Παρασκευή 18 Απριλίου 2025

Λόρδος Μπάιρον: Απο τον "Μάνφρεντ" στον "Δον Ζουάν"

Φίλιππος Μαργαρίτης Η μούσα Ευτέρπη 1845
Μάνφρεντ (1817) Είναι δραματικό ποίημα που συνδυάζει το γοτθικό στοιχείο με τον ρομαντισμό και θεωρείται χαρακτηριστικό δείγμα του λεγόμενου “μπυρωνικού ήρωα”. Ο πρωταγωνιστής, ο Μάνφρεντ, είναι μια μεγαλοφυής αλλά βασανισμένη ψυχή, γεμάτη ενοχές για ένα μυστικό παρελθόν, πιθανόν συνδεδεμένο με μια ερωτική και συγχρόνως απαγορευμένη σχέση με την Άσταρτη. Ζει απομονωμένος στις Άλπεις και στρέφεται στη μαγεία για να επικαλεστεί πνεύματα και υπερφυσικές δυνάμεις, αναζητώντας τη λήθη και την απελευθέρωση από τα βάρη της μνήμης του. Ωστόσο, καμία δύναμη δεν μπορεί να τον σώσει· η μόνη λύση είναι η προσωπική του εσωτερική δύναμη και η τελική αποδοχή της μοίρας.

Η λογοτεχνική σημασία του έργου είναι διπλή. Αφενός, εντάσσεται στη ρομαντική παράδοση του «υπερβατικού ήρωα», ο οποίος απορρίπτει θρησκευτικούς και κοινωνικούς περιορισμούς, επιμένοντας στην προσωπική του ελευθερία και στην αυτοδιάθεση. Αφετέρου, το ποίημα φέρει έντονα τα ίχνη της προσωπικής ζωής του Μπάιρον, αντανακλώντας τα σκάνδαλα, την ενοχή και την αίσθηση αποξένωσης που τον συνόδευαν. Η γλώσσα είναι υψιπετής, γεμάτη εικόνες από τη φύση και από μυστικιστικές οντότητες, ενώ το σκηνικό των Άλπεων προσδίδει μια αίσθηση μεγαλείου και τραγικής μοναξιάς. Ο Μάνφρεντ δεν είναι θεατρικό για τη σκηνή, αλλά μάλλον ποιητική τραγωδία για ανάγνωση, που δείχνει τη ρομαντική αγωνία του ανθρώπου απέναντι στο άπειρο, στην ενοχή και στον θάνατο.

Δον Ζουάν (1819) Είναι ένα σατιρικό έπος που έμεινε ανολοκλήρωτο, αλλά αποτελεί ένα από τα πιο φιλόδοξα έργα του Μπάιρον. Σε αντίθεση με την παραδοσιακή εικόνα του μοιραίου γυναικοκατακτητή, εδώ ο ήρωας παρουσιάζεται μάλλον παθητικός: θύμα των περιστάσεων και της γοητείας των γυναικών, παρά ενεργός πειραστής. Η αφήγηση, σε δώδεκα καντό, παρακολουθεί τις περιπέτειές του από την Ισπανία έως την Κωνσταντινούπολη και τη Ρωσία, γεμάτες έρωτα, εξορία, πόλεμο και ειρωνεία απέναντι στην κοινωνία.

Η λογοτεχνική σημασία του Δον Ζουάν έγκειται κυρίως στη σάτιρά του. Ο Μπάιρον αξιοποιεί την ηρωική οκτάστιχη μορφή (ottava rima) για να εναλλάσσει ανάμεσα στην αφήγηση και στα ειρωνικά σχόλια του αφηγητή, δημιουργώντας έναν αυτοσαρκαστικό, συχνά κωμικό τόνο. Το έργο αποτελεί ένα είδος «καθρέφτη» της ευρωπαϊκής κοινωνίας του 19ου αιώνα, καταγγέλλοντας την υποκρισία, την ανηθικότητα και τις πολιτικές αυθαιρεσίες. Παράλληλα, προβάλλει το φιλελεύθερο πνεύμα του Μπάιρον και τον αντικομφορμιστικό του χαρακτήρα.

Σημαντικό είναι ότι ο Δον Ζουάν ξεπερνά το στερεότυπο του ρομαντικού ήρωα και εισάγει μια πιο πολύπλοκη μορφή, όπου η ειρωνεία και το χιούμορ λειτουργούν εξίσου με τον λυρισμό και την ηρωική αφήγηση. Έτσι, το έργο όχι μόνο διασκεδάζει, αλλά και σχολιάζει με διεισδυτικότητα την ανθρώπινη φύση και την κοινωνία.

Τα δυο έργα εκπροσωπούν διαφορετικές όψεις της ποιητικής δημιουργίας του Μπάιρον, αλλά και δύο διαστάσεις του ρομαντικού πνεύματος.

Στον Μάνφρεντ δεσπόζει η τραγικότητα και η εσωτερική αγωνία. Ο ήρωας είναι ένα μοναχικό πνεύμα, «καταραμένος», που ζει στην απομόνωση και αναζητεί μέσα από το υπερφυσικό λύτρωση από την ενοχή και τη μνήμη. Το έργο είναι σκοτεινό, γεμάτο μεταφυσικούς στοχασμούς, με τη φύση (Άλπεις, καταιγίδες, άβυσσοι) να αντανακλά την εσωτερική του πάλη. Ο Μπάιρον εδώ επεξεργάζεται το αρχέτυπο του «μπυρωνικού ήρωα»: ανυπότακτος, αλαζονικός, αλλά και βαθιά τραγικός.

Αντίθετα, ο Δον Ζουάν σπάει αυτό το σοβαρό και βαρύ ύφος. Ενώ παραμένει επικό σε έκταση και θεματολογία, ο τόνος του είναι σατιρικός και παιγνιώδης. Ο ήρωας δεν είναι πανίσχυρος και απόμακρος όπως ο Μάνφρεντ, αλλά μάλλον ευάλωτος, συχνά γελοιοποιημένος από τις ίδιες του τις εμπειρίες. Αντί για την υπερφυσική αγωνία, εδώ κυριαρχεί η κοινωνική σάτιρα, ο αυτοσαρκασμός και η ειρωνεία απέναντι σε θεσμούς, πολιτική και έρωτα. Ο Μπάιρον παίζει με το κλασικό μοτίβο του μοιραίου εραστή, μετατρέποντάς το σε όχημα κοινωνικής κριτικής.

Κοινό σημείο και των δύο έργων είναι η παρουσία του ίδιου του Μπάιρον μέσα στους ήρωες: στον Μάνφρεντ αναγνωρίζουμε την ενοχή, τον ρομαντικό εγωισμό και τη μοναξιά που χαρακτήριζαν τον ποιητή, ενώ στον Δον Ζουάν βλέπουμε το πνεύμα του σαρκασμού, της ελευθεριότητας και της αντίθεσης σε κάθε κοινωνικό περιορισμό. Έτσι, τα δύο έργα λειτουργούν συμπληρωματικά: το ένα δείχνει τη σκοτεινή, τραγική πλευρά της ανθρώπινης ύπαρξης, ενώ το άλλο φωτίζει με χιούμορ και σάτιρα την αδυναμία και την ειρωνεία της ζωής.

Από λογοτεχνική άποψη, ο Μάνφρεντ θεωρείται πιο κοντά στην ποιητική τραγωδία και στον γερμανικό ρομαντισμό (π.χ. Γκαίτε), ενώ ο Δον Ζουάν εισάγει μια πιο «μοντέρνα» οπτική, που συνδυάζει το έπος με την παρωδία, ανοίγοντας τον δρόμο για σατιρικές συνθέσεις του 19ου αιώνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: