίνεται ολοένα και πιο εμμονικός με
την Μπλάντις και αποφασίζει να την κρατήσει κρυμμένη σε ένα μυστικό δωμάτιο
μέσα σε ένα από τα νυχτερινά κέντρα του, βιάζοντάς την επανειλημμένα και
επιτιθέμενος σε όποιον προσπαθήσει να την αποσπάσει από την κατοχή του. Εν τω μεταξύ,
η αστυνομία βρίσκεται στα ίχνη των απαγωγέων και ο Ντέιβ Φένερ, πρώην
δημοσιογράφος και νυν ιδιωτικός ντετέκτιβ, προσλαμβάνεται για να τη σώσει και
να αντιμετωπίσει τους γκάνγκστερ. Ο Φένερ και η αστυνομία τελικά βρίσκουν πού
βρίσκεται η νεαρή και πηγαίνουν στο κλαμπ, όπου ακολουθεί ανταλλαγή
πυροβολισμών. Ο Σλιμ σκοτώνεται και η Μπλάντις διασώζεται, αλλά μετά από μήνες
βασανιστηρίων, βιασμών και ναρκωτικών, δεν μπορεί να αντέξει την ελευθερία της
και αυτοκτονεί. Το 1944, ήταν το θέμα ενός δοκιμίου του George Orwell και το 1947,
ο σαδοερωτισμός στο βιβλίο του Chase διακωμωδήθηκε από τον Raymond Queneau στο μυθιστόρημά
του «We Always Treat Women Too Good». Το 1961, το μυθιστόρημα ξαναγράφτηκε
εκτενώς και αναθεωρήθηκε από τον συγγραφέα επειδή θεωρούσε ότι η νοοτροπία του
κόσμου του 1939 ήταν πολύ μακρινή για τη νέα γενιά αναγνωστών.
Η
αγρύπνια των Φίννεγκαν (Τζέιμς Τζόυς
- 1939) Ο Τιμ Φίννεγκαν σε
μια ιρλανδική μπαλάντα σκοτώθηκε πέφτοντας μεθυσμένος από μια σκάλα,
αλλά αναστήθηκε όταν ξέσπασε καυγάς στην κηδεία τους και ένα μπουκάλι ουίσκι
έσπασε στο φέρετρό του. Η άνοδος, η πτώση και η ανάστασή του είναι μια μεταφορά
για την άνοδο και την πτώση της ανθρωπότητας. Είναι
γραμμένο σε πειραματικό ύφος και θεωρείται ένα από τα πιο δυσνόητα έργα
μυθοπλασίας. Ήταν το τελευταίο έργο του Τζόυς, γραμμένο με μια ιδιότυπη γλώσσα
που συνδυάζει τα τυπικά αγγλικά με νεολογισμούς, ιρλανδικές διαλέκτους,
αινίγματα και λογοπαίγνια σε πολλές γλώσσες. Δεν υπάρχει συνεκτική εξέλιξη της
πλοκής, αλλά ένας μεγάλος αριθμός μεμονωμένων ιστοριών, μερικές εντελώς
ανεξάρτητες και άλλες με χαλαρή σύνδεση μεταξύ τους. Οι μεμονωμένες ιστορίες
είναι γεμάτες αναφορές σε λογοτεχνικά και ιστορικά έργα. «Οι αληθινοί ήρωες
του βιβλίου μου είναι ο χρόνος, το ποτάμι, το βουνό... Κατά μία έννοια, δεν
υπάρχουν καθόλου ήρωες εδώ». Το βιβλίο εξερευνά, με ανορθόδοξο τρόπο, τη ζωή
μιας οικογένειας, που περιλαμβάνει τον πατέρα, τη μητέρα και τα τρία παιδιά
τους. Σε μια μη γραμμική ονειρική αφήγηση, ακολουθεί τις προσπάθειες της
συζύγου να αθωώσει τον σύζυγο από μια κατηγορία εναντίον του σχετικά με
σεξουαλική παρενόχληση σε δύο κορίτσια στο πάρκο - αν και οι λεπτομέρειες της
κατηγορίας αλλάζουν με κάθε επανάληψη των γεγονότων - και τον αγώνα των γιων
του να τον αποκαταστήσουν. Οι αλληγορικοί ήρωες του έργου είναι: Ο Χάμφρεϊ ένας
πανδοχέας σε ένα προάστιο του Δουβλίνου. Τα αρχικά του HCE σημαίνουν «ήρθαν
όλοι». Αντιπροσωπεύει τον Θεό Πατέρα, τον Φιν, τον Τριστάνο, τον Ναπολέοντα,
τον Σουίφτ, τον πατέρα του συγγραφέα, το Κάστρο του Δουβλίνου και άλλες προσωπικότητες
και αντικείμενα. Η Άννα Λιβία, η σύζυγός του είναι η ενσάρκωση του ποταμού
Λίφι, καθώς και όλων των ποταμών του κόσμου και της βιβλικής Εύας. Το ίδιο το
μυθιστόρημα αποδεικνύεται ότι είναι μια επιστολή από την Άννα Λιβία, η οποία
ξαναγράφτηκε από τον «συγγραφέα» Σημ, κλάπηκε και δημοσιεύτηκε από τον αδερφό
του Σον. Οι γιοι τους Σημ και Σον, των οποίων οι αντιθέσεις (ο επαναστάτης και
ο κομφορμιστής· ο καλλιτέχνης και ο λογοκριτής· ο Κάιν και ο Άβελ· ο Εωσφόρος
και ο αρχάγγελος,· η χελώνα και ο γρύπας στον Κάρολ) ακολουθούν το αρχέτυπο του
μύθου των διδύμων, αλλά τα ονόματά τους είναι παρμένα από ένα ζευγάρι διάσημων
τρελών του Δουβλίνου. Η κόρη τους Ιζαμπέλ συνδέεται με εικόνες μιας παρθένας,
ενός ονείρου, ενός σύννεφου, καθώς και με τον μύθο της αιμομιξίας της αδελφής
και των αδελφών της που ανταγωνίζονται για αυτήν. Μπορεί να χωριστεί σε μια
ομάδα κοριτσιών. «Ξεκάθαρα και τίμια θα πρέπει να ειπωθεί στον αναγνώστη ότι το
βιβλίο δεν διαβάζεται ούτε σαν μυθιστόρημα, ούτε σαν νουβέλα, ούτε σαν παραμύθι,
ούτε στο κρεβάτι για να μας πάρει ο ύπνος. Το βιβλίο δεν διαβάζεται γενικώς. Ο
ίδιος ο Τζόυς το συνειδητοποιεί γράφοντάς το: Μπέρδεμα... Μπέρδεμα, μπλέξιμο...
σαστισμάρα, διβουλία... χαύνωση στο πρόσωπο του αναγνώστη. Το βιβλίο, με βάση
τους υπαινιγμούς και τα λογοπαίγνια του Τζόυς, θα πρέπει να το «ξαναγράφει»,
διαβάζοντας το, ο αναγνώστης. Ο Τζόυς δεν γράφει αγγλικά. Γράφει στη δική του
γλώσσα, ακατανόητη για τους μη γνωρίζοντες τα μυστικά της. Γράφει στη γλώσσα
των wakish (αγρυπνιακά) όπως έχει χαρακτηρισθεί» (Ελευθέριος Ανευλαβής, 2013). Οι
φιλόλογοι και οι φιλόσοφοι δέχτηκαν το κείμενο του Τζόυς με ενδιαφέρον και
αρκετές λέξεις που επινόησε – π.χ. κουάρκ, μονομύθος - στη συνέχεια τέθηκαν σε
ευρεία χρήση. Ο Ζακ Ντεριντά, αναπτύσσοντας τη θεωρία της αποδόμησης, βασίστηκε
σε μεγάλο βαθμό στο Finnegan Wake ως έμπνευση.
 |
Ηλιοτρόπια |
Τροπισμοί (Ναταλί
Σαρρότ - 1939) Πειραματικό μυθιστόρημα που θεωρείται πρόδρομος του λογοτεχνικού
κινήματος που αναφέρεται ως το "Νέο Μυθιστόρημα". Η Marguerite Duras
και ο Jean-Paul Sartre το περιέγραψαν ως αριστούργημα. Στο έργο της ο
«τροπισμός» (όρος δανεισμένος από την επιστήμη, που υποδηλώνει την μετατόπιση ή
τον μετασχηματισμό ενός φυσικού στοιχείου υπό την επίδραση εξωτερικών
ερεθισμάτων) μεταφέρεται και στην ανθρώπινη
συμπεριφορά. Η Σαρρότ καθόρισε τους τροπισμούς ως «εσωτερικές κινήσεις που
προηγούνται και προετοιμάζουν τα λόγια και τις πράξεις μας, στα όρια της
συνείδησής μας». Είναι ένα πειραματικό μυθιστόρημα. Αποτελείται από είκοσι
τέσσερις σύντομες βινιέτες, που αποτυπώνουν σύντομες σκηνές με κάθε
λεπτομέρεια. Μέσα από τις ιστορίες αυτού του έργου, η συγγραφέας αναλύει τις
αυθόρμητες, ανεπαίσθητες, πολύ εύθραυστες σωματικές αντιδράσεις σε ένα
ερέθισμα: «απροσδιόριστες κινήσεις που γλιστρούν πολύ γρήγορα στα όρια της
συνείδησης, είναι η πηγή των χειρονομιών μας, των λέξεων μας, των συναισθημάτων
που εκφράζουμε, που πιστεύουμε ότι βιώνουμε και που είναι δυνατόν να ορίσουμε».
Περιγράφεται ως φευγαλέα, σύντομα, έντονα αλλά ανεξήγητα συναισθήματα:
στερεοτυπικές φράσεις, κοινωνικές συμβάσεις. Κάτω από την φαινομενική
κοινοτοπία αυτών των γλωσσικών συμβάσεων, υπάρχουν στην πραγματικότητα
πολύπλοκες ανθρώπινες σχέσεις, έντονα, ακόμη και βίαια συναισθήματα (αισθήματα
περιορισμού, αγωνίας, πανικού): η Sarraute τα αναφέρει ως ενστικτώδεις
κινήσεις, που πυροδοτούνται από την παρουσία των άλλων ή από τα λόγια των
άλλων.
 |
Le Bain Turc 1862 |
Η μάσκα
του Δημητρίου (Έρικ Άμπλερ - 1939) Το πρώτο από τα δύο της σειράς, με
πρωταγωνιστή τον συγγραφέα κοινωνιολογικών μελετών και αστυνομικών ιστοριών,
Τσαρλς Λάτιμερ. Σε ένα ταξίδι του στην Κωνσταντινούπολη ο Λάτιμερ μαθαίνει για
τον διαβόητο καταζητούμενο εγκληματία Δημήτριο Μακρόπουλο, του οποίου το σώμα
αλιεύτηκε στα νερά του Βόσπορου. Γοητευμένος από τις ιστορίες που ακούει για
τον μυστήριο Δημήτριο, αποφασίζει να ακολουθήσει τα ίχνη του με σκοπό να
συλλέξει στοιχεία για το νέο του βιβλίο. Ανασυνθέτοντας σταδιακά τον σκοτεινό
και πολυδαίδαλο κόσμο του Δημητρίου οι εξελίξεις είναι αναπάντεχες και η ζωή
του μπαίνει σε κίνδυνο. Ένα συναρπαστικό road story στα Βαλκάνια και την Ευρώπη
με εξαιρετική νουάρ ατμόσφαιρα, έμφαση στο σασπένς, ευρηματική πλοκή και
ρεαλιστική αποτύπωση της κοινωνίας τη ζοφερή εποχή του Μεσοπολέμου.
Ο μεγάλος
ύπνος (Ρέιμοντ Τσάντλερ – 1939) «Ήμουν τακτοποιημένος, καθαρός,
ξυρισμένος και νηφάλιος και δεν με ένοιαζε ποιος το ήξερε. Ήμουν ό,τι έπρεπε να
είναι ο καλοντυμένος ιδιωτικός ντετέκτιβ». Η τελευταία φορά που μπορείτε να
είστε απόλυτα σίγουροι ότι γνωρίζετε τι συμβαίνει διαβάζοντας αστυνομικό μυθιστόρημα.
Το πρώτο μυθιστόρημα του συγγραφέα, ο οποίος τότε ήταν ένα 51χρονο πρώην
στέλεχος μιας εταιρείας πετρελαίου, είναι ένα μωσαϊκό σκιών, ένα σκοτεινό ίχνος
διχαλωτών μονοπατιών. Σε αυτά περιπλανιέται ο Φίλιπ Μάρλοου, ένας κυνικός,
τελείως σκληροτράχηλος ιδιωτικός ερευνητής που προσλήφθηκε από έναν ηλικιωμένο
εκατομμυριούχο για να βρει τον σύζυγο της όμορφης, «σκύλας» κόρης του. Ο
Μάρλοου είναι σκληρός και αποφασιστικός, και κάνει ό,τι μπορεί για να είναι
καλός, αλλά δεν υπάρχουν αληθινοί ήρωες στο εγκαταλειμμένο από θεό Λος
Άντζελες, και κάθε εξέλιξη της πλοκής αποκαλύπτει πόσο πραγματικά σκοτεινή είναι
η ανθρώπινη ύπαρξη.
Η Ημέρα
της Ακρίδας (Ναθαναήλ Γουέστ – 1939) Μια αξέχαστη απεικόνιση ενός κόσμου
που χλευάζει την πραγματικότητα και ανταμείβει την απάτη, γυρίζει την πλάτη
στον έρωτα για να βυθιστεί στο κενό σεξ και γεννά μια άγρια βία που είναι η
ίδια η καταστροφή του, αυτό το μυθιστόρημα αποτελεί ένα κλασικό κατηγορητήριο
για όλα όσα είναι τα πιο υπερβολικά και ανεξέλεγκτα στην αμερικανική ζωή. Είναι
η απάντηση του συγγραφέα στη Μεγάλη Ύφεση στις ΗΠΑ. Μπορεί να μην ακούγεται
ιδιαίτερα παρηγορητικό, αλλά για κάποιο λόγο πραγματικά είναι. Καθώς ξεδιπλώνεται
η λιτότητα σε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ζωής στη χώρα, ο συνδυασμός αποδοχής
και φυγής του βιβλίου συναρπάζει. Με ευρηματική γλώσσα, παράλογους αλλά
λαμπερούς χαρακτήρες με συμπεριφορά κοντά στη παντομίμα καθιστούν το σύνολο του
έργου ένα συναρπαστικό και προκλητικό για τη σκέψη ανάγνωσμα. Το Χόλυγουντ της εποχής
της ύφεσης, ως τσίρκο από γκροτέσκους κλόουν και χαρακτήρες, ως σενάριο για το
μυθιστόρημά του, είναι μια πόλη όπου τα όνειρα πεθαίνουν. Διαδραματίζεται κυρίως στο περιθώριο του
κινηματογραφικού βασιλείου. Υπάρχουν ιερόδουλες, μεταμοσχευμένοι Εσκιμώοι, ένας
αποτυχημένος που πουλάει ασημένια βερνίκια πόρτα – πόρτα. Κανείς σε αυτό το βιβλίο
δεν έχει βρει το όνειρο που θα του προσέφερε η Καλιφόρνια, και στο τέλος ο
θυμός και η δυσαρέσκεια τους συγκεντρώνονται σε μια ταραχή στους δρόμους, που
είναι το άθροισμα των ατομικών δυσαρέσκειών τους. «Συνειδητοποιούν ότι έχουν
εξαπατηθεί και καίγονται από αγανάκτηση…. Ο ήλιος είναι ένα αστείο. Τα
πορτοκάλια δεν μπορούν να ηρεμήσουν τον κουρασμένο ουρανίσκο τους. Τίποτα δεν
μπορεί ποτέ να είναι τόσο βίαιο ώστε να τσιτώσει το χαλαρό μυαλό και το σώμα
τους». Αυτό ήταν το τελευταίο μυθιστόρημα του West. Πέθανε την επόμενη χρονιά
σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, σε ηλικία 37 ετών.
 |
André Gide. 1893 |
Ημερολόγια
(Αντρέ Ζιντ, 1939-1950) Φαίνεται καθαρά ότι βρισκόταν κάτω από την πίεση των
αντίρροπων δυνάμεων της προτεσταντικής πειθαρχίας και απόλυτης ελευθερίας, της
παράδοσης και της ανταρσίας, του ασκητισμού και του αισθησιασμού. Ο επιτυχής
συγκερασμός όλων αυτών των τάσεων τον κατέστησε έναν από τους μεγαλύτερους
συγγραφείς της Γαλλίας. Ξεκίνησε ως συμβολιστής, αλλά ήδη από το 1894,
επιστρέφοντας από την Αφρική, χώρισε τους δρόμους του με τους συμβολιστές (σηματοδοτήθηκε
από το έργο «Οι Βάλτοι» του 1895) και ενδιαφέρθηκε για την ποίηση του Γουίτμαν
και τη φιλοσοφία του Φ. Νίτσε. Το ενδιαφέρον του για το έργο του Φ. Μ.
Ντοστογιέφσκι, αποδείχθηκε βαθύ και μακροχρόνιο, και ο ίδιος ο Ζιντ, με τα
άρθρα και τις δημόσιες διαλέξεις του, που το 1923 αποτέλεσαν το βιβλίο του
«Ντοστογιέφσκι», συνέβαλε σημαντικά στη διάδοση του έργου του Ρώσου συγγραφέα
στη Γαλλία. Ανεξάρτητα από την κατεύθυνση που πήρε στη συνέχεια (συνήθως προς
τον μοντερνισμό), το θέμα της κατάκτησης της ατομικής ελευθερίας,
συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας από συμβάσεις και προκαταλήψεις, διατρέχει
σαν κόκκινο νήμα όλο το έργο του. Άσκησε σημαντική επιρροή σε Γάλλους
συγγραφείς της προπολεμικής και μεταπολεμικής περιόδου, συμπεριλαμβανομένων των
υπαρξιστών, και πάνω απ' όλα στον Αλμπέρ Καμύ και τον Ζαν-Πολ Σαρτρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου