Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2025

1954: Εμφάνιση του καλού (και πικρού) χιούμορ, μαζί με άλλα αριστουργήματα και καλοπουλημένα έργα

Ανακατασκευές_Δρ. B. Jones,_Μινωικές τοιχογραφίες
Στίλλερ (Μαξ Φρις) Θεωρείται ένα από τα κορυφαία έργα του ευρωπαϊκού μοντερνισμού. Το βιβλίο ξεκινά με τον διάσημο αφορισμό: «Δεν είμαι ο Στίλλερ!», που γίνεται μοτίβο όλης της αφήγησης. Ο πρωταγωνιστής συλλαμβάνεται στα σύνορα για πλαστογραφία εγγράφων και κατηγορείται ότι είναι ο Άνατολ Στίλλερ, ο οποίος είχε εξαφανιστεί χρόνια πριν. Ο ίδιος το αρνείται με πάθος και ισχυρίζεται πως είναι κάποιος άλλος, ένας Αμερικανός με το όνομα Τζιμ Γουάιτ. Μέσα από τις ανακρίσεις, τις καταθέσεις και τις μαρτυρίες ανθρώπων που γνώριζαν τον Στίλλερ, η αφήγηση ξετυλίγει σταδιακά το παρελθόν του κατηγορουμένου, τη σχέση του με τη σύζυγό του, τις καλλιτεχνικές του φιλοδοξίες, αλλά και την αποτυχία του να δημιουργήσει μια ταυτότητα που να τον ικανοποιεί. Το μυθιστόρημα δεν είναι απλώς μια ιστορία εξαφάνισης ή προσωπικής κρίσης· είναι κυρίως μια στοχαστική έρευνα πάνω στην ταυτότητα, στην ψευδαίσθηση του εαυτού και στην αδυναμία να συμφιλιωθούμε με το ποιοι πραγματικά είμαστε.

Ο Φρις χρησιμοποιεί πολυεπίπεδη αφήγηση, όπου ο ήρωας γράφει το δικό του ημερολόγιο στη φυλακή, σχολιάζοντας τα γεγονότα και τις καταθέσεις, προσπαθώντας να αποδείξει την αθωότητά του και ταυτόχρονα βυθιζόμενος σε εσωτερικές αντιφάσεις. Το έργο έχει έντονα υπαρξιακά χαρακτηριστικά: η ιδέα ότι ο άνθρωπος μπορεί να «αναπλάσει» τον εαυτό του, αλλά πάντα σκοντάφτει στα βλέμματα και τις προσδοκίες των άλλων.

Η τραγικότητα του ήρωα έγκειται στο γεγονός ότι, ακόμη κι αν δεν είναι ο Στίλλερ, δεν μπορεί να αποδείξει την ετερότητά του, καθώς όλοι τον βλέπουν μέσα από την εικόνα που εκείνοι έχουν κατασκευάσει. Η σύζυγος του, ταξιδεύει από το Παρίσι για να τον επισκεφτεί στη φυλακή και επίσης, τον προσδιορίζει ως Στίλλερ. Κατά τη διάρκεια του μυθιστορήματος, αποκαλύπτονται οι περίπλοκες ιστορίες του Στίλλερ και του Γουάιτ. Οι φίλοι του, οι συνεργάτες του, όλοι τον αναγνωρίζουν, όλοι τον «ορίζουν». Αυτό δημιουργεί μια κεντρική σύγκρουση: η ταυτότητα δεν είναι αυτό που ισχυριζόμαστε, αλλά αυτό που μας αποδίδουν οι άλλοι.

Το Stiller είναι βαθύτατα φιλοσοφικό και ανατέμνει τις έννοιες της αλήθειας, της μνήμης και της αυθεντικότητας. Θεωρείται σημείο καμπής στη μεταπολεμική λογοτεχνία, καθώς θέτει τον αναγνώστη αντιμέτωπο με το πιο καίριο υπαρξιακό ερώτημα: Μπορούμε ποτέ να ξεφύγουμε από τον εαυτό μας ή είμαστε καταδικασμένοι να ζούμε μέσα στις μάσκες που μας φορούν οι άλλοι;

Ποιήματα και Αντιποιήματά  (Νικανόρ Πάρρα) Ο Χιλιανός ποιητής έμελλε να αλλάξει ριζικά τη λογοτεχνική σκηνή της Λατινικής Αμερικής. Αυτή η συλλογή σηματοδοτεί τη γέννηση της χαρακτηριστικής «αντιποίησης» του Parra, η οποία απέρριψε την επίσημη, εξιδανικευμένη γλώσσα της παραδοσιακής ποίησης και αντ' αυτού αγκάλιασε έναν πιο καθημερινό, συνομιλητικό τόνο. Τα ποιήματα είναι γεμάτα εξυπνάδα, ειρωνεία και κριτική στάση απέναντι σε κοινωνικά, πολιτικά και φιλοσοφικά ζητήματα. Η συλλογή έφερε επανάσταση στη ποίηση αντιμετωπίζοντας τον αναγνώστη με ωμή, μη απολογητική γλώσσα και αμφισβητώντας την ίδια την ιδέα του τι πρέπει να είναι η ποίηση. Το έργο του Πάρρα φημίζεται για τον παιχνιδιάρικο αλλά και κριτικό του χαρακτήρα, που ασχολείται με υπαρξιακά θέματα, την απογοήτευση και τους παραλογισμούς της σύγχρονης ζωής.

Ο Πάρρα εισάγει τον όρο «αντιποίημα» για να δηλώσει την απόρριψη της παραδοσιακής ποιητικής μεγαλοπρέπειας και την υιοθέτηση μιας καθημερινής, αντι-ηρωικής γλώσσας. Στα «αντιποιήματά» του, η ποίηση παύει να είναι ανυψωμένη, συμβολική και αποκομμένη· κατεβαίνει στον δρόμο, μιλάει σαν τον απλό άνθρωπο, χρησιμοποιεί ειρωνεία, χιούμορ και προκλητική απλότητα. Ο Πάρρα καταγγέλλει τον ψεύτικο ρομαντισμό, γελοιοποιεί τις λογοτεχνικές συμβάσεις, και τοποθετεί τον αναγνώστη σε έναν κόσμο όπου η ποίηση δεν είναι ιερή, αλλά εργαλείο σκέψης και αμφισβήτησης.

Η θεματολογία του αγγίζει την πολιτική, την καθημερινότητα, τον έρωτα, τον θάνατο, αλλά με τόνο απομυθοποιητικό. Για παράδειγμα, ενώ οι κλασικοί ποιητές εξυμνούσαν την αγάπη ως ύψιστη εμπειρία, ο Πάρρα την παρουσιάζει με ταπεινή, σχεδόν πεζή γλώσσα, γεμάτη από ειρωνικά σχόλια για τις σχέσεις, τις προσδοκίες και τις απογοητεύσεις.

Η συμβολή του στη λογοτεχνία είναι τεράστια, γιατί άνοιξε τον δρόμο σε μια νέα γενιά Λατινοαμερικανών συγγραφέων που ήθελαν να μιλήσουν απλά και ριζοσπαστικά, αποφεύγοντας τον βαρύ παθιασμένο τόνο των προηγούμενων δεκαετιών. Η έννοια του «αντιποιήματος» ήταν κάτι αντίστοιχο με την «αντι-τέχνη» των ντανταϊστών και την αποδόμηση της γλώσσας από τους μοντερνιστές, μόνο που στον Πάρρα είχε σαφή κοινωνική και πολιτική διάσταση.

Δεν είναι τυχαίο ότι η συλλογή αυτή θεωρείται σταθμός και επηρέασε ποιητές όπως ο Ρομπέρτο Μπολάνιο και ο Μάριο Μπενεντέτι. Ο ίδιος ο Πάρρα έλεγε πως η ποίηση δεν πρέπει να βρίσκεται σε βάθρο, αλλά να μιλάει με τη «φωνή του λαού», ακατέργαστη και αληθινή.

Image by AI
Ο ήχος του βουνού (Γιασουνάρι Καβαμπάτα) Δημοσιεύτηκε αρχικά σε συνέχειες και ολοκληρώθηκε το 1954. Ο συγγραφέας παρουσιάζει εδώ μια ιστορία οικογενειακής και υπαρξιακής φθοράς. Κεντρικός ήρωας είναι ο Σίνγκι, ηλικιωμένος άντρας που ζει με τη σύζυγό του και παρακολουθεί τη ζωή των παιδιών του να καταρρέει: ο γιος του εγκλωβίζεται σε έναν αποτυχημένο γάμο, η νύφη του υποφέρει από μοναξιά, ενώ η κόρη του επιστρέφει στο πατρικό μετά από διαζύγιο. Ο ίδιος αρχίζει να νιώθει το βάρος του γήρατος και την εγγύτητα του θανάτου, την οποία συμβολίζει ο «ήχος του βουνού» – ένας μυστηριώδης βόμβος που μοιάζει να ακούει μόνο εκείνος. Ο πρωταγωνιστής συλλογίζεται συνεχώς τη γήρανση του, η οποία εκδηλώνεται με την απώλεια αισθήσεων, ακόμη και της ανδρικής του δύναμης και αναρωτιέται γιατί δεν διεγείρεται κατά τη διάρκεια ενός ερωτικού ονείρου. Επίσης, έρχεται επανειλημμένα αντιμέτωπος με τη θνησιμότητα μέσω του θανάτου φίλων. Η ανθρώπινη ζωή και ο θάνατος αντιστοιχούν σε ολόκληρο τον κύκλο των εποχών (η διαδικασία αρχίζει το φθινόπωρο και τελειώνει το φθινόπωρο του επόμενου έτους). Ένα άλλο θέμα είναι η επίδραση του πολέμου στους πρωταγωνιστές του.

Η αφήγηση του Καβαμπάτα είναι λεπτή, υπαινικτική και βαθιά ποιητική. Δεν εστιάζει στη δράση, αλλά στη σιωπή, στις μικρές χειρονομίες, στην ατμόσφαιρα. Το βιβλίο αναδεικνύει το ιαπωνικό αίσθημα του μονο νο αουάρε – την ευαισθησία απέναντι στη φθορά και την ομορφιά του εφήμερου. Ο ήρωας συνειδητοποιεί ότι η ζωή του έχει φτάσει στο λυκόφως, και καθώς παρατηρεί την κατάρρευση των οικογενειακών σχέσεων, συνδιαλέγεται με το αναπόφευκτο τέλος. Το έργο είναι μελαγχολικό αλλά και λυτρωτικό· δείχνει πώς η ήσυχη αποδοχή του θανάτου μπορεί να φέρει γαλήνη.

Μέσα στο δίχτυ (Άιρις Μέρντοχ) Το πρώτο μυθιστόρημα της συγγραφέας, συνδυάζει φιλοσοφία και χιούμορ. Η Μέρντοχ, είναι μια φιλοσοφημένη μυθιστοριογράφος που δημιουργεί πραγματικούς χαρακτήρες, όχι χώρους με συνημμένα ονόματα. Γεννημένη στην Ιρλανδία, σεβόταν τον Βίτγκενσταϊν, ο οποίος ενθάρρυνε την περιφρόνησή της για τις αφαιρέσεις. (Ο τίτλος αναφέρεται στο «δίχτυ» που πίστευε ότι η γλώσσα "πλέκει" στην αλήθεια.). Αυτό ήταν το πρώτο από τα 26 μυθιστορήματά της, για έναν κύκλο σαστισμένων και ερωτευμένων φίλων και γνωστών στο Λονδίνο, με εξορμήσεις στην αισθητική και την αριστερή πολιτική. Ακριβώς έξω από την πύλη έδειξε όλα τα ταλαιπωρημένα χαρίσματά της - το διερευνητικό μυαλό της, τον κωμικό σκεπτικισμό της, τις άγρια ​​μπερδεμένες πλοκές της. Έγραψε επίσης την πρώτη αγγλόφωνη αποσαφήνιση του Σαρτρ, του οποίου ο υπαρξισμός βρισκόταν πίσω από την έντονη εκτίμησή της στο πρόσωπό του. Σε αντίθεση με τον βαρύ φιλοσοφικό τόνο πολλών συγγραφέων της εποχής, η Μέρντοχ επιλέγει έναν ανάλαφρο, σχεδόν κωμικό ρυθμό..

Ο αφηγητής, Τζέικ, είναι συγγραφέας σε κρίση που περιπλανιέται στο Λονδίνο προσπαθώντας να ξαναβρεί τον προσανατολισμό του. Η περιπέτεια του Τζέικ Ντόναχιου είναι γεμάτη παρεξηγήσεις, κωμικά επεισόδια και ανατροπές, αλλά πίσω από αυτά κρύβεται σοβαρή φιλοσοφική αναζήτηση. Πίσω από αυτές κρύβεται μια βαθιά εξερεύνηση της γλώσσας, της αλήθειας και της σχέσης τέχνης και πραγματικότητας. Αποτελεί μοναδικό παράδειγμα όπου φιλοσοφία και μυθιστόρημα συναντιούνται με τρόπο παιγνιώδη, χωρίς να χάνεται το βάθος. Η Μέρντοχ εμπνέεται από τον Βίτγκενσταϊν και θέτει το ερώτημα: μπορούμε να εκφράσουμε την πραγματικότητα ή πάντα βρισκόμαστε «κάτω από το δίχτυ» της γλώσσας;

Image by AI
Ο Ήχος των κυμάτων (Γιούκιο Μισίμα) Αποτελεί ένα από τα πιο προσιτά αλλά και ποιητικά έργα του συγγραφέα που συνδέθηκε με την έννοια της παρακμής, της αισθητικής τελειότητας και της εμμονής με τον θάνατο. Εδώ, όμως, παρουσιάζει μια απλούστερη και καθαρή ιστορία, που θυμίζει ιαπωνικό παραμύθι και αναδεικνύει την ομορφιά της φύσης και της αθωότητας.

Η ιστορία εκτυλίσσεται σε ένα μικρό ψαροχώρι, στο νησί Ούτα-ζίμα. Ένας νεαρός ψαράς, γνωρίζει τη κόρη πλούσιου καπετάνιου, και την ερωτεύεται. Η αγάπη τους είναι αγνή, σχεδόν αρχέγονη, αλλά έρχεται αντιμέτωπη με κοινωνικά εμπόδια, προκαταλήψεις και αντιζηλίες. Ο Μισίμα αξιοποιεί αυτό το ερωτικό ειδύλλιο για να αναδείξει τις αντιθέσεις ανάμεσα στην παράδοση και τη νεωτερικότητα, τον πλούτο και τη φτώχεια, την καθαρότητα του συναισθήματος και τη διαφθορά των κοινωνικών σχέσεων. Το έργο εξετάζει την κοινωνική διάσταση της αγάπης, την παραδοσιακή ιαπωνική κοινωνία και τις αντιφάσεις της σύγχρονης εποχής. Αν και πρόκειται για μια ιστορία ρομαντισμού, το έργο εξετάζει επίσης την ανθρώπινη δύναμη και την ατομική συνείδηση.

Το μυθιστόρημα είναι βαθιά δεμένο με το φυσικό περιβάλλον: η θάλασσα, τα κύματα, τα πλοία και οι εποχές γίνονται σύμβολα ζωής και πεπρωμένου. Η φύση δεν είναι απλό σκηνικό, συμμετέχει ενεργά στην πλοκή, καθώς οι θύελλες, τα θαλασσινά ταξίδια και η σωματική επαφή με το νερό αποτυπώνουν τη σκληρότητα αλλά και τη μεγαλοπρέπεια της ύπαρξης. Η γλώσσα του Μισίμα εδώ είναι λιτή, σχεδόν διάφανη, μακράν πιο απλή από τα πιο πυκνά και σκοτεινά του έργα (Ο ναός του χρυσού περιπτέρου, Η θάλασσα της γονιμότητας). Αυτό δεν σημαίνει ότι στερείται βάθους, αντίθετα, η καθαρότητα της γραφής επιτρέπει στον αναγνώστη να αισθανθεί την αγνότητα των ηρώων και να συμμετάσχει στην εμπειρία τους σαν να πρόκειται για ένα σύγχρονο ιαπωνικό μύθο. Το έργο είναι επίσης ένα σχόλιο πάνω στην έννοια της τιμής και της αφοσίωσης. Ο Σιντζί δεν κερδίζει την εκτίμηση μόνο με την ομορφιά του ή με τον έρωτά του, αλλά κυρίως με την ανδρεία και την εργατικότητά του. Μέσα από τις δοκιμασίες που αντιμετωπίζει, αποδεικνύει την αξία του και έτσι η αγάπη του με τη Χατσούε θριαμβεύει, παραμένοντας αγνή παρά τις κακοτοπιές. Το βιβλίο αγαπήθηκε ιδιαίτερα τόσο στην Ιαπωνία όσο και στη Δύση, καθώς παρουσίασε μια ρομαντική, σχεδόν ιδεαλιστική όψη της ιαπωνικής ζωής, σε πλήρη αντίθεση με τον μοντερνισμό και την υπαρξιακή αγωνία που χαρακτήριζε μεγάλο μέρος της παγκόσμιας λογοτεχνίας της δεκαετίας του ’50

Η περιφρόνηση (Αλμπέρτο Μοράβια) Ο συγγραφέας εξερευνά τη διάλυση μιας σχέσης μέσα από το πρίσμα της αποξένωσης και της υπαρξιακής αμφιβολίας. Ο αφηγητής είναι ο Ρικάρντο Μολτένι, ένας συγγραφέας που εργάζεται ως σεναριογράφος στον κινηματογράφο για να συντηρήσει τη σύζυγό του, Έμιλια. Ο Μολτένι ζει με την ψευδαίσθηση ότι η θυσία του για οικονομική σταθερότητα και άνεση θα εξασφαλίσει την αγάπη της γυναίκας του, όμως η ίδια τον περιφρονεί, θεωρώντας πως πρόδωσε το καλλιτεχνικό του όραμα και υπέκυψε σε μια συμβατική, υλιστική ζωή.

Το μυθιστόρημα, γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο, αποδίδει με ένταση την ψυχολογική κρίση του ήρωα, που προσπαθεί να κατανοήσει την απόρριψη και την αδυναμία επικοινωνίας με τη σύντροφό του. Η πλοκή τοποθετείται στο πλαίσιο της συνεργασίας με έναν σκηνοθέτη που γυρίζει ταινία βασισμένη στην Οδύσσεια. Η συνάντηση με τον σκηνοθέτη και τον παραγωγό αναδεικνύει την ένταση ανάμεσα στην τέχνη και το εμπόριο, την αυθεντικότητα και την αλλοτρίωση, ενώ η παράλληλη ιστορία του Οδυσσέα και της Πηνελόπης λειτουργεί ως καθρέφτης της συζυγικής κρίσης του Μολτένι. «Χειρίζεται ένα ευαίσθητο ψυχολογικό θέμα» με «οικονομία μέσων» διερευνώντας διακριτικά τη «θεμελιώδη διαφορά ιδιοσυγκρασίας και πνευματικών και συναισθηματικών στάσεων στους δύο συντρόφους». Το τέλος δείχνει «μια αίσθηση συμφιλίωσης και αποδοχής της ζωής… που απουσιάζει από το μεγαλύτερο μέρος του προηγούμενου έργου του. Η Κάθαρση γίνεται τελικά στον πρωταγωνιστή». Επιπλέον, το βιβλίο «μπορεί να διαβαστεί σε διαφορετικά επίπεδα και η συζήτηση για την Οδύσσεια, συναρπαστική από μόνη της, δεν είναι μια τεχνητή διακοπή, αλλά ένα αναπόσπαστο και εμπλουτιστικό χαρακτηριστικό. του συνόλου» Η Έμιλια δρα ως καταλύτης και πέτρα του σκανδάλου.

Η γραφή του Μοράβια είναι καθαρή, σχεδόν κλινική, και εστιάζει στη διάγνωση των συναισθημάτων, της ψυχρής λογικής και της ανελέητης κριτικής απέναντι στην κοινωνία της κατανάλωσης. Η «περιφρόνηση» δεν είναι απλώς συναίσθημα, αλλά σύμπτωμα της ανικανότητας δύο ανθρώπων να συναντηθούν στο ίδιο ψυχικό πεδίο. Η απουσία πάθους, η σταδιακή παρακμή της αγάπης και η βεβαιότητα της αποτυχίας δίνουν στο έργο έναν τόνο σχεδόν τραγικό.

Το βιβλίο γνώρισε τεράστια επιτυχία και αργότερα μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο, γεγονός που ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την πολιτισμική του απήχηση. Παραμένει μια από τις πιο σπουδαίες ανατομίες της συζυγικής κρίσης στη μεταπολεμική λογοτεχνία, αλλά και μια βαθιά μελέτη πάνω στη σχέση τέχνης και αγοράς, δημιουργίας και συμβιβασμού, επιθυμίας και απώλειας

Katherine (Άνια Σέτον) Ένα από τα σπουδαιότερα παραδείγματα ιστορίας αγάπης ιστορικής φαντασίας που γράφτηκε ποτέ. Η συγγραφέας, ειδικευμένη στο ιστορικό μυθιστόρημα, αναπλάθει την ιστορία της Κάθριν Σουίνφορντ, ερωμένης και αργότερα συζύγου του δούκα του Λάνκαστερ, Τζον του Γκοντ. Μέσα από τη ζωή της, παρουσιάζει την Αγγλία του 14ου αιώνα, τις αυλές, τις πολιτικές ίντριγκες, αλλά και τον έρωτα που σημάδεψε τη μεσαιωνική ιστορία. Η Κάθριν από παιδί για όλες τις δουλειές και οικονόμος έγινε δούκισσα και μητέρα του Βασιλιά Ερρίκου Δ΄. Η  Σετον συνδυάζει εξονυχιστική ιστορική έρευνα με λυρική αφήγηση, μετατρέποντας το Μεσαίωνα σε ζωντανό σώμα πάθους και πολιτικής. Οι περιγραφές γίνονται ζωγραφικοί πίνακες, ενώ οι χαρακτήρες ξεπηδούν από τα έγγραφα σαν σύγχρονοι ήρωες. Κορυφαίο παράδειγμα ιστορικής μυθοπλασίας και ρομαντισμού, «έθεσε το σημείο αναφοράς στον υψηλό μεσαιωνικό ρομαντισμό και λίγοι την έχουν ταιριάξει έκτοτε». «Ένα ένδοξο παράδειγμα ρομαντισμού με την πιο κλασική λογοτεχνική του έννοια: συναρπαστικό, πληθωρικό και πλούσιο με τους διακοσμημένους τόνους της Αγγλίας του 1300». Αν και επακόλουθες μη μυθιστορηματικές αφηγήσεις της Κάθριν, καθιστούν σαφές ότι οι εικασίες της Seton ήταν εν μέρει και μερικές φορές σημαντικά λανθασμένες, όμως το μυθιστόρημα παρέχει στον αναγνώστη μια αρκετά ακριβή άποψη για τη μεσαιωνική Αγγλία, τη ζωή στα δικαστήρια και τη ζωή των γυναικών τον 14ο αιώνα. Καταφέρνει να συνδυάσει ιστορική ακρίβεια και λογοτεχνική φαντασία, δίνοντας βάθος στους χαρακτήρες και αναδεικνύοντας τη θέση της γυναίκας σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο. Το έργο αγαπήθηκε από αναγνώστες που λαχταρούσαν ρεαλιστική αλλά και ρομαντική ιστορία.

By E.Matiuscenko
Η ιστορία της Ο  (Ανν Ντεκλό) Εκδόθηκε το 1954 με το ψευδώνυμο Pauline Réage, ενώ αργότερα αποκαλύφθηκε η συγγραφέας. Πρόκειται για ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα έργα της μεταπολεμικής λογοτεχνίας, καθώς συνδυάζει αισθησιασμό, ερωτισμό και φιλοσοφία της εξουσίας, τοποθετώντας τον αναγνώστη σε μια περιοχή όπου τα όρια ανάμεσα στην αγάπη, την υποταγή και την καταστροφή θολώνουν. Η πλοκή παρακολουθεί μια γυναίκα γνωστή απλώς ως «Ο», η οποία παραδίδεται ολοκληρωτικά στον εραστή της, Ρενέ, ο οποίος την οδηγεί σε μια μυστική αδελφότητα αφιερωμένη στη σεξουαλική κυριαρχία και υποταγή. Η Ο γίνεται αντικείμενο εκπαίδευσης και πειθαρχίας, δεχόμενη ταπεινώσεις και σωματικές δοκιμασίες, με σκοπό να αποδείξει την αφοσίωσή της και να επιτύχει μια μορφή απόλυτης αυτοθυσίας. Στην πορεία, η ηρωίδα δεν εμφανίζεται απλώς ως θύμα, βιώνει μια μεταμόρφωση, βρίσκοντας στο πένθος και στον πόνο ένα είδος απελευθέρωσης που την καθιστά σχεδόν μυστικιστική φιγούρα.

Το έργο διαβάζεται σε πολλαπλά επίπεδα. Στην επιφάνεια, αποτελεί ένα ερωτικό μυθιστόρημα με σαδομαζοχιστικά στοιχεία, που προκάλεσε σοκ στην εποχή του. Ωστόσο, σε βαθύτερο επίπεδο, θέτει ερωτήματα για τη φύση της αγάπης, την εξουσία μέσα στις ανθρώπινες σχέσεις, και την έννοια της ελευθερίας. Μπορεί μια πράξη απόλυτης υποταγής να θεωρηθεί τελική μορφή ελευθερίας; Μπορεί η εκμηδένιση του εγώ να οδηγήσει σε μια υπέρβαση της ύπαρξης; Αυτές οι προκλήσεις δίνουν στο έργο φιλοσοφική διάσταση, ξεπερνώντας το στενό πλαίσιο του ερωτικού μυθιστορήματος.

Η γλώσσα της Ντεκλό είναι καθαρή, κομψή και σχεδόν αποστασιοποιημένη, γεγονός που εντείνει τη δύναμη των σκηνών. Δεν υπάρχει χυδαιότητα, αλλά μια ψυχρή, τελετουργική καταγραφή, σαν να πρόκειται για ιεροτελεστία. Αυτός ο τόνος κάνει την Ιστορία της Ο μοναδική, εντάσσοντάς την στη μεγάλη παράδοση της γαλλικής λογοτεχνίας που πειραματίζεται με τα όρια της επιθυμίας και του λόγου (από τον ντε Σαντ έως τον Μπατάιγ). Η υποδοχή του βιβλίου ήταν θορυβώδης: καταδικάστηκε για «χυδαιότητα» στη Γαλλία, αλλά ταυτόχρονα απέκτησε τεράστια φήμη, επηρεάζοντας μελλοντικά έργα και ανοίγοντας συζητήσεις για τη σεξουαλική απελευθέρωση και την αυτοδιάθεση του σώματος. Σήμερα θεωρείται όχι μόνο κλασικό έργο ερωτικής λογοτεχνίας, αλλά και πολιτισμικό ορόσημο που άγγιξε θέματα ταμπού της εποχής.

Πινακοθήκη Τέχνης Buronzu. Η μούσα της αφύπνισης
Καλημέρα θλίψη (Φρανσουάζ Σαγκάν) Ο τίτλος προέρχεται από ένα ποίημα του Πολ Ελυάρ. Η μόλις 18χρονη συγγραφέας, έγραψε σε λίγες μόνο εβδομάδες και εξέδωσε το έργο, που έγινε τεράστια επιτυχία και σκανδάλισε κοινό και κριτικούς. Τρεις γυναίκες, δυο άνδρες, ζήλεια, δολοπλοκίες και θάνατος. Της ασκήθηκε έντονη κριτική λόγω «ανηθικότητας». Η εικόνα μιας νεαρής κοπέλας που ελεύθερα και για την καθαρή της ευχαρίστηση καθορίζει τη ζωή της και ζει τη σεξουαλικότητά της χωρίς ανησυχίες ή αισθήματα ενοχής, σοκάρισε.  Η ιστορία ακολουθεί την Σεσίλ, μια έφηβη που περνά τις διακοπές της με τον πατέρα της και την ερωμένη του Έλσα. Όταν ο πατέρας αποφασίζει να ξαναπαντρευτεί με μια σοβαρή και ώριμη γυναίκα, την Άνν -  «μητρική» φιγούρα – η Σεσίλ σχεδιάζει να την απομακρύνει, αλλά το σχέδιο τινάζεται στον αέρα, η Άνν σκοτώνεται σε αυτοκινητιστικό και η Σεσίλ μένει με μια ανεξίτηλη «θλίψη».

Σκιαγραφεί την επιπολαιότητα της νεότητας, τη ρήξη ανάμεσα στην ελευθερία και την ευθύνη, τον εγωισμό και την αγάπη. Η αφήγηση, γεμάτη δροσιά αλλά και κυνισμό, προκάλεσε συζητήσεις για την ηθική, την οικογένεια και τη σεξουαλική ελευθερία. Η Σαγκάν έδωσε φωνή σε μια γενιά που ήθελε να ζήσει χωρίς δεσμεύσεις, αλλά κατέληξε αντιμέτωπη με την «θλίψη» – το τίμημα της ανευθυνότητας; ή το τίμημα της αποξένωσης; Το βιβλίο εισάγει τη γαλλική «νουβέλ βαγκ» με λυρική φόρμα, λιτή γλώσσα και ψυχρή ηθική αμφισβήτηση. Η αντιηρωίδα Σεσίλ γίνεται σύμβολο της μεταπολεμικής απάθειας, ενώ το τέλος λειτουργεί σαν προοίμιο της εμφάνισης του μεταμοντέρνου μυθιστορήματος με «αντί-μαθήματα»

Ο τυχερός Τζιμ (Κίνγκσλεϊ Έιμις) Είναι η σάτιρα που καθιέρωσε τον συγγραφέα και έγινε κλασικό παράδειγμα της «angry young men» λογοτεχνίας στη Βρετανία. Ο ήρωας, Τζιμ νεαρός πανεπιστημιακός που αγωνίζεται να επιβιώσει σε έναν κόσμο γεμάτο υποκρισία, ακαδημαϊκή έπαρση και κοινωνικές συμβάσεις. Δεν αισθάνεται καθόλου τυχερός. Είναι κατώτερος λέκτορας σε ένα άσημο κολέγιο στην επαρχιακή Αγγλία. Η καθημερινότητά του είναι μια λιτανεία από ξεκαρδιστικούς (από τη δική μας οπτική) εξευτελισμούς από τους ανωτέρους - ιδίως του απεχθούς, αλαζονικού καθηγητή Γουέλς - τους μαθητές του και της φίλης του Μάργκαρετ. Μπορεί να είναι ο πιο πικρός χαρακτήρας σε όλη την αγγλική λογοτεχνία. Ο συγγραφέας σίγουρα δημιουργεί την πιο βάναυσα ακριβή περιγραφή ενός looser που γράφτηκε ποτέ. Μια απίστευτα αστεία επίθεση στην υποκρισία και την αυτοεξυπηρέτηση σε όλες τις πολλές και ποικίλες μορφές τους, ο Lucky Jim δημιούργησε ένα ξμεγάλο μέρος της μυθοπλασίας του θυμωμένου νεαρού άνδρα που πεθύμησε αλλά ποτέ δεν συνάντησε τη τύχη.     Με αιχμηρό χιούμορ, ο Έιμις αποκαλύπτει την κενότητα της πανεπιστημιακής ζωής και την αμηχανία μιας γενιάς που δεν βρίσκει ταυτότητα μετά τον πόλεμο. Ο Τζιμ, αδέξιος αλλά ειλικρινής, γίνεται σύμβολο του απλού ανθρώπου που προσπαθεί να τα βγάλει πέρα μέσα σε ένα σύστημα γελοίο και παράλογο. Η πρώτη μεγάλη σάτιρα του «angry young men» λογοτεχνίας που  μετατρέπει το πανεπιστήμιο σε κωμικό πεδίο μάχης, ενώ ο Ντίξον είναι ο αντι-ήρωας που χτυπά το σνομπισμό της βρετανικής ελίτ με απολαυστικό, σαρκαστικό χιούμορ και γλώσσα - κοκτέιλ σοβαροφάνειας και αργκό.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ισχυρά τα κίνητρα για να διαβάσω κάποιο από τις προτάσεις σας‼️