Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2025

1959: Από τον Μπρεχτ στον Γκρας και απο τον Μαχφούζ στον Ελύτη

La Menace. The Threat. 1974 by Ivan Tovar
Γυμνό Γεύμα (Ουίλιαμ Μπάροους) Αποτελεί μια ριζοσπαστική και πολυσύνθετη σύνθεση, που διασπά τις παραδοσιακές αφηγηματικές μορφές με τη μορφή αποσπασματικών, ασύνδετων σκηνών, οι οποίες λειτουργούν σαν ψυχεδελικό κολλάζ. Το έργο παρουσιάζει έναν σκοτεινό, αποπνικτικό κόσμο όπου ο εθισμός στα ναρκωτικά, η βία και η κρατική καταστολή αλληλοσυνδέονται με μια αίσθηση παρακμής και αποσύνθεσης. Ο Burroughs χρησιμοποιεί έναν ιδιαίτερο, φρενήρη γραπτό λόγο που ωθεί τον αναγνώστη στη σύγχυση και την πρόκληση, απορρίπτοντας κάθε συμβατική αφηγηματική λογική. Καταγγέλλει τον έλεγχο του σώματος, την γλώσσα ως ναρκωτικό, την κυβερνητική χειραγώγηση. Η θεματική εστιάζει σε εμμονικές εικόνες εξάρτησης, επιτήρησης και κοινωνικής αλλοτρίωσης, αναδεικνύοντας την ηθική υποκρισία και τη δυσοσμία της κοινωνίας της δεκαετίας του ’50.

Η λογοτεχνική σημασία του έργου έγκειται στην πρωτοποριακή χρήση της “cut-up” τεχνικής και την απόρριψη της γραμμικής αφήγησης, γεγονός που επηρέασε βαθύτατα τη μεταμοντέρνα και underground λογοτεχνία. Το “Naked Lunch” θεωρείται και εκφράζει το πνεύμα της Beat Generation, μιας υποκουλτούρας που πρόβαλλε την ελευθερία της έκφρασης και την αντίσταση στη λογοκρισία και την κοινωνική καταπίεση.

Κοινωνικά, το έργο προσφέρει σκληρή κριτική στις αμερικανικές κοινωνικές δομές, αποκαλύπτοντας τη σχέση εξουσίας, καταστολής και τον καταστροφικό ρόλο της κρατικής μηχανής. Η πρώτη ελληνική έκδοση έγινε το 1971 από τις Εκδόσεις Νεφέλη.

Το Τενεκεδένιο Ταμπούρλο (Γκύντερ Γκρας) Το να "χτυπάς ένα τσίγκινο τύμπανο" σημαίνει να δημιουργείς μια αναστάτωση για να επιστήσεις την προσοχή σε μια αιτία. Η αρχική αντίδραση ήταν ανάμεικτη. Ορισμένοι το ονόμασαν βλάσφημο και ανήθικο και κινήθηκαν νομικά εναντίον του εκδότη και του Γκρας.   

Αφηγείται την ιστορία του Όσκαρ, ενός παιδιού που αποφασίζει να σταματήσει να μεγαλώνει σε ένδειξη αντίστασης στη φρίκη του Β’ ΠΠ και του ναζισμού. Μέσω της οπτικής αυτού του ιδιαίτερου ήρωα, το έργο συνδυάζει στοιχεία μαγικού ρεαλισμού, ιστορικού χρονικού και πολιτικής σάτιρας, σχολιάζοντας ταυτόχρονα το βαρύ παρελθόν της Γερμανίας. Το τενεκεδένιο ταμπούρλο γίνεται εργαλείο μνήμης, κατηγορίας και αφύπνισης. Η γλώσσα γίνεται τύμπανο πολέμου και η ιστορία το τύμπανο που δεν σταματά να χτυπά. Ο Όσκαρ ταμπούρλο και τις απορίες του που εκφράζονται μέσα από παράξενες φωνές, γίνεται σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς που αντιστέκεται στην παρακμή και τη συλλογική ενοχή.

Η λογοτεχνική του αξία είναι τεράστια, καθώς ενοποιεί εξαιρετικές αφηγηματικές τεχνικές και ένα βαθύ ιστορικό σχόλιο, βάσει των οποίων το έργο καθιέρωσε τη νέα γερμανική λογοτεχνία της μεταπολεμικής περιόδου. Κοινωνικά, επισημαίνει την αναμέτρηση με τη συλλογική ενοχή, αναδεικνύοντας τους πολιτισμικούς και πολιτικούς τραυματισμούς της μεταπολεμικής Γερμανίας και την ανάγκη για ηθική επανεξέταση. Ο Grass τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1999, ενώ το βιβλίο παραμένει σταθμός στη διεθνή λογοτεχνία.

Σημειώνουμε ότι ο συγγραφέας είχε ταχθεί κατά της ένωσης των δύο Γερμανιών και αντιπροτείνει μια Συνομοσπονδία των δύο Γερμανικών κρατών, η οποία μελλοντικά θα μπορούσε να αποκτήσει τη μορφή διακρατικής ένωσης.  Υπερασπίστηκε τα δικαιώματα των τσιγγάνων, υποστηρίζοντας την ανάγκη χορήγησης σε αυτούς ευρωπαϊκού διαβατηρίου, που θα τους επιτρέπει τη διαμονή σε οποιοδήποτε ευρωπαϊκό κράτος. Δημιούργησε στη Ρουμανία ένα ίδρυμα για τους Ρομά, «Εταιρία για τους απειλούμενους λαούς». Για τον Γκρας οι Τσιγγάνοι είναι αυτό που καμωνόμαστε ό,τι είμαστε εμείς: εκ γενετής γνήσιοι Ευρωπαίοι.

Π.Βασιλόπουλου. Καλοκαιρινή στιγμή
Άξιον Εστί
(Οδυσσέας Ελύτης) Ποιητική σύνθεση με 15 μέρη. Το “Άξιον Εστί” είναι ένα πολυφωνικό ποιητικό έργο θεμελιώδες για την ελληνική και ευρωπαϊκή τέχνη του 20ού αιώνα. Πρόκειται για μια ποίηση που συνδυάζει βυζαντινή παράδοση, δημοτικό τραγούδι και μοντέρνο ποιητικό λόγο, δημιουργώντας έναν υπερβατικό ύμνο προς την Ελλάδα, το θείο και τον άνθρωπο. Μέσα από τη μορφή μιας αναζήτησης για ταυτότητα και ελευθερία, ο Ελύτης υμνεί τη φύση, την ιστορία και το φως ως προέκταση της εθνικής ψυχής. "Εγώ δεν ξέρω να υπάρχει παρά μία γλώσσα, η ενιαία γλώσσα, η ελληνική, όπως εξελίχθηκε από την αρχαία, που έφτασε να είναι το μεγάλο καμάρι μας και το μεγάλο μας στήριγμα". Η ελληνική γλώσσα είναι ο χρυσός κρίκος που δένει τον μεμυημένο ποιητή με τον Όμηρο. Τη χρησιμοποίησε για να εκφράσει κωδικά τις ύψιστες αλήθειες που περιέχονται κλεισμένες στο έργο του Ομήρου, του λατρεμένου των Μουσών. Γι’ αυτό δηλώνει: "Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου".

Η λογοτεχνική σημασία του έργου έγκειται στην κατοχύρωση της εθνικής ποιητικής ανανέωσης μέσα από μια πρωτοποριακή σύνθεση που παντρεύει το παραδοσιακό με το μοντέρνο. Το έργο του Ελύτη υπήρξε σταθμός στη διαμόρφωση της ελληνικής εθνικής ταυτότητας και συνείδησης σε μια εποχή που η χώρα προσπαθούσε να επουλώσει πληγές από τον πόλεμο και τις πολιτικές αναταράξεις. Το “Άξιον Εστί” τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979. Κοινωνικά, το έργο ενσωματώνει τη βαθιά ανάγκη για εθνική ανόρθωση και αναγέννηση, δείχνοντας τη διαρκή πάλη ανθρώπου και πατρίδας.

Τα παιδιά του Γκεμπελάουι (Ναγκίμπ Μαχφούζ) Το έργο είναι μια δημιουργική αλληγορία που αφηγείται την ιστορία της ανθρωπότητας μέσα από τις γενιές μιας οικογένειας σε μια συγκεκριμένη γειτονιά του Καΐρου, που συμβολίζει τον κόσμο. Ο πατριάρχης, ο "μεγάλος αγά" Γκεμπελάουι, που κατοικεί σε μια μεγαλοπρεπή έπαυλη (συμβολίζοντας τον Θεό), είναι η αρχική πηγή όλης της ζωής και της περιουσίας. Η ιστορία ξεκινά όταν ο πιστός υπηρέτης του, Αντνάν (Αδάμ), εξορίζεται από την έπαυλη μετά την «πτώση». Οι επόμενες γενιές των απογόνων του – Γκαμπάλ (Μωυσής), Ριφάα (Ιησούς) και Κασέμ (Μωάμεθ) – αγωνίζονται να αποκαταστήσουν τη δικαιοσύνη και την ειρήνη στη γειτονιά και να διεκδικήσουν την κληρονομιά του Γκεμπελάουι από τους τυράννους και τους εκμεταλλευτές που την κατέχουν. Κάθε ένας από αυτούς φέρνει ένα νέο μήνυμα ή έναν νέο κώδικα νόμων. Η τελευταία ευκαιρία για τα παιδιά του Γκεμπελάουι έρχεται με την έλευση ενός νέου προφήτη, του αλχημιστή Αέρφα που θα προσπαθήσει με τη δύναμη της επιστήμης αυτή τη φορά να επαναφέρει την αρμονία στη ζωή των κατοίκων.

Το έργο είναι ένα από τα πιο τολμηρά και σημαντικά του Μαχφούζ, και ένα ορόσημο όχι μόνο της αραβικής αλλά και της παγκόσμιας λογοτεχνίας του 20ού αιώνα. Η πρωτοποριακή του σημασία έγκειται στη χρήση ρητής θρησκευτικής αλληγορίας σε ένα μυθιστόρημα. Η αφήγηση της ανθρώπινης ιστορίας μέσω των προφητών του μονοθεϊσμού σε μια λαϊκή, ρεαλιστική αφήγηση θεωρήθηκε από πολλούς θρησκευτικούς κύκλους ως βλάσφημη, οδηγώντας σε μεγάλη διαμάχη και στην απαγόρευση του βιβλίου σε πολλές αραβικές χώρες για δεκαετίες. Πέρα από τη θρησκευτική ερμηνεία, το μυθιστόρημα έχει και φιλοσοφική προέκταση για την ανθρώπινη αναζήτηση για αλήθεια, δικαιοσύνη και πνευματική γαλήνη. Εξετάζει τη συνεχή πάλη μεταξύ πίστης και λόγου, παραδοσιακής ηθικής και επιστημονικής προόδου.  Συνδυάζει το ρεαλιστικό ύφος με το συμβολισμό και το μυθιστόρημα παραβολής, δημιουργώντας ένα ισχυρό καλλιτεχνικό σύνολο. Είναι ένα τολμηρό αριστούργημα που προκαλεί και προβληματίζει, εξερευνώντας τα μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα από ένα μοναδικό λογοτεχνικό πρίσμα. Το 1988, ο Ναγκίμπ Μαχφούζ βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, με το έργο αυτό να αναφέρεται ως κεντρικό στα κριτικά κείμενα της Ακαδημίας, που τόνισαν την «πνευματική αφήγηση» του συγγραφέα.

Colin Middleton. Spain dream revisited. 1938
Η Άνοδος του Αρτούρο Ούι (Μπέρτολντ Μπρεχτ) Δραματικά το έργο είναι σύμφωνο με το «επικό» στυλ θεάτρου του Μπρεχτ. Ξεκινά με έναν πρόλογο με τη μορφή μιας άμεσης ομιλίας προς το κοινό από έναν κατά τα άλλα άγνωστο «ηθοποιό», ο οποίος σκιαγραφεί όλους τους κύριους χαρακτήρες και εξηγεί τη βάση της επερχόμενης πλοκής. Αυτό επιτρέπει στο κοινό να εστιάσει καλύτερα στο μήνυμα, αντί να ανησυχεί για το τι μπορεί να συμβεί στη συνέχεια στην πλοκή.

Παρωδία-αλληγορία που αφηγείται την «άνοδο» του ηλίθιου και διεφθαρμένου Arturo Ui, πωλητή λαχανικών στο Σικάγο, ο οποίος χρησιμοποιώντας εκβιασμούς, απειλές και λαϊκίστικες ανοησίες, καταφέρνει να ηγηθεί του τοπικού συμβουλίου του Εγκλήματος. Η ιστορία παρακολουθεί βήμα-βήμα τον τρόπο με τον οποίο η αστική τάξη, ο φόβος και η αδιαφορία επιτρέπουν σε έναν γελοίο αλλά επικίνδυνο εγκληματία να καταλάβει την εξουσία, παρουσιάζοντας μια πικρή και σατιρική αλληγορία για την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία.

Είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα του Μπρεχτ και της πολιτικής θεατρικής γραφής του 20ού αιώνα. Ως «παράμυθο», χρησιμοποιεί την υπερβολή και το γελοίο για να απομακρύνει το κοινό (σύμφωνα με την αρχή της «αποξένωσης») και να αναλύσει με ψυχρό αίσθημα τους μηχανισμούς του φασισμού. Το έργο δεν επικεντρώνεται στον ίδιο τον Χίτλερ, αλλά στην κοινωνία που του επέτρεψε να ανέλθει, κάνοντάς το τρομερά επίκαιρο για τη σύγχρονη εποχή. Η πρώτη του παράσταση το 1959, μετά τον θάνατο του Μπρεχτ, προκάλεσε τεράστια συζήτηση για τη φύση της εξουσίας.

Η Ζαζί στο μετρό (Ρεϊμόν Κενώ) Είναι ένα κλασικό δείγμα του «Nouveau Roman» Ο Κενώ εγκαταλείπει την παραδοσιακή αφήγηση με πλοκή, ήρωες και ψυχολογική ανάλυση, προτιμώντας μια «αντικειμενική» και σχεδόν κινηματογραφική καταγραφή της πραγματικότητας. Η σημασία του έργου έγκειται ακριβώς σε αυτή την απόρριψη των συμβάσεων και στην επικέντρωση στη «επιφανειακή» εμπειρία, αποκαλύπτοντας την ασυνέχεια και την ανοησία της σύγχρονης ζωής. Η Ζαζί δεν είναι ήρωας, αλλά ένας ασήμαντος αντι-ήρωας του αστικού τοπίου, και η αφήγησή του άσκησε τεράστια επίδραση στη λογοτεχνική αντίληψη για τους χαρακτήρες και τη πλοκή του «Νέου Μυθιστορήματος».

Αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έργα του συγγραφέα που συνδυάζει το πνεύμα της γαλλικής πρωτοπορίας με μια παιχνιδιάρικη, σχεδόν αναρχική διάθεση απέναντι στη γλώσσα και την κοινωνία. Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από τη μικρή Ζαζί, ένα δωδεκάχρονο κορίτσι που επισκέπτεται το Παρίσι για να μείνει με τον θείο της Γκαμπριέλ. Το μεγαλύτερο όνειρό της είναι να μπει στο μετρό, όμως μια απεργία το καθιστά αδύνατο. Έτσι, η Ζαζί περιπλανιέται στην πόλη, συναντά διάφορες φιγούρες και γίνεται μάρτυρας ή πρωταγωνίστρια κωμικών και παράλογων επεισοδίων. Η φαινομενικά απλή πλοκή λειτουργεί ως πρόσχημα για την ανάπτυξη ενός παιχνιδιού με τη γλώσσα, την ειρωνεία και την κοινωνική σάτιρα.

Το έργο χαρακτηρίζεται από την ιδιότυπη χρήση της καθομιλουμένης, των παραφθαρμένων λέξεων και της προφορικότητας, που θυμίζουν τον παλμό της παιδικής αφήγησης. Ο Κενώ, ήδη γνωστός για την αγάπη του προς τη γλωσσική πειραματική γραφή, αξιοποιεί εδώ έναν λόγο σπασμωδικό, γεμάτο χιούμορ, παρανοήσεις και λεκτικά παιχνίδια. Η Ζαζί δεν είναι απλώς μια παιδική ηρωίδα, γίνεται η φωνή μιας αθωότητας που συγκρούεται με την υποκρισία, τις κοινωνικές συμβάσεις και τον καθωσπρεπισμό της μεταπολεμικής γαλλικής κοινωνίας. Συνιστά μια κωμική και λαϊκή τοιχογραφία του Παρισιού, όπου ο αναγνώστης βλέπει την πόλη μέσα από το βλέμμα ενός παιδιού που απογυμνώνει τον κόσμο από κάθε σοβαροφάνεια. Το μυθιστόρημα θέτει ερωτήματα για το πώς η κοινωνία δομεί την κανονικότητα και πώς η γλώσσα μπορεί να υπονομεύσει αυτές τις κατασκευές.

Η Ζαζί στο μετρό αγαπήθηκε για την πρωτοτυπία και τη φρεσκάδα της, ενώ προκάλεσε συζητήσεις για την «εκλαΐκευση» της avant-garde. Σηματοδοτεί μια στιγμή όπου η λογοτεχνία δεν περιορίζεται στην ελίτ, αλλά ανοίγει διάλογο με το ευρύτερο κοινό, διατηρώντας ωστόσο υψηλό αισθητικό και γλωσσικό πειραματισμό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: