Τετάρτη 28 Μαΐου 2025

Ταξιδέψτε (Απόστολου Δασκαλόπουλου)


Ταξιδέψτε
Με τραίνα, πλοία, αεροπλάνα
Στη φαντασία και στα όνειρά σας...
Ταξιδέψτε
Στην άκρη του κόσμου
Στα Ψηλοτερα ύψη του
Στα βαθύτερα βάθη του
Στα μακρινά του αστέρια
Στους μακρινούς ουρανούς
Στο απέναντι πεζοδρόμιο
Στο διπλανό διαμέρισμα
Ταξιδέψτε
Μικρά ή μεγάλα ταξίδια,
Ταξιδέψτε
Δίχως σταματημό γιατί η ζωή
δεν έχει γυρισμό 

Τρίτη 27 Μαΐου 2025

Τριών χαϊκού ακολουθία (Δ.Βασιλείου)

 

1

Βάρκα ο πόνος

χωρίς πανί και ξάρτι.

Που θα με βγάλει;

 

2

Φάρο δεν βλέπω.

Της ψυχής μου η φλόγα

τώρα μ’ οδηγεί.

 

3

Μένω στη βάρκα!

Ότι πονώ κι’ αγαπώ

ζωή προσμένει.

 

 

25.09.2018, Ασχαμπάντ

Δευτέρα 26 Μαΐου 2025

Προτάσεις ανάγνωσης (221- 233) έργων δημοσιευμένων 1892-1900

Λος Αντζελες 1937
«Είναι οι αφυπνιστές. Το τι κάνετε με τη μικροζωή σας δεν τους απασχολεί. Αυτό που κάνεις με τη ζωή σου αφορά μόνο εσένα, φαίνεται να λένε. Εν ολίγοις, ο μόνος τους σκοπός εδώ στη γη είναι να εμπνέουν. Και τι άλλο να ζητήσει κανείς από έναν άνθρωπο εκτός από αυτό;» Χένρι Μίλερ (1891-1980)                                              

221.              Οι Υφαντές (Γκέρχαρτ Χάουπτμαν – 1892) Πραγματεύεται την ιστορία της εξέγερσης των υφαντών στην περιοχή της Σιλεσίας, βασισμένη σε αληθινά γεγονότα του 1844. Μέσα από τη δραματική παρουσίαση της φτώχειας και της εκμετάλλευσης των εργατών, αναδεικνύει τις κοινωνικές ανισότητες και τη σφοδρότητα των ταξικών συγκρούσεων. Το έργο είναι γεμάτο με κοινωνική και πολιτική κριτική, εστιάζοντας στις συνθήκες ζωής των εργατών. Ο κεντρικός χαρακτήρας του έργου είναι ο λαός, του οποίου οι χαρακτήρες αποδίδονται στην πρώτη πράξη: υπάρχει μια ευρεία περιγραφή, που απεικονίζει μια ζωντανή εικόνα του κοινωνικού περιβάλλοντος στο οποίο εκτυλίσσεται ο αγώνας. Ταυτόχρονα, οι χαρακτήρες που εισέρχονται σε αυτή την πάλη σκιαγραφούνται με σαφήνεια. Ο νεαρός υφαντής Μπέκερ, διαθέτοντας θάρρος και αίσθημα ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αμφισβητεί τον κατασκευαστή Ντράισιγκερ. Η αντίθεσή τους αποκαλύπτει την κύρια σύγκρουση του έργου. Εδώ σκιαγραφείται η αρχική κατάσταση, η οποία θα επιλυθεί αργότερα. Ο Μπέκερ ξεσκεπάζει τον κατασκευαστή, που κερδίζει από τον ιδρώτα και το αίμα των υφαντών, και ο Ντράισιγκερ καταφεύγει στη δημαγωγία, προσπαθώντας να εμφανιστεί ως ευεργέτης των εργατών. Ο θεατρικός συγγραφέας συμπληρώνει και ενισχύει την εξωτερική σύγκρουση με μια εσωτερική σύγκρουση. Αυτό ισχύει και για χαρακτήρες όπως ο Μπάουμερτ και ο Γκίλζε. Η εικόνα του γέρου Μπάουμερτ και πολλών άλλων χαρακτήρων αναπτύσσεται δυναμικά σε όλο το έργο, γεγονός που ξεχωρίζει τους Υφαντές από ένα στατικό φυσιοκρατικό «δράμα καταστάσεων».

222.              Κάτω από το ζυγό (Ιβάν Βάζοφ – 1894)  Οι περιπέτειες του Ιβάν Πράλιτς, ενός φανταστικού πατριώτη, ο οποίος δραπετεύει από τις τουρκικές φυλακές, οργανώνει μια επαναστατική οργάνωση, ερωτεύεται την όμορφη Ράντα, προδίδεται από ένα δήθεν φίλο και ανακαλύπτονται τελικά κι αυτός και η Ράντα σε έναν ερειπωμένο μύλο και μετά από ηρωική αντίσταση υποκύπτουν μη χάνοντας όμως την ελπίδα μιας απελευθερωμένης πατρίδας. Το έργο γράφτηκε στη Μονή Λοπούσαν και αντανακλά την ταραγμένη εποχή του απελευθερωτικού αγώνα του βουλγαρικού λαού ενάντια στην τουρκική κυριαρχία. Στη πλοκή του μυθιστορήματος είναι η ήττα της εξέγερσης του Σρεντνογκόρσκ το 1876. Σε αυτό το έργο, ο Βάζοφ κατάφερε να ζωγραφίσει μια ζωντανή εικόνα της ζωής στη Βουλγαρία κατά την εποχή πριν την απελευθέρωσή της. Εδώ απεικόνισε τόσο τους εκπροσώπους της επαναστατικής και της μεταρρυθμιστικής πτέρυγας στο επαναστατικό κίνημα, όσο και τις σχέσεις μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών ομάδων. Με ιδιαίτερη αγάπη και με αρκετή λεπτομέρεια, ο Βάζοφ απεικονίζει τη ζωή του «τσορμπατζή» Μάρκου, τον οποίο ο ήρωας του μυθιστορήματος έπεισε να ταχθεί με την επανάσταση.

Francisco Ribeiro_Portugal
223.              Έφη Μπριστ (Τέοντορ Φοντάνε – 1895)  Η δεκαεπτάχρονη Έφη Μπριστ, κόρη ενός Γερμανού αριστοκράτη, παντρεύεται τον 38χρονο βαρόνο Γκέερτ φον Ίνστετεν, ο οποίος πριν από χρόνια φλέρταρε με τη μητέρα της Λουίζ αλλά απορρίφθηκε από αυτήν για την κοινωνική του θέση, την οποία όμως τώρα έχει βελτιώσει. Είναι η γερμανική παραλλαγή στο θέμα της μοιχείας και θεματικά συγκρίνεται με άλλα μυθιστορήματα του 19ου αιώνα, όπως η Άννα Καρένινα και η Μαντάμ Μποβαρύ. Το μυθιστόρημα βασίζεται σε μια πραγματική ιστορία που συνέβη στο Ντίσελντορφ το 1886. Η Ελίζαμπεθ παντρεμένη με τον αξιωματικό Αρμάντ φον Άρντεν (1848-1919), και οι δύο από την παλιά αριστοκρατία του Βρανδεμβούργου, ξεκίνησε μια σχέση με τον φίλο του δικηγόρο Εμίλ Χάρτβιτς. Όταν ο σύζυγος ανακάλυψε τη σχέση από την αλληλογραφία τους, κατέθεσε αίτηση διαζυγίου και προκάλεσε τον εραστή σε μονομαχία - ο Χάρτβιτς πέθανε λίγες μέρες αργότερα από τα τραύματά του. Ο Άρντεν καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση αλλά η ποινή του μειώθηκε και αφέθηκε ελεύθερος μετά από μόλις 18 ημέρες στη φυλακή. Το διαζύγιο το 1887 του έδωσε την πλήρη επιμέλεια των παιδιών τους. Παρόλο που υπάρχουν αρκετοί παραλληλισμοί μεταξύ των χαρακτήρων του μυθιστορήματος και των πραγματικών προσώπων, ο συγγραφέας φρόντισε να τροποποιήσει πολλές λεπτομέρειες για να μην εκθέσει την ιδιωτική ζωή των εμπλεκομένων, καθώς οι φον Άρντεν ζούσαν την εποχή της δημοσίευσης. Οι τροποποιήσεις χρησίμευσαν επίσης για να τονιστεί η τραγική μοίρα της Έφης και η κοινωνική κριτική που συνδέεται με αυτήν. Μια σημαντική διαφορά είναι το τέλος των δύο ιστοριών: ενώ η Έφη ζει μια πολύ απομονωμένη ζωή μετά τον χωρισμό της και πεθαίνει σε νεαρή ηλικία, η Ελίζαμπεθ φον Άρντεν εργάστηκε σαν νοσοκόμα μετά τον χωρισμό της και πέθανε σε ηλικία 99 ετών. «Από μια βιβλιοθήκη με μυθιστορήματα διαλεγμένα με τ' αυστηρότερα κριτήρια, κι αν ακόμα περιοριζόταν κανείς σε μια δωδεκάδα βιβλία, σε δέκα, σε έξι - απ' αυτήν δεν θα επιτρεπόταν να λείπει». (Τόμας Μαν - 1919).

224. Η μηχανή του χρόνου (Χ. Τζ. Γουέλς – 1895) Ένα ταξίδι στο μέλλον που αποκαλύπτει την παρακμή της ανθρωπότητας, με στοχασμούς για την κοινωνική εξέλιξη, τον χρόνο και τον θάνατο. Ο Γουέλς που δεν θεωρούσε την ιδέα μιας χρονομηχανής επιστημονική, όρισε το μυθιστόρημα και τα άλλα πρώιμα μυθιστορήματά του ως «άσκηση φαντασίας». Σύμφωνα με τη γενική άποψη των λογοτεχνικών μελετητών, η Μηχανή του Χρόνου συνελήφθη ως μια σκέψη του Γουέλς, ενός πεπεισμένου σοσιαλιστή που προερχόταν από τους φτωχούς εργαζόμενους, πάνω στην τύχη του πολιτισμού, ως μια προειδοποίηση για το πού θα μπορούσε να οδηγήσει η ταξική πάλη μεταξύ των καταπιεσμένων τάξεων των εργατών (των μελλοντικών Μόρλοκ) και της σκληρής και παρασιτικής «ελίτ» (των μελλοντικών Ελόι). Σύμφωνα με τον Γεβγκένι Ζαμιάτιν, «[Ο Γουέλς] βλέπει το μέλλον μέσα από την αδιαφανή κουρτίνα του σήμερα. Δεν υπάρχει μυστικισμός εδώ, αλλά λογική, αλλά μόνο λογική που είναι πιο τολμηρή, πιο εκτεταμένη από το συνηθισμένο». Οι λογοτεχνικοί μελετητές πιστεύουν ότι ο νεαρός Γουέλς επηρεάστηκε σημαντικά από τις θεωρίες του ζωολόγου Έντουιν Ρέι Λάνκεστερ σχετικά με τον «κοινωνικό εκφυλισμό» και το μυθιστόρημα του Έντουαρντ Μπούλβερ-Λίτον «Η Επερχόμενη Φυλή». «Σε όλα μου τα έργα», είπε ο Wells, «έχω γράψει για την αλλαγή της ζωής και για τους ανθρώπους που σκέφτονται πώς να την αλλάξουν. Ποτέ δεν «έπαιξα απλώς τη ζωή». Ακόμα και στα πιο αντικειμενικά βιβλία που έχω γράψει, υπάρχει κρυφή κριτική στη νεωτερικότητα και μια έκκληση για αλλαγή». Η κοινωνία διαιρώντας τους ανθρώπους σε τάξεις εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων, αποδεικνύεται εχθρική προς την ίδια την ανθρώπινη φύση. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι οξείες κοινωνικές πτυχές του μυθιστορήματος δεν αντικατοπτρίστηκαν σε καμία από τις κινηματογραφικές του διασκευές.                         

225. Ο Γλάρος (Αντόν Τσέχοφ  - 1896) Όταν ξεκίνησε το έργο, ο Τσέχοφ έγραψε στον Α. Σ. Σουβόριν: «Μπορείτε να φανταστείτε, γράφω ένα θεατρικό έργο, το οποίο θα τελειώσω <…> πιθανώς όχι νωρίτερα από τα τέλη Νοεμβρίου. Το γράφω όχι χωρίς ευχαρίστηση, αν και λέω τρομερά ψέματα ενάντια στις συνθήκες της σκηνής. Κωμωδία, τρεις γυναικείοι ρόλοι, έξι ανδρικοί, τέσσερις πράξεις, τοπίο (θέα στη λίμνη), πολλή κουβέντα για τη λογοτεχνία, λίγη δράση, πέντε πούντα αγάπης». Με τον «Γλάρο» εγκαινιάστηκε η ιδιότυπη σύνθεση της τσεχοφικής δραματουργίας, όπου τη θέση τού έως τότε καθιερωμένου "κεντρικού ήρωα-ηρωίδας" παίρνει ένας όμιλος προσώπων, μια μικρή κοινωνία, με μοιρασμένη ανάμεσά τους τη δράση. Το ύφος του έργου είναι μικτό, μοιράζεται ανάμεσα στο δράμα και στην κωμωδία, αν και ο συγγραφέας το κατάτασσε στη δεύτερη. Θίγει τις σχέσεις, τα κίνητρα, την ψυχολογία και τις διεκδικήσεις ανθρώπων που αγαπούν, υπηρετούν ή θέλουν να υπηρετήσουν την τέχνη μέσω της συγγραφής και του θεάτρου. Γύρω τους περιστρέφονται οι άνθρωποι της καθημερινότητας που προσπαθούν να ξεπεράσουν τα αδιέξοδα της ζωής τους. Η Νίνα είναι η μοιραία πλούσια κόρη τσιφλικά.                                                                                                

226.   Ο αόρατος άνθρωπος   (Χ. Τζ. Γουέλς – 1897) Στην Ελλάδα, αποσπάσματα πρωτοδημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα Άστυ το 1901, ανώνυμα τότε, και όπως αποδείχθηκε σχεδόν ένα αιώνα αργότερα, σε μετάφραση του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη,. Ο ήρωας, επιστήμονας Χημείας, ανακαλύπτει τη συνταγή που θα τον κάνει αόρατο. Τη δοκιμάζει με επιτυχία και για λίγο κυκλοφορεί πότε αόρατος και πότε μεταμφιεσμένος με επιδέσμους, γυαλιά και γάντια ανάμεσα στους συνανθρώπους του. Κάποια στιγμή όμως ανακαλύπτει ότι δεν μπορεί να γίνει ξανά ορατός, κάτι που τον οδηγεί στην τρέλα και τελικά στο θάνατο.                                                                                      

227.   Δράκουλας (Μπραμ Στόκερ – 1897) Από τυπική άποψη, είναι ένα επιστολικό μυθιστόρημα: η αφήγηση αποτελείται από επιστολές και ημερολογιακές καταχωρίσεις, γεγονός που της προσδίδει μεγαλύτερη αληθοφάνεια και «ντοκουμενταρισμένο χαρακτήρα». Όσον αφορά το περιεχόμενο, το μυθιστόρημα συνήθως αποδίδεται στη γοτθική λογοτεχνική παράδοση, η οποία αργότερα έγινε γνωστή ως «λογοτεχνία τρόμου». Ο Στόκερ, για να γράψει τον Δράκουλα, μελέτησε κι εμπνεύστηκε από άλλα έργα με βρικόλακες και από τις Δεισιδαιμονίες Τρανσυλβανίας της Έμιλι Γκέραρντ. Οι λογοτεχνικοί κριτικοί έχουν αναλύσει πολλές εκλεπτυσμένες ψυχολογικές και συμβολικές ερμηνείες του μυθιστορήματος και της κεντρικής του εικόνας. Αρκετά συχνά, ο ξένος (επισκέπτης ή μη) θεωρείται ως η ενσάρκωση απαγορευμένων επιθυμιών, ιδιαίτερα ομοφυλοφιλικών, που καταπιέζονταν από τη βικτωριανή ζωή. Ο Στόκερ απεικόνισε τον βαμπιρισμό ως ασθένεια (μια μεταδοτική δαιμονική ιδιότητα), συνδυάζοντας θέματα όπως το σεξ, το αίμα και ο θάνατος, τα οποία ήταν σε μεγάλο βαθμό ταμπού στη βικτωριανή Βρετανία. Ο Βρετανός καθηγητής Πίτερ Λόγκαν έχει σημειώσει ότι ο Δράκουλας εκφράζει «την αυξανόμενη δυσαρέσκεια της βικτωριανής μεσαίας τάξης απέναντι στις προνομιούχες ανώτερες τάξεις που ζούσαν εις βάρος της υπόλοιπης κοινωνίας» και ότι «η Βρετανία, ως η μεγαλύτερη αποικιακή δύναμη στην ιστορία, ήταν η επιτομή ενός γεωπολιτικού βαμπίρ που ρούφηξε τους πιο πολύτιμους πόρους από τις αποικίες της».                                                   

228.  Ο Πόλεμος των Κόσμων (Χ. Τζ. Γουέλς – 1898)    Το μυθιστόρημα έχει ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως ως σχόλιο πάνω στην εξελικτική θεωρία, τον Βρετανικό Ιμπεριαλισμό και γενικά τους φόβους και τις προκαταλήψεις της εποχής εδραίωσης της βιομηχανικής κοινωνίας. Αναφέρεται σε ένα πιθανό μέλλον και απευθύνει προειδοποίηση κατά της υπερεκτίμησης της νοημοσύνης, σε βάρος άλλων ανθρώπινων χαρακτηριστικών. Το όραμα για έναν ολοκληρωτικό πόλεμο χωρίς ηθικούς φραγμούς, δεν ελήφθη σοβαρά υπόψη από τους αναγνώστες, όμως οι δυο μεγάλοι πόλεμοι που ακολούθησαν το επιβεβαίωσαν. Γράφτηκε σε δημοσιογραφικό ύφος, σαν ένας πραγματικός απολογισμός μίας εισβολής, γεγονός που συμβάλει στο να καταστεί εύλογη και πιστευτή η ιστορία του. Οι επικεφαλίδες των κεφαλαίων είναι επίσης παρόμοιες με πρωτοσέλιδα εφημερίδων. Ο αφηγητής είναι ένας μεσαίας τάξης δημοσιογράφος, που ζει νοτιοδυτικά του Λονδίνου, χαρακτηριστικά που τον κάνουν να μοιάζει πολύ με τον ίδιο τον Γουέλς την εποχή που έγραφε το έργο. Ο αφηγητής περιγράφει τα περισσότερα γεγονότα ως παρατηρητής από πρώτο χέρι, συχνά με ακρίβεια και επιστημονική λεπτομέρεια, αλλά αναφέρει επίσης γεγονότα που του εξιστόρησε ο νεότερος αδελφός του, για να δώσει μία ευρύτερη εικόνα της εισβολής. Θεωρείται το πρώτο που εισάγει το θέμα μιας εισβολής εχθρικών εξωγήινων από έναν άλλο πλανήτη, το οποίο έγινε εξαιρετικά δημοφιλές στην παγκόσμια επιστημονική φαντασία του 20ού αιώνα. Το έργο σκιαγραφεί με μαεστρία ένα πανόραμα χαρακτήρων και την αντίδραση του ανθρώπινου ατόμου στην ψυχρή και αναίσθητη απειλή της εξωγήινης εισβολής. Ο συγγραφέας θέτει θεμελιώδη ερωτήματα σχετικά με το πού μπορεί να οδηγήσει η μονόπλευρη τεχνολογική εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας, ερωτήματα που όχι μόνο έχουν διατηρήσει τη σημασία τους μέχρι σήμερα αλλά έχουν διευρυνθεί και αποκτήσει κρίσιμο περιεχόμενο με την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης.     

Photo by Mayia Terina
229.  Η καρδιά του σκότους (Τζόζεφ Κόνραντ – 1899) Κριτική της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας στην Αφρική, ενώ παράλληλα εξετάζει τα θέματα της δυναμικής της εξουσίας και της ηθικής. Αν και ο Κόνραντ δεν κατονομάζει τον ποταμό στον οποίο διαδραματίζεται το μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης, τη στιγμή της συγγραφής, το Ελεύθερο Κράτος του Κονγκό —η τοποθεσία του μεγάλου και οικονομικά σημαντικού ποταμού Κονγκό— ήταν ιδιωτική αποικία του βασιλιά Λεοπόλδου Β' του Βελγίου. Κεντρικό στοιχείο στο έργο του Conrad είναι η ιδέα ότι υπάρχει μικρή διαφορά μεταξύ των «πολιτισμένων ανθρώπων» και των «άγριων». Το Heart of Darkness σχολιάζει σιωπηρά τον ιμπεριαλισμό και τον ρατσισμό. Το σκηνικό της νουβέλας παρέχει το πλαίσιο για την ιστορία του ήρωα, για τη γοητεία του για τον πετυχημένο έμπορο ελεφαντόδοντου Κουρτς. Ο Κόνραντ κάνει παραλληλισμούς μεταξύ του Λονδίνου («η μεγαλύτερη πόλη στη γη») και της Αφρικής ως μέρη του σκότους. Επιστρέφοντας στην Ευρώπη, ο Μάρλοου είναι πικραμένος και περιφρονητικός για τον «πολιτισμένο» κόσμο. Αρκετοί έρχονται να πάρουν τα έγγραφα που του εμπιστεύτηκε ο Κουρτς, αλλά ο Μάρλοου τα παρακρατεί ή προσφέρει έγγραφα που ξέρει ότι δεν τους ενδιαφέρουν. Δίνει την αναφορά του Κουρτς σε έναν δημοσιογράφο, για δημοσίευση, αν το κρίνει σκόπιμο. Ο Μάρλοου μένει με μερικές προσωπικές επιστολές και μια φωτογραφία της αρραβωνιαστικιάς του Κουρτς. Όταν την επισκέπτεται, εκείνη είναι σε βαθύ πένθος, αν και έχει περάσει περισσότερο από ένας χρόνος από τον θάνατο του Κουρτς. Πιέζει τον Μάρλοου για πληροφορίες, ζητώντας του να επαναλάβει τα τελευταία λόγια του Κουρτς. Ο Μάρλοου της λέει ψέμα ότι η τελευταία λέξη του Κουρτς ήταν το όνομά της.

230.  Η κυρία με το σκυλάκι (Αντόν Τσέχοφ – 1899)    Αναφέρεται σε μια εξωσυζυγική σχέση που ξεκινά σαν μια απλή ερωτική περιπέτεια κατά τη διάρκεια διακοπών στη Γιάλτα και εξελίσσεται σε ένα αληθινό πάθος. «Και οι δυο τους συνειδητοποίησαν, ότι το τέλος είναι ακόμα πολύ μακριά και το πιο δύσκολο και περίπλοκο μέρος της ιστορίας τους μόλις άρχιζε». Η ιστορία αντανακλά τις μεταβαλλόμενες στάσεις και αξίες της ρωσικής κοινωνίας στα τέλη του 19ου αιώνα και θεωρείται αριστούργημα της σύγχρονης διηγηματικής γραφής, ένα από τα πιο διάσημα έργα του Τσέχοφ.

Πίνακας της Ρούλα Ντούλη-Αλεξιου (Χίος- Χαλκίδα)
231. Τα χρυσά βουνά (Λεοπόλντο Λουγκόνες – 1900) Συλλογή ποιημάτων που ενσωματώνει στοιχεία του μύθου, της φύσης και του συμβολισμού, αντλώντας σε μεγάλο βαθμό από τις ευρωπαϊκές λογοτεχνικές παραδόσεις, ενώ ενσωματώνει επίσης στοιχεία του πολιτισμού και του τοπίου της Αργεντινής. Καταπιάνεται επίσης με τον ρόλο του καλλιτέχνη στην κοινωνία και τις μυστικιστικές ιδιότητες της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ο Lugones συχνά παρουσιάζει την ποίηση ως ένα μέσο υπέρβασης του κόσμου, όπου η ίδια η γλώσσα γίνεται όχημα για να φτάσει κανείς σε υψηλότερα, σχεδόν πνευματικά, βασίλεια. Είναι ένα ποίημα τεράστιων διαστάσεων και υφολογικού πλούτου, που αποτελεί μέρος της συλλογής έργων του Λουγκόνες, αξιοσημείωτων για τη γλωσσική τους πολυπλοκότητα και τη βαθιά εξερεύνηση μεταφυσικών και φιλοσοφικών θεμάτων. Ο Λουγκόνες, με το χαρακτηριστικό του ύφος, συνδυάζει την ακριβή γλώσσα με την πλούσια εικονοποιία, ταξιδεύοντας τον αναγνώστη σε ένα ενδοσκοπικό και οπτικό ταξίδι. Το ποίημα είναι δομημένο σε πολλαπλούς κύκλους, όπου εξερευνώνται διαφορετικές πτυχές της ζωής και της ανθρώπινης φύσης μέσα από μια σειρά συμβολικών εικόνων και εκτεταμένων μεταφορών. Δεν αναφέρεται μόνο σε φυσικές δομές, αλλά και σε υψηλές φιλοδοξίες, όνειρα και κατακτήσεις του ανθρώπινου πνεύματος. Ο Λουγκόνες χρησιμοποιεί αυτή τη μεταφορά για να συζητήσει έννοιες όπως η ομορφιά, η αλήθεια και η τραγωδία της ανθρώπινης ύπαρξης. Η επιρροή του Λουγκόνες στην αργεντίνικη λογοτεχνία και τον λατινοαμερικανικό μοντερνισμό είναι εμφανής στη χρήση της γλώσσας και στη θεματική φιλοδοξία του έργου. Τα Χρυσά Βουνά αντικατοπτρίζουν την ικανότητά του να συνδυάζει τον λυρισμό με την επική αφήγηση, προσφέροντας ένα έργο που προσφέρει αισθητική απόλαυση και πνευματική πρόκληση.         

232.  Λόρδος Τζιμ (Τζόζεφ Κόνραντ – 1900) Προδρομικό έργο του μοντερνισμού, είναι αξιοσημείωτο για τη χρήση διαφορετικών, ένθετων αφηγηματικών προοπτικών. Τα κύρια θέματα προβάλλουν τις δυνατότητες και ευκαιρίες του νεαρού Τζιμ («ήταν ένας από εμάς», λέει ο αφηγητής Μάρλοου), οξύνοντας έτσι το δράμα και την τραγωδία της πτώσης του, τον επακόλουθο αγώνα του να εξιλεωθεί, και τις περαιτέρω νύξεις του συγγραφέα ότι τα προσωπικά ελαττώματα του χαρακτήρα σχεδόν σίγουρα θα αναδυθούν εάν υπάρξει ένας κατάλληλος καταλύτης. Ο Κόνραντ, μιλώντας μέσω του χαρακτήρα του Στάιν, αποκάλεσε τον Τζιμ ρομαντική φιγούρα, και πράγματι ο Λόρδος Τζιμ είναι αναμφισβήτητα το πιο ρομαντικό μυθιστόρημα του Κόνραντ. Εκτός από τον λυρισμό της περιγραφικής γραφής του Κόνραντ, το μυθιστόρημα είναι γνωστό για την εκλεπτυσμένη δομή του. Το μεγαλύτερο μέρος του μυθιστορήματος αναπτύσσεται με τη μορφή μιας ιστορίας που διηγείται ο Μάρλοου σε μια ομάδα ακροατών, και το συμπέρασμα παρουσιάζεται με τη μορφή μιας επιστολής από τον Μάρλοου. Μέσα στην αφήγηση του Μάρλοου, άλλοι χαρακτήρες αφηγούνται επίσης τις δικές τους ιστορίες σε ένθετο διάλογο. Έτσι, τα γεγονότα στο μυθιστόρημα περιγράφονται από διάφορες οπτικές γωνίες, και συχνά εκτός χρονολογικής σειράς. Ο αναγνώστης αφήνεται να σχηματίσει μια εντύπωση για την εσωτερική ψυχολογική κατάσταση του Τζιμ από αυτές τις πολλαπλές εξωτερικές οπτικές γωνίες. Μερικοί κριτικοί υποστηρίζουν ότι αυτό είναι αδύνατο και ότι ο Τζιμ πρέπει να παραμείνει για πάντα ένα αίνιγμα, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι υπάρχει μια απόλυτη πραγματικότητα, που ο αναγνώστης μπορεί να αντιληφθεί και ότι οι πράξεις του Τζιμ μπορούν να κριθούν ηθικά. Υπάρχει επίσης μια ανάλυση που δείχνει στο μυθιστόρημα ένα σταθερό μοτίβο νοήματος και μια έμμεση ενότητα, που ο Κόνραντ είπε ότι έχει το μυθιστόρημα. Είναι «η ανάπτυξη μιας κατάστασης, μόνο μίας στην πραγματικότητα, από την αρχή μέχρι το τέλος». Ένα τελικό ερώτημα διαπερνά το μυθιστόρημα και βοηθά στην ενοποίησή του: αν το «καταστροφικό στοιχείο» που είναι το «πνεύμα» του Σύμπαντος έχει πρόθεση - και, πέρα ​​από αυτό, κακόβουλη πρόθεση - προς οποιοδήποτε συγκεκριμένο άτομο ή είναι, αντίθετα, αμερόληπτο και αδιάφορο. Ανάλογα (ως επακόλουθο) με την απάντηση σε αυτό το ερώτημα διαμορφώνεται και ο βαθμός υπευθυνότητας του κάθε ατόμου για τις πράξεις του. Και αλλιώτικες απαντήσεις στο ερώτημα ή το επακόλουθό του δίνονται από τους διάφορους χαρακτήρες του έργου. 

233. Η ερμηνεία των ονείρων (Σίγκμουντ Φρόιντ – 1900) Παρουσιάζει μια θεωρία του ασυνείδητου και του συμβολισμού των ονείρων, εξερευνά το νόημα των ονείρων και τη σύνδεσή τους με καταπιεσμένες επιθυμίες. Το βασικό θέμα είναι η διερεύνηση του ονείρου ως εκπλήρωση μίας επιθυμίας. Βασική του θέση ήταν ότι το όνειρο (ακόμη και οι εφιάλτες) αποτελεί πάντοτε την εκπλήρωση μιας συνειδητής ή ασυνείδητης επιθυμίας, η έκφραση της οποίας όμως είτε παρουσιάζεται ως έχει (συνειδητή) είτε λογοκρίνεται από τον εγκέφαλο πριν γίνει συνειδητή και παραμορφώνεται με διάφορους μηχανισμούς, όπως η μετάθεση και η χρήση συμβόλων. Το βιβλίο αγνοήθηκε για περίπου μία δεκαετία, πριν αρχίσει να αναγνωρίζεται η αξία του, περίοδο κατά την οποία εμφανίστηκαν λίγες και ως επί το πλείστον περιφρονητικές κριτικές. Είχε βαθιά επιρροή στη λογοτεχνική θεωρία, ειδικά στους τομείς της γραφής ροής της συνείδησης και της ψυχαναλυτικής κριτικής. Οι ζωηρές περιγραφές για τις ονειρικές εικόνες και η εξερεύνηση του ασυνείδητου νου έχουν απήχηση σε λογοτεχνικά έργα, ιδιαίτερα εκείνα που αφορούν τους συμβολισμούς, τα φροϋδικά ολισθήματα και την εσωτερική ζωή των χαρακτήρων. Οι θεωρίες του για την καταστολή και την εκπλήρωση επιθυμιών έχουν επηρεάσει πολλούς λογοτέχνες.

Κυριακή 25 Μαΐου 2025

Αυτό που ονομάζουμε πολιτισμό (Robert Noonan)

«Αυτό που ονομάζουμε πολιτισμό - η συσσώρευση γνώσης που μας έχει φτάσει από τους προγόνους μας - είναι ο καρπός χιλιάδων ετών ανθρώπινης σκέψης και μόχθου. Δεν είναι αποτέλεσμα της εργασίας των προγόνων οποιασδήποτε ξεχωριστής τάξης ανθρώπων που υπάρχουν σήμερα και, ως εκ τούτου, αποτελεί δικαιωματικά την κοινή κληρονομιά όλων. Κάθε μικρό παιδί που γεννιέται στον κόσμο, ανεξάρτητα από το αν είναι έξυπνο ή βαρετό, αν είναι σωματικά τέλειο ή κουτσό ή τυφλό. ανεξάρτητα από το πόσο μπορεί να υπερέχει ή να υστερεί από τους συνανθρώπους του σε άλλες απόψεις, σε ένα πράγμα τουλάχιστον είναι ίσο τους - είναι ένας από τους κληρονόμους όλων των εποχών που έχουν περάσει» (Οι φιλάνθρωποι με τα σχισμένα παντελόνια - 1914)

Πέμπτη 22 Μαΐου 2025

Ήταν καινούργια τότε η παλιά μας γειτονιά ! (της Τόνιας Μάκρα, δημοσιογράφου)

Με την απόσταση του χρόνου στρέφω το βλέμμα στην γειτονιά των παιδικών μας χρόνων που ξεκινά από την Λεωφόρο Χαϊνα και εκτείνεται έως το Κουρέντι και τις υπόλοιπες βόρειες παραλίες της πόλης μας.  Τότε που στις εκτάσεις του πρώην κτήματος Στεργίου με το πλούσιο πορτοκαλεώνα μόλις είχανε ξεκινήσει να χτίζονται τα πρώτα μονώροφα σπίτια.  Σήμερα  πυκνοκατοικημένη  πλέον η συνοικία έχει αναδειχθεί στο νέο εμπορικό και οικονομικό κέντρο της Χαλκίδας ενώ συγκροτήματα   κατοικιών  υψώνονται σε όλους τους δρόμους και ‘αγκαλιάζουν' ασφυκτικά τη θάλασσα.  Ωστόσο για εμάς τα πρώτα στην κυριολεξία 'παιδιά' της είναι οι μνήμες που διατηρούν τις σχέσεις, τις παιδικές φιλίες που γεννηθήκανε  στα παιχνίδια σε  χωμάτινους δρόμους και στην αγαπημένη αμμουδιά των παιδικών μας χρόνων, το γλυκό σε τοπίο Κουρέντι. 

Η γειτονιά μας ήτανε καινούργια, τα σπίτια μας νεόχτιστα, οι γονείς μας νεαροί οικογενειάρχες και εμείς μικρά παιδιά στο νήπιο ή το πολύ στο δημοτικό. Όλα αυτά διαδραματίζονταν  προς το τέλος της  δεκαετίας του '50 και αργότερα στην νεόκοπη τότε γειτονιά της Χαλκίδας που ξεκίνησε να αναπτύσσεται από τη Χαϊνα και συγκεκριμένα από τον φούρνο 'Δήμητρα' (ιδιοκτησία της οικογένειας Στεργίου  που αποτέλεσε δημοφιλές  τοπωνύμιο της πόλης μας για  δεκαετίες ολόκληρες), με κατεύθυνση προς το Κουρέντι και τις παραλίες Παπαθανασίου και Συκιές. Τα πρώτα σπίτια ήταν σχεδόν όλα συγκεντρωμένα τριγύρω από τη  διασταύρωση  των σημερινών οδών Ηλία Αφεντάκη και Λέλας Καραγιάννη. Εκεί γεννήθηκε η νέα συνοικία της Χαλκίδας, σε τόπο εξοχικό αλλά και χλοερό όπου μέχρι πρότινος περισσεύανε τα πορτοκαλεόδενδρα, τα πεύκα, οι λεύκες, οι μουριές, οι συκιές, οι ευκάλυπτοι .  Μια συνοικία που χρειάστηκε πάνω από δεκαετία για να επεκταθεί κάποια τετράγωνα πιο πέρα από την Χαϊνά και αρκετές δεκαετίες για να αγγίξει τις κοντινές παραλίες, τις οποίες μετά το ’80 αγκάλιασε ασφυκτικά – δυστυχώς!

Στην εποχή που χτιζόντουσαν τα πρώτα σπίτια κανείς όμως δεν κυνηγούσε την θάλασσα -η γειτνίαση μαζί της κρινότανε μάλιστα ανθυγιεινή ! Ούτε είχε ακόμα ενσκήψει η  εμμονή των νεοελλήνων με την θαλασσινή θέα – μόδα πολύ μεταγενέστερη στο όνομα της οποίας δυστυχώς καταστράφηκαν και καταστρέφονται περιοχές ολόκληρες μεταξύ των οποίων και τα νησιά. Κοντινό  στη γειτονιά μας πρώτο  καταστροφικό παράδειγμα για το αστικό μας  τοπίο αποτελούν τα μπλοκ των πολυκατοικιών στην παραλία του Παπαθανασίου και αργότερα και στις άλλες παραλίες που μπλόκαραν  ανεπιστρεπτί το θαλασσινό αεράκι απαγορεύοντάς του να διαχυθεί και να δροσίσει τις πίσω γειτονιές.  Τις δεκαετίες 50-'60 όμως ο δρόμος προς τις παραλίες πέρναγε ανάμεσα από χωράφια όπου βόσκανε πρόβατα και αγελάδες.  Λίγα σπιτάκια υπήρχανε ταπεινά και πάρα πολλά δένδρα όπως ελιές, συκιές  και  μουριές στη σκιά των οποίων ξεκουραζόμασταν επιστρέφοντας τα καλοκαιρινά μεσημέρια κατάκοποι από τις ατέλειωτες βουτιές στη θάλασσα.  Αυτή η νέα Χαλκίδα είχε σαν σημείο εκκίνησής την παλιά μας γειτονιά και προσωπική μας ... πατρίδα η οποία ευτύχησε πρέπει να πούμε να διαθέτει εξαρχής πολεοδομικό σχεδιασμό άρα μεγάλους δρόμους και μονοκατοικίες με κήπο στην πρόσοψη. Ωστόσο δεν υπήρξε καμία πρόβλεψη ελεύθερου δημόσιου χώρου –όπως άλλωστε ίσχυε σε  ολόκληρη τη πόλη.  Ας είναι καλά όμως η θάλασσα με τις παραλίες της που όπως και σήμερα μας φιλοξενούσε πρωί – βράδυ !


Στην αρχή οι δρόμοι ήτανε χώμα και τα σπίτια μας  ακόμα στα τούβλα   Συχνά οι μαμάδες βάφανε λευκούς τους τενεκέδες για να διακοσμήσουν με αυτές τις αυτοσχέδιες γλάστρες μπαλκόνια και αυλές.  Γύρω  μας αλάνες και ελάχιστα μέτρα πιο πέρα πορτοκαλιές και λεμονιές, μουριές, αθάνατοι, φραγκοσυκιές και μυρωδάτο χαμομήλι.  Θυμάμαι ζωντανά τις μπουλντόζες να  ανοίγουνε το δρόμο προς τη θάλασσα αλλά και τους λαβωμένους κορμούς των δένδρων πλαγιασμένους στο αφράτο και κοκκινωπό χώμα, εικόνες που μου δημιουργούσαν αμφιλεγόμενα συναισθήματα. Θυμάμαι ακόμα όμως με χαρά και την ασφαλτόστρωσή  των δρόμων -κάπου προς το 1965. Λίγο λίγο η ζωή έφερε αλλαγές και  πολλούς  νέους γείτονες. Τα σπίτια γίνανε διώροφα, αποκτήσανε πέτρινες μάνδρες με καγκελόφραξη, οι κήποι φτιάχτηκαν με πεζούλες και γέμισαν  δένδρα και λουλούδια, γεράνια, τριανταφυλλιές, ορτανσίες, γιασεμί, αγιόκλιμα.. Ωστόσο στις δικές μας ζωές οι αλλαγές αποδειχτήκανε πολύ πιο ταχείς απ' ότι στη νέα αυτή πλευρά της Χαλκίδας.   

Ακόμα και σήμερα πολλές από τις παλιές εκείνες κατοικίες στέκουνε στην θέση τους και η εναλλαγή τους με τις πολυκατοικίες μας επιτρέπει να απολαμβάνουμε  τον ήλιο αλλά και το δροσερό αεράκι που ξεγλιστρά τα βράδια του καλοκαιριού από το Βοριά. Και η θάλασσα είναι ακόμα δίπλα μας έστω κι αν δεν την βλέπουμε από τις ταράτσες των πατρικών μας σπιτιών – όπως τότε. Με χαρά βλέπω τα καλοκαιρινά βράδια  παρέες παιδιών - νεαρών - ενήλικων – οικογενειών να ανηφορίζουνε με ράθυμο βήμα από τις πλάζ.  Η παλιά γειτονιά έχει μεταλλαχθεί  σε νέο εμπορικό, οικονομικό και ιατρικό κέντρο της πόλης. Μοιάζει όμως πολλές από τις συνήθειες των κατοίκων να παραμένουνε οι ίδιες και  τον τόνο στην καθημερινότητα του καλοκαιριού να τον δίνει πάντα η θάλασσα. Κάτι που αρχίζεις να το αισθάνεσαι αμέσως μόλις απομακρυνθείς από την Λεωφόρο Χαϊνά που ούτε να την διασχίσεις μπορείς ούτε να την περπατήσεις. 

Οι κάτοικοι 

Τα άτομα που πρωτοκατοίκησαν την γειτονιά ήτανε λοιπόν οι νεαροί  γονείς μας που τότε ξεκινούσανε τη ζωή τους ή κάποιοι λίγο μεγαλύτεροι που στήνανε και πάλι νοικοκυριό στην Χαλκίδα πλέον μετά την λαίλαπα της κατοχής και τις συνέπειες του εμφύλιου. Τα επαγγέλματα τους ποικίλα : ο κτηματίας – αρτοποιός Κώστας Στεργίου η οικογένεια του οποίου για χρόνια κατοικούσε στο παλιό αγροτικό σπίτι, ένα κτίσμα χαμηλό, μακρόστενο πέτρινο με κεραμοσκεπή χαρακτηριστικό οίκημα της υπαίθρου. Απέναντί του αντίθετα ο  στρατιωτικός  Αθανάσιος Σιταράς έκτισε την πρώτη μοντέρνα διπλοκατοικία. Σύγχρονα της εποχής τους ήταν όλες οι υπόλοιπες κατοικίες ,  του αρχιμηχανικού στην βιομηχανία Παπαθανασίου  Γιώργου Βράκα, της οικογένειάς μας. Σύγχρονο με το δικό μας σπίτι ήταν του ζεύγους των δασκάλων Σπανάκη, του έμπορου και παλιού κατετάνιου του ΕΛΑΣ  Γιάννη Σκλιά με τη γυναίκα επίσης αγωνίστρια της Εθνικής Αντίστασης Μαρίκα και τις κόρες τους. Κάτοικός και ο τραπεζικός  Δημήτρης Γαλάνης η κόρη του οποίου Αναστασία (Σούλα) Γαλάνη ,  εργάστηκε στο Δήμο και για δεκαετίας  ήταν η ιδιαιτέρα σειρά δημάρχων της Χαλκίδας. Στο δίπατο σπίτι με την μεγάλη αυλή και γύρω –γύρω τα ενοικιαζόμενα δωμάτια έμενε η Σωτηρία Γιαμά από την Στενή (στο οικόπεδο  της  επί της Χαϊνά κτίστηκε η πρώτη πολυκατοικία της περιοχής ‘του Μαλάγα’). Η κυρά  Σωτήρω όπως την λέγαμε λάτρευε το τάβλι και έπαιζε διαρκώς με οποιον  πρόθυμο παρτενέρ έβρισκε ! Μάλιστα θυμάμαι ακόμα τον ήχο από τα πιόνια που χτυπούσε δυνατά όταν έπαιζε στη βεράντα της τα απομεσήμερα του καλοκαιριού και τα παράθυρα μας ήταν ολάνοιχτα – μπορεί και οι πόρτες ! ‘Αλλοι γείτονες ο τεχνίτης μωσαϊκών Χρίστος Ρόγκας ,  η οικογένεια του Χρίστου Βουκούτη, η οικογένεια Σημιτζή με τα πολλά παιδιά , η οικογένεια Πλάκα που λειτουργούσε ήδη από τότε την ομώνυμη υπόγεια ταβέρνα δίπλα στην Τεχνική Σχολή Δημόκριτος. Αυτό το κτίριο μοντέρνας αρχιτεκτονικής με τεράστια ανοίγματα που εξασφάλιζαν το φυσικό φωτισμό στις αίθουσες υπήρξε κόσμημα της γειτονιάς. Πλημυρισμένη  από μαθητές το πρωί και φοιτητές το απόγευμα οι οποίοι εκπαιδευόντουσαν σε κάθε κατηγορία τεχνικού προσανατολισμού. Το σημερινό κουφάρι που ευτυχώς διασώθηκε από την κατεδάφιση, το γνωρίσαμε στις δόξες του και παίξαμε μέχρι πλήρους εξάντλησης στην αυλή του.    

Στην απέναντι πλευρά της Χαϊνα στο ύψος του φούρνου  “ΔΗΜΗΤΡΑ” υπήρχε ένα και μοναδικό μπακάλικο (στο εσωτερικό δέσποζε η ιστορική διαφήμιση με τον μοναχό και τα μακαρόνια ΜΙΣΚΟ), δίπλα του ένα ουζερί με τα χταπόδια να στεγνώνουν μονίμως στην σκιά των μουριών και από πάνω το σπίτι των αδελφών Χάρλα (ήταν οι οικοδόμοι που χτίσανε τα περισσότερα σπίτια). Λίγο πιο κάτω η  βρισκότανε η ταβέρνα του “Κανατσέλου” ένα απίστευτο κουτούκι που επέζησε αρκετές δεκαετίες, ένα αγροτικό  σπίτι -μπακάλικο -ταβέρνα με τα τραπέζια κάτω από μεγάλες μουριές. Εκεί που βρίσκεται τώρα το σούπερ μάρκετ 'Κρητικός' ξεκίναγε το κτήμα του Μπούρικα που έφτανε μέχρι το κύμα. Από τη λεωφόρο κατέβαινες μια τεράστια πέτρινη σκάλα για να φθάσεις στο ύψος του σπιτιού. Από εκεί προμηθευότανε πορτοκάλια, μανταρίνια. λεμόνια, κοτόπουλα, αυγά όλη η Χαλκίδα. Μια έκταση κατάφυτη με κτίσματα χαμηλά πέτρινα με κεραμίδια. Απέναντί του εκεί που δεκαετίες τώρα βρίσκεται βενζινάδικο προυπήρχε ένα ‘δάσος’ ... από ελαιόδενδρα (!). Κόπηκε φαντάζομαι σε μια νύχτα – ευτυχώς ήμουνα παιδί  και δεν θυμάμαι τη μέρα που συντελέστηκε το έγκλημα.  

Τώρα όμως που ξαναθυμάμαι όλες αυτές τις όμορφες εικόνες μου φαίνεται σαν ψέμα. Σαν να της έζησα σε μια άλλη ζωή, ακόμα και η μνήμη μου δυσκολεύεται να τις αναβιώσει. Εκεί που η βλάστηση περίσσευε  σήμερα επί της Χαϊνα δεν διατηρήθηκε ούτε καν μια μουριά έστω μια ακακία από αυτές που φύτευε ο Δήμος τη δεκαετία του '60 στα πεζοδρόμια . Τώρα για να βαδίσουμε ή ακόμα χειρότερα να διασχίσουμε την λεωφόρο πρέπει να κρυβόμαστε πίσω από μαύρα γυαλιά και καπέλα για να αντέξουμε την εκτυφλωτική και απίστευτα ενοχλητική ηλιοφάνεια, ειδικά ώρες που αντανακλάται στην καυτή  άσφαλτο !  Συχνά μέρες με καύσωνα έχεις την αίσθηση ότι διασχίζεις την έρημο. Ποιος υπολόγιζε όμως το ρόλο του αστικού πράσινου στην  Χαλκίδα της δεκαετίας του '60 ; ή ακόμα και σήμερα  ; Απάντηση δεν υπάρχει γι αυτό ας επιστρέψουμε και πάλι στην εποχή που  οι πόλεις διατηρούσαν ακόμα ανθρώπινο μέγεθος.  

Η ζωή 

Ανεξάρτητα από τη δουλειά των γονιών μας κοινωνικές διαφορές και αντιθέσεις δεν βιώσαμε σαν παιδιά. Αλλωστε ήτανε η εποχή φτωχή, τα εισοδήματα περιορισμένα, οι μισθοί ακόμα και των κρατικών λειτουργών χαμηλοί.. ακόμα και οι πολιτικές αντιθέσεις κρατιόντουσαν κάπως χαμηλά Εμείς εκεί ζούσαμε όλοι με τον ίδιο απλό τρόπο, στον αστερισμό του ελάχιστου,  τα έπιπλα στα σπίτια μπαίνανε αργά και όλα ήτανε τραπεζαρίες καρυδιές με σκαλίσματα συν μπουφέδες ίδιο στιλ, για θέρμανση είχαμε σόμπες,  τα παιδιά  ήμασταν ντυμένα με πανομοιότυπα ρούχα, τα παιχνίδια ήταν ελάχιστα, όπως οι κούκλες που μας αγοράζανε συνήθως από το παζάρι της Αγίας Παρασκευής . Δεν χρειαζόμασταν  άλλωστε παιχνίδια, είχαμε την  άμμο και τα χαλίκια από τα σπίτια που χτιζόντουσαν, τα ομαδικά παιχνίδια με μπάλα, το 'αλτ', το 'κρυφτό' και φυσικά υπήρχε η θάλασσα. 

Μεγαλώναμε ομαδικά και διαρκώς  μετακινούμασταν από το ένα σπίτι στο άλλο, από την μια αυλή στην άλλη, το καλοκαίρι ζούσαμε στο δρόμο ή στην θάλασσα ξεφωνίζοντας ολημερίς και ολονυχτίς. Σχολείο πηγαίναμε επίσης όλοι μαζί γιατί είχαμε κοντινές ηλικίες,  στο νεοιδρυθέν 13ο Δημοτικό που στεγαζότανε στις  ψηλοτάβανες μεν αλλα παγωμένες  αίθουσες του “Δημόκριτου”. Στα διαλείμματα πεταγόμασταν στο σπίτι να φάμε,  να πιούμε νερό όταν δεν κυνηγιόμασταν στην  αυλή  που σήμερα χάσκει ερειπωμένη.  Σπίτι -σχολείο- γειτονιά ήτανε ένα, τα σπίτια μας ήτανε  ανοιχτά, οι μανάδες μας φιλενάδες, οι μπαμπάδες πατρικές φιγούρες για όλους.  Με λίγα λόγια η κοινωνία μας δεν διέφερε  σε τίποτα από αυτή ενός  χωριού ενώ αναπτυσσότανε  στην περιφέρεια της Χαλκίδας, στις  γειτονιές που  εξελιχθήκανε σε μια πόλη ολόκληρη. Φυσικό και επόμενο  λοιπόν ήταν οι αλλαγές που βίωσε στην πορεία η γειτονιά να αποδειχτούν ταυτόσημες με τις διαδικασίες ανάπτυξης και αστικοποίησης που χαρακτήρισαν τις πόλεις της περιφέρειας αλλά και τις γειτονιές και τα προάστεια της Αθήνας. 

Ωστόσο στους κόλπους αυτής της ‘πολιτείας’  κάποια από εκείνα τα τότε παιδιά - άλλοι ως μόνιμοι κάτοικοι κι άλλοι ως παραθεριστές του καλοκαιριού - μοιραζόμαστε ακόμα ζωή και  μνήμες με  καταλύτη την αγάπη και κυρίως αλληλεγγύη που έδεσε στο παρελθόν  τους γονείς μας.


* Για πρώτη φορά το ίδιο θέμα με απασχόλησε με πολύ πιο προσωπικό ωστόσο  ύφος σε κείμενο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα 'Ν. Προοδευτική Εύβοια' του αείμνηστου Δημήτρη Δεμερτζή. 


Δευτέρα 19 Μαΐου 2025

Αγωνιζόμενοι για την ισότητα (Χοσέ "Πέπε" Μουχίκα)

"Ανήκω σε μια γενιά που ήθελε να αλλάξει το κόσμο, συντρίφθηκα, ηττήθηκα, κονιορτοποιήθηκα, αλλά ακόμα ονειρεύομαι ότι αξίζει να παλέυεις για να μπορέσουν οι άνθρωποι να ζήσουν λίγο καλύτερα και με μεγαλύτερη αίσθηση ισότητας"

«Η γενιά μου έκανε ένα αφελές λάθος.

Πιστεύαμε ότι η κοινωνική αλλαγή ήταν μόνο θέμα αμφισβήτησης των τρόπων παραγωγής και διανομής στην κοινωνία. Δεν κατανοήσαμε τον τεράστιο ρόλο του πολιτισμού. Ο καπιταλισμός είναι μια κουλτούρα, και πρέπει να απαντήσουμε στον καπιταλισμό και να αντισταθούμε σε αυτόν με μια διαφορετική κουλτούρα. Ένας άλλος τρόπος για να το θέσουμε αυτό: βρισκόμαστε σε έναν αγώνα μεταξύ μιας κουλτούρας αλληλεγγύης και μιας κουλτούρας εγωισμού.
Δεν σκέφτομαι την κουλτούρα που πωλείται, όπως η επαγγελματική μουσική ή ο χορός.
Όλα αυτά είναι φυσικά σημαντικά, αλλά όταν μιλάω για κουλτούρα αναφέρομαι στις ανθρώπινες σχέσεις, στο σύνολο των ιδεών που διέπουν τις σχέσεις μας χωρίς να το συνειδητοποιούμε.
Πρόκειται για ένα σύνολο ανομολόγητων αξιών που καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο εκατομμύρια ανώνυμοι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο σχετίζονται μεταξύ τους.
Ο καταναλωτισμός είναι μέρος αυτής της κουλτούρας. Είναι μια ηθική που χρειάζεται ο καπιταλισμός στον αγώνα του για άπειρη συσσώρευση. Το χειρότερο πρόβλημα για τον καπιταλισμό θα ήταν να σταματήσουμε να αγοράζουμε ή να αγοράζουμε πολύ λίγο.
Και αυτό έχει δημιουργήσει την καταναλωτική κουλτούρα που μας περιβάλλει.

Όμως ένα καπιταλιστικό κοινωνικό σύστημα δεν είναι μόνο σχέσεις ιδιοκτησίας- είναι επίσης ένα σύνολο ανομολόγητων αξιών που είναι κοινές στην κοινωνία. Αυτές οι αξίες είναι ισχυρότερες από κάθε στρατό και είναι η κύρια δύναμη που διατηρεί τον καπιταλισμό σήμερα. Η γενιά μου πίστευε ότι θα άλλαζε τον κόσμο προσπαθώντας να κρατικοποιήσει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τη διανομή, αλλά δεν καταλάβαμε ότι στο επίκεντρο αυτής της μάχης πρέπει να είναι η οικοδόμηση μιας διαφορετικής κουλτούρας.
Δεν μπορείς να χτίσεις ένα σοσιαλιστικό κτίριο με οικοδόμους που είναι καπιταλιστές. Γιατί;
Γιατί θα κλέψουν τον οπλισμό, θα κλέψουν το τσιμέντο, γιατί κοιτάζουν μόνο να λύσουν τα δικά τους προβλήματα, γιατί έτσι διαμορφωνόμαστε.
Η γενιά μου, ορθολογίστρια με προγραμματική θεώρηση της ιστορίας, δεν κατάλαβε ότι οι άνθρωποι συχνά αποφασίζουν με το ένστικτό τους και στη συνέχεια η συνείδησή τους κατασκευάζει επιχειρήματα για να δικαιολογήσει τις αποφάσεις τους. Επιλέγουμε με την καρδιά μας, και εδώ ο πολιτισμός γίνεται ζωτικό ζήτημα, διότι μετριάζει τον ανορθολογισμό μας.
Για παράδειγμα, τι συνέβη στους αριστερούς ηγέτες μας;
Οι αριστεροί ηγέτες υποφέρουν από την ίδια κουλτούρα και είναι βυθισμένοι σε αυτήν. Γι αυτό ο τρόπος ζωής τους δεν είναι ένα μήνυμα που να συνάδει με τον αγώνα τους. Είπαν ότι ήμουν φτωχός πρόεδρος, αλλά δεν κατάλαβαν τίποτα!
Δεν είμαι φτωχός. Φτωχός είναι αυτός που έχει μεγάλη ανάγκη. Ο στόχος μου είναι να γίνω στωικός.
Και είναι γεγονός ότι αν ο κόσμος δεν έχει μάθει να ζει με μια κάποια νηφαλιότητα, να μην σπαταλά ασταμάτητα, αν δεν το μάθει αυτό σύντομα, ο κόσμος μας δεν θα επιβιώσει.
Η δίψα για χρήμα μας υποκινεί να αγοράζουμε συνεχώς νέα πράγματα, αλλά η διατήρηση της ζωής του πλανήτη σημαίνει ότι πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τα απαραίτητα και να μην σπαταλάμε τους πόρους μας. Τώρα, όπως καταλαβαίνετε, αυτός ο αγώνας είναι ένα πολιτιστικό έπος.
Εμείς, η Αριστερά, πρέπει να οικοδομήσουμε μια γραμμή σκέψης διαφορετική από αυτή που έχουμε. Αυτό σημαίνει να απαλλαγούμε από τη σύνδεσή μας με τον καπιταλισμό. Ξεμείναμε από δημιουργικότητα και ιδέες. Θέλαμε να κάνουμε τα ίδια με τον καπιταλισμό, αλλά με περισσότερη ισότητα. Και στο τέλος, όλα αυτά έχουν να κάνουν με το τι θεωρούμε ότι είναι η καλή ζωή, οι αξίες που μπορούμε να εκτιμήσουμε στη ζωή, τα πράγματα που μπορούμε να επιδιώξουμε. Σημαίνει να έχουμε μια αίσθηση των ορίων. Ουκ εν τω πολλώ το ευ, όπως έλεγαν οι Έλληνες.
Η Αριστερά πρέπει να είναι πιστή σε ένα άλλο σύνολο αξιών, και γι’ αυτό επιμένω στο πρόβλημα της κουλτούρας, στο πρόβλημα της αφοσίωσης και της αποτίμησης ορισμένων τομέων της ζωής που ο καπιταλισμός δεν εκτιμά.

Υπάρχει πολλή θλίψη στις κοινωνίες μας, παρόλο που είναι γεμάτες πλούτο. Είμαστε υπερτροφικές κοινωνίες, που πνίγονται από την ποσότητα των σκουπιδιών που δημιουργούν. Μολύνουμε τα πάντα, αγοράζουμε πράγματα που δεν χρειαζόμαστε και μετά ζούμε σε απόγνωση πληρώνοντας λογαριασμούς.
Πρέπει να προτείνουμε έναν άλλο τρόπο ζωής! Για μένα, η Αριστερά πρέπει να είναι πιο επαναστατική από ποτέ. Αλλά αυτό σημαίνει να ζεις όπως σκέφτεσαι. Διαφορετικά καταλήγουμε να σκεφτόμαστε όπως ζούμε.
Ο αγώνας είναι για μια αυτοδιαχειριζόμενη κοινωνία, για να μάθουμε να είμαστε αφεντικά του εαυτού μας και να καθοδηγούμε τα κοινά μας σχέδια. Αυτά τα πράγματα θα πρέπει να συζητηθούν από μια νέα αριστερά.
Πιστεύω στη μόνιμη ύπαρξη της Αριστεράς, αλλά δεν θα είναι η Αριστερά όπως ήταν.
Αυτό που ήταν έχει φύγει, έχει περάσει! Η Αριστερά θα πρέπει να είναι διαφορετική γιατί ο χρόνος αλλάζει. Το μόνο μόνιμο πράγμα είναι η αλλαγή. Δεν πρόκειται να προτείνω εμπόδια στη δημιουργία νέων επαναστατικών προγραμμάτων.
Αντιθέτως!
Αλλά δεν έχω κάποια μαγική συνταγή.
Μου φαίνεται ότι η δημιουργικότητα πρέπει να ενθαρρυνθεί, γιατί βρισκόμαστε σε έναν κόσμο με μια παλιά αριστερά που ζει υπερβολικά από τη νοσταλγία, μια αριστερά που δυσκολεύεται να συνειδητοποιήσει γιατί απέτυχε και δυσκολεύεται πολύ να φανταστεί νέους δρόμους προς τα εμπρός. Πιστεύω ότι αυτή είναι μια εποχή πολλών προσπαθειών, πολλών πειραματισμών και δημιουργικότητας. Και γι’ αυτό υπάρχουν κάποιες παράμετροι που μπορούμε να ακολουθήσουμε, γιατί, όπως είπα, η γενιά μου δεν έδωσε αρκετή έμφαση στον πολιτισμό.
Αναφέρομαι στην κουλτούρα που ενυπάρχει στις κοινές και συνηθισμένες σχέσεις που έχουν οι άνθρωποι, η οποία, υπό τον καπιταλισμό, χρησιμοποιεί πλέον τα γεγονότα της καθημερινής ζωής μόνο για να εξασφαλίσει περαιτέρω συσσώρευση.
Η κουλτούρα στην οποία είμαστε ενσωματωμένοι, στην οποία περιβαλλόμαστε, είναι λειτουργική μόνο για τον πολλαπλασιασμό του ατομικού κέρδους. Και αυτή η κουλτούρα είναι πολύ ισχυρότερη από τους στρατούς και τη στρατιωτική ισχύ και όλα τα άλλα, επειδή αυτή η κουλτούρα καθορίζει τις μόνιμες σχέσεις εκατομμυρίων απλών ανθρώπων σε όλο τον κόσμο.
Και αυτό είναι πολύ ισχυρότερο από την ατομική βόμβα!

Έτσι, το να αλλάξουμε ένα σύστημα χωρίς να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της αλλαγής της κουλτούρας είναι άχρηστο. Πρέπει να οικοδομήσουμε ένα νέο σύστημα και, παράλληλα, μια νέα κουλτούρα, μια νέα ηθική, γιατί, διαφορετικά, θα συμβεί ξανά αυτό που είδαμε με τη Σοβιετική Ένωση, όπου ένα επαναστατικό κίνημα έκανε μια τέλεια στροφή 360 μοιρών για να βρεθεί στο ίδιο σημείο – αλλά πολύ χειρότερα! Πρέπει να μάθουμε από αυτή την ήττα, σωστά;».
Πηγή: https://www.doctv.gr/

«Η γενιά μου έκανε ένα αφελές λάθος. Πιστεύαμε ότι η κοινωνική αλλαγή ήταν μόνο θέμα αμφισβήτησης των τρόπων παραγωγής και διανομής στην κοινωνία. Δεν κατανοήσαμε τον τεράστιο ρόλο του πολιτισμού. Ο καπιταλισμός είναι μια κουλτούρα, και πρέπει να απαντήσουμε στον καπιταλισμό και να αντισταθούμε σε αυτόν με μια διαφορετική κουλτούρα. Ένας άλλος τρόπος για να το θέσουμε αυτό: βρισκόμαστε σε έναν αγώνα μεταξύ μιας κουλτούρας αλληλεγγύης και μιας κουλτούρας εγωισμού. Δεν σκέφτομαι την κουλτούρα που πωλείται, όπως η επαγγελματική μουσική ή ο χορός. Όλα αυτά είναι φυσικά σημαντικά, αλλά όταν μιλάω για κουλτούρα αναφέρομαι στις ανθρώπινες σχέσεις, στο σύνολο των ιδεών που διέπουν τις σχέσεις μας χωρίς να το συνειδητοποιούμε. Πρόκειται για ένα σύνολο ανομολόγητων αξιών που καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο εκατομμύρια ανώνυμοι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο σχετίζονται μεταξύ τους [Πηγή: www.doctv.gr]

«Η γενιά μου έκανε ένα αφελές λάθος. Πιστεύαμε ότι η κοινωνική αλλαγή ήταν μόνο θέμα αμφισβήτησης των τρόπων παραγωγής και διανομής στην κοινωνία. Δεν κατανοήσαμε τον τεράστιο ρόλο του πολιτισμού. Ο καπιταλισμός είναι μια κουλτούρα, και πρέπει να απαντήσουμε στον καπιταλισμό και να αντισταθούμε σε αυτόν με μια διαφορετική κουλτούρα. Ένας άλλος τρόπος για να το θέσουμε αυτό: βρισκόμαστε σε έναν αγώνα μεταξύ μιας κουλτούρας αλληλεγγύης και μιας κουλτούρας εγωισμού. Δεν σκέφτομαι την κουλτούρα που πωλείται, όπως η επαγγελματική μουσική ή ο χορός. Όλα αυτά είναι φυσικά σημαντικά, αλλά όταν μιλάω για κουλτούρα αναφέρομαι στις ανθρώπινες σχέσεις, στο σύνολο των ιδεών που διέπουν τις σχέσεις μας χωρίς να το συνειδητοποιούμε. Πρόκειται για ένα σύνολο ανομολόγητων αξιών που καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο εκατομμύρια ανώνυμοι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο σχετίζονται μεταξύ τους. Διαβάστε επίσης: Αν νομίζετε ότι ο Jose Mujica είναι σπουδαίος; Γνωρίστε την Lucia  Ο καταναλωτισμός είναι μέρος αυτής της κουλτούρας. Είναι μια ηθική που χρειάζεται ο καπιταλισμός στον αγώνα του για άπειρη συσσώρευση. Το χειρότερο πρόβλημα για τον καπιταλισμό θα ήταν να σταματήσουμε να αγοράζουμε ή να αγοράζουμε πολύ λίγο. Και αυτό έχει δημιουργήσει την καταναλωτική κουλτούρα που μας περιβάλλει. Όμως ένα καπιταλιστικό κοινωνικό σύστημα δεν είναι μόνο σχέσεις ιδιοκτησίας- είναι επίσης ένα σύνολο ανομολόγητων αξιών που είναι κοινές στην κοινωνία. Αυτές οι αξίες είναι ισχυρότερες από κάθε στρατό και είναι η κύρια δύναμη που διατηρεί τον καπιταλισμό σήμερα. Η γενιά μου πίστευε ότι θα άλλαζε τον κόσμο προσπαθώντας να κρατικοποιήσει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τη διανομή, αλλά δεν καταλάβαμε ότι στο επίκεντρο αυτής της μάχης πρέπει να είναι η οικοδόμηση μιας διαφορετικής κουλτούρας. Δεν μπορείς να χτίσεις ένα σοσιαλιστικό κτίριο με οικοδόμους που είναι καπιταλιστές. Γιατί; Γιατί θα κλέψουν τον οπλισμό, θα κλέψουν το τσιμέντο, γιατί κοιτάζουν μόνο να λύσουν τα δικά τους προβλήματα, γιατί έτσι διαμορφωνόμαστε. Η γενιά μου, ορθολογίστρια με προγραμματική θεώρηση της ιστορίας, δεν κατάλαβε ότι οι άνθρωποι συχνά αποφασίζουν με το ένστικτό τους και στη συνέχεια η συνείδησή τους κατασκευάζει επιχειρήματα για να δικαιολογήσει τις αποφάσεις τους. Επιλέγουμε με την καρδιά μας, και εδώ ο πολιτισμός γίνεται ζωτικό ζήτημα, διότι μετριάζει τον ανορθολογισμό μας. Για παράδειγμα, τι συνέβη στους αριστερούς ηγέτες μας; Οι αριστεροί ηγέτες υποφέρουν από την ίδια κουλτούρα και είναι βυθισμένοι σε αυτήν. Γι αυτό ο τρόπος ζωής τους δεν είναι ένα μήνυμα που να συνάδει με τον αγώνα τους. Διαβάστε επίσης: Μουχίκα: Οι πλούσιοι να βγουν από την πολιτική Είπαν ότι ήμουν φτωχός πρόεδρος, αλλά δεν κατάλαβαν τίποτα! Δεν είμαι φτωχός. Φτωχός είναι αυτός που έχει μεγάλη ανάγκη. Ο στόχος μου είναι να γίνω στωικός. Και είναι γεγονός ότι αν ο κόσμος δεν μάθει να ζει με μια κάποια νηφαλιότητα, να μην σπαταλά ασταμάτητα, αν δεν το μάθει αυτό σύντομα, ο κόσμος μας δεν θα επιβιώσει. Η δίψα για χρήμα μας υποκινεί να αγοράζουμε συνεχώς νέα πράγματα, αλλά η διατήρηση της ζωής του πλανήτη σημαίνει ότι πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τα απαραίτητα και να μην σπαταλάμε τους πόρους μας. Τώρα, όπως καταλαβαίνετε, αυτός ο αγώνας είναι ένα πολιτιστικό έπος. Εμείς, η Αριστερά, πρέπει να οικοδομήσουμε μια γραμμή σκέψης διαφορετική από αυτή που έχουμε. Αυτό σημαίνει να απαλλαγούμε από τη σύνδεσή μας με τον καπιταλισμό. Ξεμείναμε από δημιουργικότητα και ιδέες. Θέλαμε να κάνουμε τα ίδια με τον καπιταλισμό, αλλά με περισσότερη ισότητα. Και στο τέλος, όλα αυτά έχουν να κάνουν με το τι θεωρούμε ότι είναι η καλή ζωή, οι αξίες που μπορούμε να εκτιμήσουμε στη ζωή, τα πράγματα που μπορούμε να επιδιώξουμε. Σημαίνει να έχουμε μια αίσθηση των ορίων. Ουκ εν τω πολλώ το ευ, όπως έλεγαν οι Έλληνες. Η Αριστερά πρέπει να είναι πιστή σε ένα άλλο σύνολο αξιών, και γι’ αυτό επιμένω στο πρόβλημα της κουλτούρας, στο πρόβλημα της αφοσίωσης και της αποτίμησης ορισμένων τομέων της ζωής που ο καπιταλισμός δεν εκτιμά. Υπάρχει πολλή θλίψη στις κοινωνίες μας, παρόλο που είναι γεμάτες πλούτο. Είμαστε υπερτροφικές κοινωνίες, που πνίγονται από την ποσότητα των σκουπιδιών που δημιουργούν. Μολύνουμε τα πάντα, αγοράζουμε πράγματα που δεν χρειαζόμαστε και μετά ζούμε σε απόγνωση πληρώνοντας λογαριασμούς. Πρέπει να προτείνουμε έναν άλλο τρόπο ζωής! Για μένα, η Αριστερά πρέπει να είναι πιο επαναστατική από ποτέ. Αλλά αυτό σημαίνει να ζεις όπως σκέφτεσαι. Διαφορετικά καταλήγουμε να σκεφτόμαστε όπως ζούμε. Ο αγώνας είναι για μια αυτοδιαχειριζόμενη κοινωνία, για να μάθουμε να είμαστε αφεντικά του εαυτού μας και να καθοδηγούμε τα κοινά μας σχέδια. Αυτά τα πράγματα θα πρέπει να συζητηθούν από μια νέα αριστερά. Πιστεύω στη μόνιμη ύπαρξη της Αριστεράς, αλλά δεν θα είναι η Αριστερά όπως ήταν. Αυτό που ήταν έχει φύγει, έχει περάσει! Η Αριστερά θα πρέπει να είναι διαφορετική γιατί ο χρόνος αλλάζει. Το μόνο μόνιμο πράγμα είναι η αλλαγή. Δεν πρόκειται να προτείνω εμπόδια στη δημιουργία νέων επαναστατικών προγραμμάτων. Αντιθέτως! Αλλά δεν έχω κάποια μαγική συνταγή. Μου φαίνεται ότι η δημιουργικότητα πρέπει να ενθαρρυνθεί, γιατί βρισκόμαστε σε έναν κόσμο με μια παλιά αριστερά που ζει υπερβολικά από τη νοσταλγία, μια αριστερά που δυσκολεύεται να συνειδητοποιήσει γιατί απέτυχε και δυσκολεύεται πολύ να φανταστεί νέους δρόμους προς τα εμπρός. Πιστεύω ότι αυτή είναι μια εποχή πολλών προσπαθειών, πολλών πειραματισμών και δημιουργικότητας. Και γι’ αυτό υπάρχουν κάποιες παράμετροι που μπορούμε να ακολουθήσουμε, γιατί, όπως είπα, η γενιά μου δεν έδωσε αρκετή έμφαση στον πολιτισμό. Αναφέρομαι στην κουλτούρα που ενυπάρχει στις κοινές και συνηθισμένες σχέσεις που έχουν οι άνθρωποι, η οποία, υπό τον καπιταλισμό, χρησιμοποιεί πλέον τα γεγονότα της καθημερινής ζωής μόνο για να εξασφαλίσει περαιτέρω συσσώρευση. Η κουλτούρα στην οποία είμαστε ενσωματωμένοι, στην οποία περιβαλλόμαστε, είναι λειτουργική μόνο για τον πολλαπλασιασμό του ατομικού κέρδους. Και αυτή η κουλτούρα είναι πολύ ισχυρότερη από τους στρατούς και τη στρατιωτική ισχύ και όλα τα άλλα, επειδή αυτή η κουλτούρα καθορίζει τις μόνιμες σχέσεις εκατομμυρίων απλών ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Και αυτό είναι πολύ ισχυρότερο από την ατομική βόμβα! Έτσι, το να αλλάξουμε ένα σύστημα χωρίς να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της αλλαγής της κουλτούρας είναι άχρηστο. Πρέπει να οικοδομήσουμε ένα νέο σύστημα και, παράλληλα, μια νέα κουλτούρα, μια νέα ηθική, γιατί, διαφορετικά, θα συμβεί ξανά αυτό που είδαμε με τη Σοβιετική Ένωση, όπου ένα επαναστατικό κίνημα έκανε μια τέλεια στροφή 360 μοιρών για να βρεθεί στο ίδιο σημείο – αλλά πολύ χειρότερα! Πρέπει να μάθουμε από αυτή την ήττα, σωστά;».   Προσαρμοσμένο από το Surviving the 21st Century των Noam Chomsky και José Mujica, σε επιμέλεια του Saúl Alvídrez, που θα κυκλοφορήσει από τον Verso τον Σεπτέμβριο του 2025. Δημοσιεύθηκε στο Jacobin [Πηγή: www.doctv.gr]

«Η γενιά μου έκανε ένα αφελές λάθος. Πιστεύαμε ότι η κοινωνική αλλαγή ήταν μόνο θέμα αμφισβήτησης των τρόπων παραγωγής και διανομής στην κοινωνία. Δεν κατανοήσαμε τον τεράστιο ρόλο του πολιτισμού. Ο καπιταλισμός είναι μια κουλτούρα, και πρέπει να απαντήσουμε στον καπιταλισμό και να αντισταθούμε σε αυτόν με μια διαφορετική κουλτούρα. Ένας άλλος τρόπος για να το θέσουμε αυτό: βρισκόμαστε σε έναν αγώνα μεταξύ μιας κουλτούρας αλληλεγγύης και μιας κουλτούρας εγωισμού. Δεν σκέφτομαι την κουλτούρα που πωλείται, όπως η επαγγελματική μουσική ή ο χορός. Όλα αυτά είναι φυσικά σημαντικά, αλλά όταν μιλάω για κουλτούρα αναφέρομαι στις ανθρώπινες σχέσεις, στο σύνολο των ιδεών που διέπουν τις σχέσεις μας χωρίς να το συνειδητοποιούμε. Πρόκειται για ένα σύνολο ανομολόγητων αξιών που καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο εκατομμύρια ανώνυμοι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο σχετίζονται μεταξύ τους. Διαβάστε επίσης: Αν νομίζετε ότι ο Jose Mujica είναι σπουδαίος; Γνωρίστε την Lucia  Ο καταναλωτισμός είναι μέρος αυτής της κουλτούρας. Είναι μια ηθική που χρειάζεται ο καπιταλισμός στον αγώνα του για άπειρη συσσώρευση. Το χειρότερο πρόβλημα για τον καπιταλισμό θα ήταν να σταματήσουμε να αγοράζουμε ή να αγοράζουμε πολύ λίγο. Και αυτό έχει δημιουργήσει την καταναλωτική κουλτούρα που μας περιβάλλει. Όμως ένα καπιταλιστικό κοινωνικό σύστημα δεν είναι μόνο σχέσεις ιδιοκτησίας- είναι επίσης ένα σύνολο ανομολόγητων αξιών που είναι κοινές στην κοινωνία. Αυτές οι αξίες είναι ισχυρότερες από κάθε στρατό και είναι η κύρια δύναμη που διατηρεί τον καπιταλισμό σήμερα. Η γενιά μου πίστευε ότι θα άλλαζε τον κόσμο προσπαθώντας να κρατικοποιήσει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τη διανομή, αλλά δεν καταλάβαμε ότι στο επίκεντρο αυτής της μάχης πρέπει να είναι η οικοδόμηση μιας διαφορετικής κουλτούρας. Δεν μπορείς να χτίσεις ένα σοσιαλιστικό κτίριο με οικοδόμους που είναι καπιταλιστές. Γιατί; Γιατί θα κλέψουν τον οπλισμό, θα κλέψουν το τσιμέντο, γιατί κοιτάζουν μόνο να λύσουν τα δικά τους προβλήματα, γιατί έτσι διαμορφωνόμαστε. Η γενιά μου, ορθολογίστρια με προγραμματική θεώρηση της ιστορίας, δεν κατάλαβε ότι οι άνθρωποι συχνά αποφασίζουν με το ένστικτό τους και στη συνέχεια η συνείδησή τους κατασκευάζει επιχειρήματα για να δικαιολογήσει τις αποφάσεις τους. Επιλέγουμε με την καρδιά μας, και εδώ ο πολιτισμός γίνεται ζωτικό ζήτημα, διότι μετριάζει τον ανορθολογισμό μας. Για παράδειγμα, τι συνέβη στους αριστερούς ηγέτες μας; Οι αριστεροί ηγέτες υποφέρουν από την ίδια κουλτούρα και είναι βυθισμένοι σε αυτήν. Γι αυτό ο τρόπος ζωής τους δεν είναι ένα μήνυμα που να συνάδει με τον αγώνα τους. Διαβάστε επίσης: Μουχίκα: Οι πλούσιοι να βγουν από την πολιτική Είπαν ότι ήμουν φτωχός πρόεδρος, αλλά δεν κατάλαβαν τίποτα! Δεν είμαι φτωχός. Φτωχός είναι αυτός που έχει μεγάλη ανάγκη. Ο στόχος μου είναι να γίνω στωικός. Και είναι γεγονός ότι αν ο κόσμος δεν μάθει να ζει με μια κάποια νηφαλιότητα, να μην σπαταλά ασταμάτητα, αν δεν το μάθει αυτό σύντομα, ο κόσμος μας δεν θα επιβιώσει. Η δίψα για χρήμα μας υποκινεί να αγοράζουμε συνεχώς νέα πράγματα, αλλά η διατήρηση της ζωής του πλανήτη σημαίνει ότι πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τα απαραίτητα και να μην σπαταλάμε τους πόρους μας. Τώρα, όπως καταλαβαίνετε, αυτός ο αγώνας είναι ένα πολιτιστικό έπος. Εμείς, η Αριστερά, πρέπει να οικοδομήσουμε μια γραμμή σκέψης διαφορετική από αυτή που έχουμε. Αυτό σημαίνει να απαλλαγούμε από τη σύνδεσή μας με τον καπιταλισμό. Ξεμείναμε από δημιουργικότητα και ιδέες. Θέλαμε να κάνουμε τα ίδια με τον καπιταλισμό, αλλά με περισσότερη ισότητα. Και στο τέλος, όλα αυτά έχουν να κάνουν με το τι θεωρούμε ότι είναι η καλή ζωή, οι αξίες που μπορούμε να εκτιμήσουμε στη ζωή, τα πράγματα που μπορούμε να επιδιώξουμε. Σημαίνει να έχουμε μια αίσθηση των ορίων. Ουκ εν τω πολλώ το ευ, όπως έλεγαν οι Έλληνες. Η Αριστερά πρέπει να είναι πιστή σε ένα άλλο σύνολο αξιών, και γι’ αυτό επιμένω στο πρόβλημα της κουλτούρας, στο πρόβλημα της αφοσίωσης και της αποτίμησης ορισμένων τομέων της ζωής που ο καπιταλισμός δεν εκτιμά. Υπάρχει πολλή θλίψη στις κοινωνίες μας, παρόλο που είναι γεμάτες πλούτο. Είμαστε υπερτροφικές κοινωνίες, που πνίγονται από την ποσότητα των σκουπιδιών που δημιουργούν. Μολύνουμε τα πάντα, αγοράζουμε πράγματα που δεν χρειαζόμαστε και μετά ζούμε σε απόγνωση πληρώνοντας λογαριασμούς. Πρέπει να προτείνουμε έναν άλλο τρόπο ζωής! Για μένα, η Αριστερά πρέπει να είναι πιο επαναστατική από ποτέ. Αλλά αυτό σημαίνει να ζεις όπως σκέφτεσαι. Διαφορετικά καταλήγουμε να σκεφτόμαστε όπως ζούμε. Ο αγώνας είναι για μια αυτοδιαχειριζόμενη κοινωνία, για να μάθουμε να είμαστε αφεντικά του εαυτού μας και να καθοδηγούμε τα κοινά μας σχέδια. Αυτά τα πράγματα θα πρέπει να συζητηθούν από μια νέα αριστερά. Πιστεύω στη μόνιμη ύπαρξη της Αριστεράς, αλλά δεν θα είναι η Αριστερά όπως ήταν. Αυτό που ήταν έχει φύγει, έχει περάσει! Η Αριστερά θα πρέπει να είναι διαφορετική γιατί ο χρόνος αλλάζει. Το μόνο μόνιμο πράγμα είναι η αλλαγή. Δεν πρόκειται να προτείνω εμπόδια στη δημιουργία νέων επαναστατικών προγραμμάτων. Αντιθέτως! Αλλά δεν έχω κάποια μαγική συνταγή. Μου φαίνεται ότι η δημιουργικότητα πρέπει να ενθαρρυνθεί, γιατί βρισκόμαστε σε έναν κόσμο με μια παλιά αριστερά που ζει υπερβολικά από τη νοσταλγία, μια αριστερά που δυσκολεύεται να συνειδητοποιήσει γιατί απέτυχε και δυσκολεύεται πολύ να φανταστεί νέους δρόμους προς τα εμπρός. Πιστεύω ότι αυτή είναι μια εποχή πολλών προσπαθειών, πολλών πειραματισμών και δημιουργικότητας. Και γι’ αυτό υπάρχουν κάποιες παράμετροι που μπορούμε να ακολουθήσουμε, γιατί, όπως είπα, η γενιά μου δεν έδωσε αρκετή έμφαση στον πολιτισμό. Αναφέρομαι στην κουλτούρα που ενυπάρχει στις κοινές και συνηθισμένες σχέσεις που έχουν οι άνθρωποι, η οποία, υπό τον καπιταλισμό, χρησιμοποιεί πλέον τα γεγονότα της καθημερινής ζωής μόνο για να εξασφαλίσει περαιτέρω συσσώρευση. Η κουλτούρα στην οποία είμαστε ενσωματωμένοι, στην οποία περιβαλλόμαστε, είναι λειτουργική μόνο για τον πολλαπλασιασμό του ατομικού κέρδους. Και αυτή η κουλτούρα είναι πολύ ισχυρότερη από τους στρατούς και τη στρατιωτική ισχύ και όλα τα άλλα, επειδή αυτή η κουλτούρα καθορίζει τις μόνιμες σχέσεις εκατομμυρίων απλών ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Και αυτό είναι πολύ ισχυρότερο από την ατομική βόμβα! Έτσι, το να αλλάξουμε ένα σύστημα χωρίς να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της αλλαγής της κουλτούρας είναι άχρηστο. Πρέπει να οικοδομήσουμε ένα νέο σύστημα και, παράλληλα, μια νέα κουλτούρα, μια νέα ηθική, γιατί, διαφορετικά, θα συμβεί ξανά αυτό που είδαμε με τη Σοβιετική Ένωση, όπου ένα επαναστατικό κίνημα έκανε μια τέλεια στροφή 360 μοιρών για να βρεθεί στο ίδιο σημείο – αλλά πολύ χειρότερα! Πρέπει να μάθουμε από αυτή την ήττα, σωστά;».   Προσαρμοσμένο από το Surviving the 21st Century των Noam Chomsky και José Mujica, σε επιμέλεια του Saúl Alvídrez, που θα κυκλοφορήσει από τον Verso τον Σεπτέμβριο του 2025. Δημοσιεύθηκε στο Jacobin [Πηγή: www.doctv.gr]

Τετάρτη 14 Μαΐου 2025

Προτάσεις ανάγνωσης (208-220), έργων δημοσιευμένων απο το 1886 έως το 1891

 The Three Ages of Woman. Gustav Klimt.1905
208.      Ο γιος της δούλας (Αύγουστος Στρίντμπεργκ – 1886) Έχοντας κάνει 3 γάμους & ζήσει 3 διαζύγια, λόγω του θυελλώδη και ασταθούς χαρακτήρα του που βρισκόταν σε μια διαρκή αναζήτηση του απόλυτου, «περνάει» αυτά τα χαρακτηριστικά στους ήρωες των έργων του, που είναι σχεδόν αυτοβιογραφικά. Αυτό ισχύει και για το "γιό της δούλας". Επηρεασμένος από Kierkegaard, τον Nietzsche, τον Rousseau και τον Fourier, περιπλανιέται μεταξύ ρομαντισμού, μυστικισμού, αθεϊσμού και κοινωνικής κριτικής. «Οι παραισθήσεις, οι φαντασιώσεις και τα όνειρα είναι πολύ αληθινά για μένα. Αν δω το μαξιλάρι μου να παίρνει διαφορετικές ανθρώπινες μορφές, τότε αυτές οι μορφές υπάρχουν. Και αν κάποιος μου πει ότι υπάρχουν μόνο στη φαντασία (μου), τότε θα του πω: Μόνο εσύ το λες! Αυτό που βλέπει το εσωτερικό μου μάτι είναι το πιο σημαντικό για μένα!» «Η γυναίκα θ' ασκήσει πάνω στη ζωή του Στρίντμπεργκ μια αλλόκοτη και αντιφατική έλξη... Έχει συνειδητοποιήσει όσο κανένας άλλος το δραματικό, το σχεδόν μοιραίο βάρος του θηλυκού στοιχείου μέσα στη ζωή... Έβλεπε στην πάλη άντρα – γυναίκας, μια στοιχειακή αναμέτρηση, που παίρνει διαστάσεις φυσικού νόμου».(Άγγ. Τερζάκης). Η "μάχη των φύλων", ως μια προαιώνια και αδιάλειπτη μονομαχία άντρα και γυναίκας, βρίσκει την πλήρη έκφρασή της σε πολλά από τα έργα του Στρίντμπεργκ.               

209.      Ροβήρος ο Κατακτητής  (Ιούλιος Βερν – 1886) Το όνομα προέρχεται από τη λατινική ονομασία για την έμμισχο βελανιδιά, «quercus robur», που μεταφορικά σημαίνει «δύναμη».  Στο μυθιστόρημα, η εικόνα του Ροβήρου είναι διφορούμενη. Από τη μία πλευρά, εμφανίζεται ως ένας σκληρός άνθρωπος, που ενεργεί με το «δίκαιο» του δυνατού, απαγάγει μέλη της επιστημονικής λέσχης, δεν τους δίνει ελευθερία τους, είναι εμμονικός με την εκδίκηση μετά την καταστροφή του «Άλμπατρος». Από την άλλη πλευρά, διασώζει αιχμαλώτους στη Δαχομέη και ναυαγούς στον Ειρηνικό Ωκεανό. Ο Ροβήρος λέει ότι τα έθνη δεν είναι ακόμη έτοιμα να ενωθούν και διαμηνύει στο πλήθος ότι θα πρέπει να επιδιώκει την εξέλιξη και όχι την επανάσταση. Συνεχίστηκε με το "Άρχοντα του κόσμου" (1904)        

 210.      Ο θάνατος του Ιβάν Ιλίτς (Λέων Τολστόι – 1886) Στη νουβέλα των πενήντα οκτώ σελίδων και δώδεκα ενοτήτων, ο Τολστόι δίνει μια, όπως θεωρείται, καταπληκτική περιγραφή της αναστάτωσης και της εσωτερικής κρίσης που προκαλεί στον άνθρωπο η παρουσία του θανάτου.  «Ύστερα από το γεύμα, κατά τις επτά το βράδυ, μπήκε στο δωμάτιο η Πρασκόβια Φιοντόροβνα (σύζυγος). Φορούσε βραδινή τουαλέτα, λες και θα πήγαινε σε χορό. Τα πελώρια στήθη της φούσκωναν μέσα από τον κορσέ και τα μάγουλά της ήταν πασαλειμμένα πούντρες. Άρχισε να δικαιολογείται πως τάχα αυτή δεν ήθελε να πάει στο θέατρο, μα δε γινόταν αλλιώς, γιατί το θεωρείο ήταν κρατημένο από τον Περιστρώφ (ο ανακριτής και μέλλων γαμπρός τους). Πρόβαλε στο δωμάτιο και η κόρη του. Ήταν στολισμένη, με μισόγυμνο το νεανικό της κορμί. Το δικό του κορμί τού προξενούσε τόσα βάσανα, ενώ εκείνη το δικό της τ΄ έδειχνε σε όλους. Ήταν γερή, δυνατή, ίσως ερωτευμένη, και αγανακτούσε γι αυτή την αρρώστια, τον πόνο και το θάνατο που στέκονταν εμπόδιο στην ευτυχία της. Τελικά είμαστε μόνοι». Η νουβέλα, σύμφωνα με την Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ (1958) παρουσιάζει ένα θέμα που αργότερα γίνεται κεντρικό στο έργο του συγγραφέα: την μεταστροφή των ανθρώπων εκείνων που, ενώ ανήκουν στις προνομιούχες τάξεις, αντιλαμβάνονται την κοινωνική αδικία, την ηθική ποταπότητα και την ψευτιά του περιβάλλοντός τους. Στο έργο  φανερώνονται σε όλη τους την οξύτητα και οι αντιφάσεις του Τολστόι. Από τη μια παρουσιάζει τον ήρωα, που «φωτίστηκε», να κόβει κάθε δεσμό με την τάξη του, εξαιτίας της διαφθοράς και της σκληρότητάς της. Από την άλλη, γίνεται φανερή η προσπάθεια του συγγραφέα να το αναγάγει σε γενικότερη τάση.                                                                                                          

211.      Διηγήματα (Αντόν Τσέχοφ – 1886) Τα έτη 1885-1886 σηματοδότησαν την ακμή του Τσέχοφ ως συγγραφέα σύντομων, γενικά  χιουμοριστικών ιστοριών. Εκείνη την εποχή, όπως ο ίδιος παραδέχτηκε, έγραφε μια ιστορία την ημέρα. Οι σύγχρονοί του πίστευαν ότι θα παρέμενε σε αυτό το είδος, αλλά την άνοιξη του 1886 έλαβε μια επιστολή από τον διάσημο Ρώσο συγγραφέα Ντμίτρι Γκριγκόροβιτς, στην οποία τον επέκρινε ότι σπαταλά το ταλέντο του: «Καλύτερα να λιμοκτονήσετε, όπως λιμοκτονήσαμε εμείς στην εποχή μας, φυλάξτε τις εντυπώσεις σας για στοχαστική εργασία (...) Ένα τέτοιο έργο θα εκτιμηθεί εκατό φορές περισσότερο από εκατοντάδες υπέροχες ιστορίες διάσπαρτες σε διαφορετικές χρονικές στιγμές στις εφημερίδες». Στη χώρα μας κυκλοφορήσαν το 2000 από τις εκδόσεις Θεμέλιο,  σε ενιαία έκδοση 44 από αυτές τις ιστορίες.


212.      Θραύσματα του έπους  (Γιάροσλαβ Βρχλίτσκι, 1878-1906) Ελεύθερα γραμμένος κύκλος επικών και λυρικών ποιημάτων που προσπαθεί να απεικονίσει την πρόοδο της ανθρωπότητας και την πορεία προς τον ουμανισμό. Οι τεράστιες ποιητικές συλλογές που περιέχουν σχεδόν όλη την επική ποίηση του Vrchlický δεν είναι χρονολογικά ταξινομημένες. Θεωρείται ένα από τα βασικά έργα της τσέχικης λογοτεχνίας και φημίζεται για το βαθύ φιλοσοφικό βάθος και τη λυρική ομορφιά του.  



“Ἐδῶ στὴ Γαλλία ποὺ κάθουμαι, ποτές, ὄχι! ποτὲς κανένας μου φίλος – ἀλήθεια εἶναι, καὶ πρέπει νὰ τὸ πῶ – μήτε θύμωσε, μήτε τὰ χάλασε μαζί μου, μήτε μοῦ τὸ βάσταξε βαρί, μήτε μιὰ γροθιὰ μοῦ ἔδωσε στὴ ζωή μου. Ἂν καὶ δὲ συφωνούσανε πάντα οἱ ἰδέες μας, συφωνούσανε οἱ καρδιές μας. Τὸ φέρσιμό μας εἶναι πάντα τῆς ἀθρωπιᾶς. Γίνεται τέτοια μονοτονία; Βαρέθηκα τὴν τύχη μου. Θὰ φιλήσω τὸν πρῶτο ποὺ θὰ μὲ βρίσῃ. Καβγάδες δίψασε ἡ ψυχή μου. Εἶναι καιρὸς ποὺ μοῦ τρώει σὰ λιγούρα τὴν καρδιά μου. Λαχτάρα μ’ ἔπιασε νὰ ξαναδιῶ τὴ μάννα μου – τὴν Ἑλλάδα! Ὁ νοῦς μου μεγάλα γυρέβει. Θέλω δόξα καὶ γροθιές!” (Γιάννης Ψυχάρης, «Το Ταξίδι μου» 1888)

213.      Η πείνα (Κνουτ Χάμσουν – 1890) Περιγράφει τις προσπάθειες του ήρωα, που πασχίζει να επιβιώσει γράφοντας άρθρα για εφημερίδες, τα οποία θα του επιτρέψουν να καλύψει τις στοιχειώδεις ανάγκες του. Δεν τα καταφέρνει όμως πάντα. Με την κοινωνική, φυσική και πνευματική του κατάσταση σε διαρκή εξασθένηση, περιπλανιέται στους δρόμους, βυθίζεται ολοένα και περισσότερο σε παραισθήσεις και στην παράνοια. Δύσκολα διατηρεί τον σεβασμό προς τους άλλους ανθρώπους και τον εαυτό του. Η πείνα τον κατευθύνει σε ενέργειες που τον γεμίζουν ενοχές. "Πατέρας της σύγχρονης σχολής λογοτεχνίας σε κάθε πτυχή του - την υποκειμενικότητά του, την αποσπασματικότητά του, τη χρήση των αναδρομών στο παρελθόν, το λυρισμό του. Ολόκληρη η μοντέρνα σχολή της μυθοπλασίας τον εικοστό αιώνα έχει τις ρίζες της στον Χάμσουν" (I.B.Singer – 1967). Ο Τόμας Μαν τον περιέγραψε ως «απόγονο των Φιόντορ Ντοστογιέφσκι και Φρίντριχ Νίτσε. Ο Άρθουρ Κέσλερ ήταν θιασώτης των ερωτικών ιστοριών του.                                                                                                              

214.      Αξέλ      (Ωγκύστ ντε Βιλιέ ντε λ'Ιλ-Αντάμ – 1890) Ένα ποιητικό και φιλοσοφικό δράμα που εξετάζει την έννοια του ρομαντισμού, του ιδεαλισμού και της αυτοκαταστροφής. Διαπραγματεύεται την έντονη εσωτερική σύγκρουση ενός ανθρώπου που αντιπαρατίθεται στην πραγματικότητα για να ακολουθήσει τις πνευματικές του αναζητήσεις, προκαλώντας ερωτήματα για τη φύση του ανθρώπινου πνεύματος. Επηρεάστηκε από τη συμμετοχή του στην Παρισινή Κομμούνα, τη Γνωστική φιλοσοφία του Χέγκελ, καθώς και τα έργα του Γκαίτε και του Βίκτωρα Ουγκώ. Ξεκινά σε ένα απόκρυφο κάστρο. Ο Βυρωνικός ήρωας Axël συναντά μια Γερμανίδα πριγκίπισσα. Μετά από μια αρχική σύγκρουση, ερωτεύονται. Μιλούν για τα καταπληκτικά ταξίδια που σχεδιάζουν να κάνουν. Αλλά συνειδητοποιούν ότι η ζωή δεν θα ανταποκριθεί ποτέ στα όνειρά τους. Στη συνέχεια αυτοκτονούν. Η πιο διάσημη ατάκα του έργου είναι η φράση του Αξέλ "Vivre? les serviteurs fermant cela pour nous" ("Ζώντας; Οι υπηρέτες μας θα το κάνουν αυτό για εμάς").

215.      Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ (Όσκαρ Ουάιλντ – 1890) Αρχικά εκδόθηκε στο περιοδικό Lippincott's Monthly Magazine μαζί με άλλα πέντε μυθιστορήματα. Στη συνέχεια ο Ουάιλντ προχώρησε σε εκτεταμένη αναθεώρηση του έργου, προσθέτοντας έξι νέα κεφάλαια για την έκδοσή του σε βιβλίο την επόμενη χρονιά.            Αλλόφρων επειδή η ομορφιά του θα χαθεί ενώ του πορτραίτου θα διατηρηθεί ανέπαφη, κάνει άθελά του μία συμφωνία με τον Διάβολο, σαν άλλος Φάουστ, σύμφωνα με την οποία ο πίνακας θα φέρει τα σημάδια του χρόνου, της φθοράς και του έκλυτου βίου του, ενώ αυτός θα παραμένει πάντοτε νέος και όμορφος. Σίβυλλα— μία όμορφη και ταλαντούχα ηθοποιός, την οποία ερωτεύεται ο Ντόριαν. Η αγάπη της για τον νέο την καθιστά ανίκανη να παίξει, καθώς πλέον δεν βρίσκει ευχαρίστηση στον ψεύτικο έρωτα του θεάτρου. Αυτοκτονεί όταν ο Ντόριαν της λέει ότι δεν την αγαπάει πλέον.                                                                                            

216.      Απλοί στίχοι (Χοσέ Μαρτί – 1891) Μια από τις πιο διάσημες ποιητικές συλλογές του. Παρουσιάζει τις απόψεις του για την αγάπη, την ελευθερία και τη δικαιοσύνη με σαφήνεια και απλότητα. Το στυλ εδώ είναι άμεσο, κομψό και προσιτό, συνδυάζοντας τον λυρισμό με βαθιά ηθικά και πολιτικά θέματα. Η ποίηση του είναι αναπόσπαστο μέρος του μοντερνιστικού κινήματος, συνδυάζοντας παραδοσιακές φόρμες με μια νέα ποιητική φωνή που προσπάθησε να εμπνεύσει την κοινωνική αλλαγή. Το έργο είναι γεμάτο με πλούσιο συμβολισμό και τα θέματα του για τα παγκόσμια ανθρώπινα δικαιώματα, την ανεξαρτησία και την αισιοδοξία επηρεάζουν τους αναγνώστες ακόμη και σήμερα.

217.      Μυρικά (Τζιοβάνι Πάσκολι – 1891) Συλλογή ποιημάτων που χαρακτηρίζεται από τη συναισθηματική ένταση και την εξαιρετική παρατηρητικότητα της φύσης και του ανθρώπινου κόσμου. Αυτές οι συνθέσεις εξερευνούν την ύπαιθρο, βιώνουν τις εποχές και την εναλλαγή τους, συσχετίζουν τους ρυθμούς της αγροτικής εργασίας, αναζητούν το ανθισμένο λουλούδι, παρατηρούν την απομονωμένη φωλιά. Η συλλογή αντλεί από καθημερινά αντικείμενα, το μεταβαλλόμενο τοπίο, την Ανθρωπόκαινο, τους αποξενωμένους και τον φυσικό κόσμο για να εξερευνήσει τη σχέση της ανθρωπότητας με τη φύση και με τον σύγχρονο κόσμο. Χρησιμοποιεί την ποίηση για να εκφράσει προσωπικά του βιώματα, ενσωματώνοντας στοιχεία συμβολισμού και ρομαντισμού.                                                                                                                                 

218.      Έντα Γκάμπλερ (Χένρικ Ίψεν – 1891)       Σχετικά με τον τίτλο, ο Ίψεν έγραψε: «Η πρόθεσή μου να δώσω αυτό το όνομα ήταν να δείξω ότι η Έντα ως προσωπικότητα πρέπει να θεωρείται περισσότερο κόρη του πατέρα της από ότι σύζυγος του συζύγου της». Η  Έντα δεν είναι ούτε λογική, ούτε τρελή. Η ευφυία της είναι «δαιμονική», γιατί αυτό την χαρακτηρίζει εσωτερικά, την ευχαριστεί και την εκφράζει. Οι στόχοι και τα κίνητρά της έχουν μια μυστική, προσωπική λογική από μόνα τους. Παίρνει αυτό που θέλει, αλλά αυτό που θέλει δεν είναι κάτι που οι φυσιολογικοί άνθρωποι θα παραδέχονταν (τουλάχιστον όχι δημοσίως) ότι τους είναι επιθυμητό. Ένα από τα σημαντικά πράγματα που συνεπάγεται ένας τέτοιος χαρακτήρας, είναι η υπόθεση ότι υπάρχει ένας μυστικός, ενίοτε ασυνείδητος, κόσμος των στόχων και των μεθόδων, ίσως ένα μυστικό σύστημα αξιών που συχνά είναι πολύ πιο σημαντικό από το ορθολογικό και τον κοινώς αποδεκτό σύστημα. Ο Bernard Paris ερμηνεύει τις πράξεις της Έντα ως απόρροια από την «ανάγκη της για ελευθερία [που είναι] τόσο επιτακτική όσο η λαχτάρα της για την εξουσία ... όσο η επιθυμία της να διαμορφώσει το πεπρωμένο ενός ανθρώπου».                                                

219.      Η Τες των ντ' Υρμπερβίλ (Τόμας Χάρντι – 1891)  Αφηγείται την περιπετειώδη προσωπική ιστορία μιας φτωχής κοπέλας και τις δραματικές επιπτώσεις που έχει το παρελθόν στη ζωή της. Θεωρείται κλασικό έργο της αγγλικής λογοτεχνίας, αν και στην εποχή του προκάλεσε αντιδράσεις, σκανδαλίζοντας τους αναγνώστες λόγω «ανηθικότητας», καθώς παρουσίαζε την ηρωίδα σαν ένα θύτη αλλά και θύμα της άκαμπτης ηθικής της Βικτωριανής εποχής.                                                            

220. Βρυκόλακες (Χένρικ Ίψεν – 1891) Από τα αρτιότερα τεχνικά έργα του παγκόσμιου θεάτρου. Αφιερωμένο στην τραγωδία της κατάρρευσης της αστικής οικογένειας. Οι θεατρικοί συγγραφείς των προηγούμενων χρόνων (από την εποχή της Αρχαίας Ελλάδας) έβλεπαν την προέλευση της τραγωδίας στην παραβίαση του ηθικού κώδικα, ενώ ο Ίψεν ήταν ο πρώτος που είδε και έδειξε την τραγωδία της μη παραβίασης του ηθικού κώδικα - ανοίγοντας έτσι μια νέα σελίδα στην ιστορία του δράματος. Ο συγγραφέας θίγει ένα ολόκληρο κουβάρι θεμάτων που ήταν ταμπού στη βικτωριανή κοινωνία: διαφθορά της εκκλησίας, αφροδίσια νοσήματα, αιμομιξία, ευθανασία. Σε σχέση με αυτό, οι παραγωγές του έργου σε διάφορες χώρες συνοδεύτηκαν από σκάνδαλα και πολλοί βιβλιοπώλες επέστρεψαν αντίτυπα του «ανήθικου» έργου στον συγγραφέα. «Στο έργο αυτό θα γνωρίσετε κάτι που αποκαλώ «Βρυκόλακες»: νεκρές κουβέντες, που όμως επιστρέφουν μετά θάνατο εμποδίζοντας τον άνθρωπο να ζήσει τη ζωή του, με τον τρόπο που ο ίδιος επιθυμεί. Πολύ περισσότερο θα δείτε το μεγάλο κακό, που μπορούν να προκαλέσουν οι εν λόγω βρυκόλακες». Η Ρεγγίνα ως μοιραία γυναίκα: νόθα κόρη του συζύγου της δεινοπαθούσας για χρόνια χήρας Ελένης και ταυτόχρονα ερωμένη του γιού της.