![]() |
Β.Σπεράντζας 1976 |
297. Ο Ήλιος ανατέλλει ξανά (Έρνεστ Χέμινγουεϊ – 1926) Ο Τζέικ είναι ένας εργαζόμενος δημοσιογράφος, σταλμένος στο Παρίσι, με σκληρό χαρακτήρα και τραγική ζωή. Μετά τον φρικτό τραυματισμό του στον πόλεμο, έχει κολλήσει στην Ευρώπη και περνάει το χρόνο του μεθυσμένος σε διάφορα μπαρ, κοροϊδεύοντας με τους σκληροτράχηλους φίλους του και λατρεύοντας την δύο φορές διαζευγμένη, όμορφη, αριστοκρατική Αγγλίδα Μπρετ, που αντιπροσωπεύει την απελευθερωμένη Γυναίκα της εποχής. Με αυτό το χαρακτήρα, ο Χέμινγουεϊ δημιούργησε μια από τις πιο συναρπαστικές γυναίκες στην αμερικανική λογοτεχνία του 20ού αιώνα. Σεξουαλικά ακόλαστη, περίπλοκη, φευγαλέα και αινιγματική, λάτρης της νυχτερινής ζωής και των καφέ. Είναι ευάλωτη, επιεικής, ανεξάρτητη - ιδιότητες που ο Χέμινγουεϊ αντιπαραβάλλει με τις άλλες γυναίκες στο βιβλίο, οι οποίες είναι είτε πόρνες είτε αυταρχικές γκρινιάρες. Αυτό το καταδικασμένο ζευγάρι, συν ένα ζωντανό καστ ρομαντικά απερίσκεπτων Αμερικανών, κατευθύνονται στην Παμπλόνα για την ετήσια γιορτή. Εκεί Στην η Μπρετ προκαλεί χάος: οι άντρες πίνουν πολύ και τσακώνονται για χάρη της, αποπλανά τον νεαρό ταυρομάχο Ρομέρο και γίνεται «θεά» του φεστιβάλ. Τα μέλη της παρέας συνδέονται, προδίδουν ο ένας τον άλλον και προσπαθούν να ξεχάσουν τις τραγικές αναμνήσεις του πολέμου και των σχέσεων τους. Το μυθιστόρημα έκανε δημοφιλή την ιδέα της «Χαμένης Γενιάς» — αλλά αυτή φαίνεται να εμφανίζεται περιοδικά, ξανά και ξανά.
Corvin castle, Romania |
299. Των Αλγηδόνων πρωτεύουσα (Πωλ Ελυάρ - 1926) Η συλλογή περιέχει 123 ποιήματα χωρισμένα σε τέσσερις ενότητες. Αποτελεί την σημαντικότερη συμβολή του ποιητή στην έναρξη του υπερρεαλιστικού κινήματος, λίγο μετά την δημοσίευση του πρώτου υπερρεαλιστικού μανιφέστου. «Ο Ελυάρ επέμενε στον αποκλεισμό του αισθητηριακού κόσμου από τα σουρεαλιστικά έργα, αλλά στην πράξη αποδείχθηκε ένας από τους πιο συναισθηματικούς ποιητές» (Μιχαήλ Γιασνόφ). Επισκέφτηκε το Γράμμο κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου και έγραψε ποιήματα υπέρ των ανταρτών.
300. Ο φόνος του Ρότζερ Άκροϋντ (Αγκάθα Κρίστι – 1926) Το 2013 η Βρετανική Ένωση Αστυνομικών Συγγραφέων το ψήφισε ως το καλύτερο του είδους του. Είναι ένα από τα πιο γνωστά, αν και αμφιλεγόμενα έργα της Άγκαθα Κρίστι: το πρωτότυπο - για την εποχή που γράφτηκε - αφηγηματικό τέχνασμα, που χρησιμοποιείται στο έργο είχε σημαντικό αντίκτυπο στη μετέπειτα αστυνομική λογοτεχνία. Πιστεύεται ευρέως ότι παραβιάζει το πρώτο σημείο του ειρωνικού άρθρου «Οι 10 Εντολές του Αστυνομικού Μυθιστορήματος» (1929) του Ρόναλντ Νοξ,. Αυτός ο κανόνας ορίζει: «Ο εγκληματίας πρέπει να είναι κάποιος που αναφέρεται στην αρχή του μυθιστορήματος, αλλά δεν πρέπει να είναι κάποιος του οποίου τη ροή σκέψης έχει επιτραπεί στον αναγνώστη να ακολουθήσει». Μεταξύ των συγγραφέων της Χρυσής Εποχής της αστυνομικής λογοτεχνίας, η Κρίστι ήταν αυτή που έσπασε τους κανόνες με το μεγαλύτερο πάθος, χωρίς να προσπαθεί ιδιαίτερα να διασφαλίσει ότι ο αναγνώστης είχε ίσες ευκαιρίες με τον ντετέκτιβ στη διαδικασία αποκάλυψης του εγκληματία. Επιπλέον, ο έβδομος κανόνας του Νοξ όριζε: «Ένας ντετέκτιβ δεν πρέπει ο ίδιος να είναι εγκληματίας». Ο κανόνας κατά της «εξαπάτησης» του αναγνώστη, διατυπώθηκε αρκετά χρόνια μετά, από τον W. H. Wright (ψευδώνυμο S. S. Van Dine). Στους Είκοσι Κανόνες για τη Συγγραφή Αστυνομικών Ιστοριών έγραψε: «Ούτε ο ίδιος ο ντετέκτιβ ούτε κανένας από τους επίσημους ερευνητές δεν πρέπει να αποδειχθεί δολοφόνος».
301 "Don Segundo Sombra" (Ρικάρντο Γιράλδες – 1926) Απεικονίζει τη ζωή των γκαούτσο στις αργεντίνικες πάμπες, αλλά είναι αγαπητό και στη Βραζιλία για τα θέματα της ελευθερίας, της φύσης και του τραχύ τρόπου ζωής των πεδιάδων της νότιας Αμερικής. Παρουσιάζεται ένας δυναμικός λογοτεχνικός χαρακτήρας, ένα ιδανικό και σχεδόν μυθικό πορτρέτο του γκάουτσο, με την λυσσαλέα αντίληψή του για την ελευθερία, με τον αναρχικό ατομικισμό του σε όλα τα ταξίδια του και τα συνεχή επεισόδια σε ένα ανοιχτό τοπίο. Μέσα από την ιστορία του νεαρού πρωταγωνιστή του, το μυθιστόρημα εξερευνά θέματα θάρρους, τιμής και βαθιάς σύνδεσης μεταξύ των ατόμων και της γης. Είναι μια όμορφη και ποιητική αφήγηση που έχει εμπνεύσει τους λατινοαμερικάνους αναγνώστες που ταυτίζονται με τα αγροτικά και φυσικά θέματα της ιστορίας, ιδιαίτερα στο πλαίσιο των δικών τους τοπίων.
![]() |
Nikos Hatzikyriakos-Ghikas |
303 Ιστορίες του κ. Κόϋνερ (Μπέρτολντ Μπρεχτ - 1926 κ.ε.) Άρχισαν να γράφονται το 1935 και τέλειωσαν στις αρχές της δεκαετίας του ΄50, λίγο πριν από το θάνατο του. Είναι μικρά αλλά λαμπρά δείγματα πεζού λόγου, όπου αποτυπώνουν πυκνά η κοινωνική κριτική και η ηθική του διδαχή. Το όνομά του (Keuner) πλησιάζει υπαινικτικά τη λέξη Keiner (κανένας), και διεκδικεί τη διάσταση του ομηρικού "ούτις", ενώ όπου συντομογραφείται ως κύριος Κ., γίνεται αντίποδας του ομώνυμου ήρωα της καφκικής Δίκης. «Κανένας, ούτε γνωστοί οικονομολόγοι, ούτε επιχειρηματίες (...) μπόρεσαν να μού εξηγήσουν ικανοποιητικά τη λειτουργία ἑνός χρηματιστηρίου ἐμπορευμάτων. Μοῦ δημιουργήθηκε ἡ ἐντύπωση ότι αὐτά πού συνέβαιναν ἐκεῖ μέσα ήταν τελείως ἀνεξήγητα, πού σημαίνει ότι ήταν ασύλληπτα άπο τη λογική, πού σημαίνει πάλι ότι ήταν κοινώς παράλογα. Ὁ τρόπος πού γινόταν ἡ κατανομή του σιταριού στον κόσμο ήταν ακατανόητος» (Μπ.Μπ – 1927).
![]() |
Μαρία-Γιαννακάκη-Χωρίς-τίτλο |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου