Ποιοί κλάδοι κι πόσο πλούτο παράγουν στη χώρα; Ο πίνακας που ακολουθεί μας δίνει τις σκληρές απαντήσεις της πραγματικότητας για το 2021:
Η Ελλάδα απέχει κατά 33 μονάδες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το 2022, όπως και το 2020 και το 2021, το Λουξεμβούργο και η Ιρλανδία κατέγραψαν το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, 156% και 135% αντίστοιχα πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Μετά το Λουξεμβούργο και την Ιρλανδία ακολουθεί η Δανία (36% πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε.), η Ολλανδία (30% πάνω), η Αυστρία (24% πάνω) και το Βέλγιο (20% πάνω).
Αρνητική κατάταξη και στην ατομική κατανάλωση (AIC) για την Ελλάδα το 2022, αφού κατατάχτηκε στην 25η θέση πανευρωπαϊκά μαζί με την Εσθονία και 22 μονάδες κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Τα χαμηλότερα επίπεδα ατομικής κατανάλωσης AIC καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (31% κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε.), στην Ουγγαρία (29% κάτω), στην Κροατία και Λετονία (και οι δύο 24% κάτω), στη Σλοβακία (23% κάτω) και στην Ελλάδα και Εσθονία (22% κάτω).
Ανεργία και Απσχόληση
Την ίδια στιγμή, η ανεργία μειώνεται στην Ελλάδα, όμως η χώρα παραμένει στη 2η χειρότερη θέση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά την Ισπανία, ενώ κάτι αντίστοιχο ισχύει και στην απασχόληση, μετά τη γειτονική Ιταλία. Υπενθυμίζεται ότι αρκούσε μόλις μια τετραετία -από το 2009 έως το 2013- για να φθάσει το ποσοστό ανεργίας στη χώρα μας από μονοψήφιο ποσοστό στο δυσθεώρητο 28,1% και συνολικά 14 δύσκολα χρόνια για να φθάσει μόλις τον περυσινό Οκτώβριο στο 9,6%, κάτω από το «ψυχολογικό» ότι του 10%.".
Οι Έλληνες εργαζόμενοι, σύμφωνα
με τα στοιχεία της Eurostat, είχαν το 2022 μέσο ετήσιο μικτό
μισθό 16.000 ευρώ και βρίσκονταν στην 24η θέση μεταξύ των 27 της Ε.E.
Βρίσκονταν επίσης στο μισό επίπεδο αποδοχών του μέσου όρου της Ε.Ε. (32.300
ευρώ) και στην τελευταία θέση των χωρών της Ευρωζώνης, όπου ο μέσος ετήσιος
μισθός ήταν 35.200 ευρώ. Ήταν, ακόμη, οι μοναδικοί εργαζόμενοι στην Ευρώπη που
οι μισθοί τους παρέμεναν χαμηλότεροι σε σχέση με τα προ δεκαετίας επίπεδα –
ακόμη και της πρώτης φάσης των μνημονίων.
Σε όρους αγοραστικής δύναμης αυτό
σημαίνει ότι οι Έλληνες εργαζόμενοι βρίσκονται μόλις στο 57% του μέσου όρου της
Ευρωζώνης, ήτοι είναι ανάμεσα στους φτωχότερους της Ευρώπης, ξεπερνώντας μόνον
χώρες όπως η Βουλγαρία, η Ουγγαρία και η Ρουμανία. Σε εποχή ιστορικής
πληθωριστικής κρίσης, που απομειώνει ακόμη περισσότερο τα πραγματικά
εισοδήματα, έχει ενδιαφέρον ότι η τάση αυτή δεν αναστράφηκε ούτε με τις
μισθολογικές αυξήσεις της τελευταίας διετίας. Έχει επίσης ενδιαφέρον ότι
εντελώς αντίστροφη είναι η τάση στα κέρδη των επιχειρήσεων. Η δυσαναλογία,
μάλιστα, μισθών – κερδών εντείνεται αντί να εξισορροπεί τα τελευταία χρόνια,
όπως δείχνει έρευνα του ινστιτούτου ΕΝΑ για τη «Διανομή του εγχώριου
εισοδήματος».
Μερικές ακόμη δικές μας παρατηρήσεις:
Δεδομένης της εμπειρίας από την υλοποίηση στα
τελευταία 40 χρόνια πληθώρας μεγάλων προγραμμάτων (ΜΟΠ, ΕΣΠΑ, Αναπτυξιακά κ.α.)
είναι οι ακολουθούμενες πολιτικές και πρακτικές από τη κυβέρνηση και τους
επιτετραμμένους της στη Τ.Α. οι αναγκαίες και ικανές για την έγκαιρη και
αποτελεσματική απορρόφηση των νέων κονδυλίων; Ειδικά για το ψηφιακό
μετασχηματισμό (μιας πολύ καθυστερημένης ψηφιακά κοινωνίας και οικονομίας), το
πρωτογενή τομέα (μιας φθίνουσας δημογραφικά και οικονομικά υπαίθρου) και των
υποδομών (όπου 5 χλμ. σύγχρονου και ασφαλούς δρόμου στην Ελλάδα κοστίζουν περισσότερο από όσο κόστισε
η πρόσφατη αποστολή της Ινδίας στη Σελήνη)
Είναι δυνατόν να πετύχουμε την πολυπόθητη (γιατί θα
αντιμετωπίσει την κερδοσκοπία και θα ενισχύσεις τις εξαγωγές) επάρκεια τροφίμων
χωρίς πολυτομεακή και αειφόρο ανάπτυξη της υπαίθρου, χωρίς συνεχή, σταδιακή και
επίμονη αντιμετώπιση της γήρανσης του πληθυσμού, της αστυφιλίας, της έλλειψης
εργατικού δυναμικού;
Οι ¨τεχνητές¨ γιγαντώσεις εταιρειών μέσω εξαγορών,
με σχεδόν μοναδικό στόχο την αύξηση του πελατειακού τους εύρους και του κύκλου
εργασιών (που πολλές φορές δεν διατηρείται) είναι ικανές να αλλάξουν την πορεία
της οικονομίας ή ανακυκλώνουν ίδιες πρακτικές και πολιτικές αφού δημιουργούν στο
ίδιο σαθρό έδαφος πιο μεγάλα και άπληστα ολιγοπώλια και μονοπώλια που
χειραγωγούν την ούτως ή άλλως προβληματική εγχώρια αγορά;
Η πλειονότητα των ξένων επενδύσεων που εξακολουθεί
να γίνεται στο τομέα της κυκλοφορίας του κεφαλαίου και των υπηρεσιών (δημόσια
δάνεια, ιδιωτικά ομόλογα, Logistics, άντε και τουρισμός και Real Estate) χειραγωγεί σε μεγάλο βαθμό το σημερινό
και μελλοντικό προσανατολισμό της οικονομίας της χώρας. Είναι αυτό θετικό για
το μέλλον της; Κάθε άλλο. Που είναι οι επενδύσεις σε παραγωγικούς τομείς και
κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας που ορίζουν τον διεθνή ανταγωνισμό; Έστω σε
σύγχρονους κλάδους μεσαίων τεχνολογιών που θα υποκαθιστούσαν εισαγωγές; Ήδη
στις επενδύσεις στο τομέα της κυκλοφορίας του κεφαλαίου (και ειδικά στα εμπορευματικά κέντρα εθνικής εμβέλειας
και στις υποδομές των παραχωρημένων λιμένων, ακόμη και στα υδατοδρόμια)
παρατηρείται – όσο και αν θέλουν να την κρύψουν - στασιμότητα, που οδηγεί στο
ερώτημα αν η χώρα μας έγινε ένα απλό πιόνι στο παιχνίδι κάποιων μεγάλων παικτών
που έχουν την ικανότητα να το κινούν κατά το δοκούν σε βάθος δεκαετιών. Η
ανεπάρκεια σύγχρονων υποδομών επιδεινώνει τα προβλήματα. Στο μεταξύ ο κόσμος
γύρω αλλάζει, νέες ευκαιρίες χάνονται και η θέση της χώρας στο διεθνή
καταμερισμό εργασίας υποβαθμίζεται συνεχώς μαζί με την ποιότητα ζωής των
κατοίκων της.
Τελικά για την ευημερία και την ποιότητα ζωής των κατοίκων της χώρας η ανάκτηση οποιασδήποτε επενδυτικής βαθμίδας έχει κάποια πραγματικά θετικά αποτελέσματα ή θα οδηγήσει σε πρόσθετο καταναλωτικό δημόσιο και ιδιωτικό δανεισμό και νέο φαύλο κύκλο χρεών;
Αν δεν συνοδέυεται απο δέσμη άλλων μέτρων παραγωγικού και κοινωνικού χαρακτήρα δυστυχώς μάλλον το δεύτερο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου