Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2025

Μετα το τέλος του Β΄ΠΠ (1946): Απο τον Καζαντζάκη και το Γιοκομίζο στον Πρεβέρ και από τον Γουό στον Ίσεργουντ

ChatGPT Image Ζορμπάς
Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά (Νίκος Καζαντζάκης – 1946) «Ο Ζορμπάς μ” έμαθε ν” αγαπώ τη ζωή και να μη φοβούμαι το θάνατο. Αν ήταν στη ζωή μου να διάλεγα έναν ψυχικό οδηγό, έναν γκουρού όπως λένε οι Ινδοί, ένα γέροντα όπως λένε οι καλόγεροι στο Άγιον Όρος, σίγουρα θα διάλεγα τον Ζορμπά.» . "Ποιος είναι ο Ζορμπάς; Είναι ο καθένας με ελληνική προφορά. Είναι ο Sinbad που διασταυρώνεται με τον Sancho Panza. Είναι η ζωτική δύναμη του Μπέρναρντ Σω που χύνεται σε ένα μακρύ, αδύνατο, αγριεμένο μουστάκι Έλληνα, του οποίου τα 65 χρόνια στον ήλιο της Μεσογείου δεν έχουν θαμπώσει τα γερακίσια μάτια του, ούτε το παγανιστικό γέλιο του...Ο Ζορμπάς κάνει τους ήρωες της πιο σύγχρονης μυθοπλασίας να φαίνονται σαν δυσπεπτικά φαντάσματα» (NYT). «Ανάμεσα στον αρρωστημένο από τον πολιτισμό άντρα, τον αγκυλωμένο από επιφυλάξεις και θρεμμένο με ανατολίτικη φιλοσοφία, και σ’ αυτόν τον εξηντάρη, που κινητοποιείται από ισχυρά ένστικτα, υφαίνεται ο δεσμός μιας φανατικής φιλίας…Κατανοεί κανείς πώς ένα τέτοιο έργο μπορούσε να έχει πάνω στον Τόμας Μανν αυτή τη σοκαριστική δύναμη που έχουν οι πρώτες συναντήσεις: ο μεγάλος Γερμανός συγγραφέας δεν δίστασε να το παραλληλίσει με τα αριστουργήματα της αρχαίας εποποιΐας….Αντηχεί μοναδικά στη σύγχρονη λογοτεχνία μας, πλησιάζοντας, ταυτόχρονα, τους μεγάλους Ρώσσους αφηγητές και τους τραγικούς» (Εκδόσεις Plon).

Όλοι οι άντρες του βασιλιά (Ρόμπερτ Πεν Γουόρεν – 1946) Το πολιτικό μυθιστόρημα, φιλοσοφικών και ηθικών αναζητήσεων, που αναφέρεται στις συνθήκες του πολιτεύματος των ΗΠΑ στην εποχή του Μεσοπολέμου «δεν παύει να είναι αντιπροσωπευτικό της γενικότερης πολιτικής σήψης και του αριβισμού που διακρίνει την πολιτική και την εξουσία. Η δημοκρατία γύρω από έναν «βασιλιά» δεν είναι ακριβώς δημοκρατική, ο «βασιλιάς» καταστρατηγεί τη νόμιμή του ισχύ, αφού κατευθύνει «μαριονέτες», όσο κι αν έχει ξεκινήσει από ιδεαλιστικές πρακτικές και συμπεριφορές, και το παρασκήνιο υπονομεύει την επιφάνεια, καθώς η διαπλοκή, ο εκβιασμός και η διαφθορά είναι πάντοτε παρόντα». (Γιώργος Ν. Περαντωνάκης, bookpress.gr, 17/12/2020).  Συγκλονιστική ιστορία για την εξουσία και τη διαφθορά στον Νότο της εποχής της Ύφεσης. Ένας διαρκής διαλογισμός για τις απρόβλεπτες συνέπειες κάθε ανθρώπινης πράξης, την ενοχλητική διασύνδεση όλων των ανθρώπων και την διεφθαρμένη κοινωνά. Ο Γουίλι Σταρκ (η ελαφρώς τροποποιημένη εκδοχή ενός πραγματικού προσώπου, του άλλοτε πανίσχυρού άνδρα / κυβερνήτη της Λουϊζιάνας), ξεκινά ως γνήσιο τέκνο του λαού, αποφασισμένος να ταχθεί στην υπηρεσία των απόκληρων και των αδικημένων, να αγωνιστεί για μια άλλη, προοδευτική Αμερική και καταλήγει ως λαϊκιστής, δημαγωγός και δολοφόνος,. Ο Τζακ, δεύτερος πρωταγωνιστής στο έργο, είναι ο πειθήνιος σύμβουλος του που εκτελεί τις εντολές του αφεντικού του, αρχικά χωρίς αντίρρηση και μετά με ολοένα και πιο πολλές αμφιβολίες και ταραγμένη συνείδησή. Και η πολιτική; Για τον Warren, αυτή είναι απλώς η αρένα που είναι πιο πιθανό να αποδείξει ότι ο άνθρωπος είναι ένα "τελειωμένο" πλάσμα. Πράγμα που κάνει…

Οι Δολοφονίες στην έπαυλη (The Honjin Murders) (Σέισι Γιοκομίζο – 1946) Το μυθιστόρημα – με απρόσμενο και συναρπαστικό τέλος - παρουσιάζει τον δημοφιλή ντετέκτιβ Kosuke Kindaichi, που πρωταγωνιστεί σε εβδομήντα επτά μυστήρια του Yokomizo. Εδώ λύνει μια διπλή δολοφονία ενός παντρεμένου ζευγαριού σε «κλειδωμένο δωμάτιο» (έγκλημα που  διαπράττεται υπό συνθήκες στις οποίες φαίνεται αδύνατο για τον δράστη να εισέλθει στον τόπο του εγκλήματος, να το διαπράξει και να παραμείνει απαρατήρητος), που λαμβάνει χώρα σε μια απομονωμένη έπαυλη (honjin) καλυμμένη με χιόνι. Ο Γιοκομίζο είχε διαβάσει εκτενώς κλασικά αστυνομικά μυθιστορήματα γουέστερν και το μυθιστόρημα κάνει αναφορές στον Τζον Ντίκσον Καρ, τον Γκαστόν Λερού και άλλους, με αρκετές αναφορές στο «Μυστήριο του Κίτρινου Δωματίου» του Λερού ως ένα εμβληματικό μυστήριο «κλειδωμένου δωματίου». Αν και έγραψε ένα νουάρ και μερικές φορές ένα γραφικό μυθιστόρημα μυστηρίου για φόνο, ο Γιοκομίζο εργάστηκε μέσα στην παράδοση της λογοτεχνικής ιαπωνικής αισθητικής. Συχνά σταματά για να συμπεριλάβει λυρικές περιγραφές της φύσης, της έπαυλης και των χαρακτήρων. Το μυθιστόρημα παρέχει μια λεπτομερή αίσθηση του τόπου, συμπεριλαμβανομένων των αναφορών σε βασικές κατευθύνσεις και ενός λεπτομερούς σκίτσου της σκηνής του φόνου. Η μουσική, τα όργανα και τα σύνεργα Koto παίζουν συχνό ρόλο στην υπόθεση. Εκτός από το κεντρικό μυστήριο, ο Γιοκομίζο χρησιμοποιεί την ιστορία για να φωτίσει τις παραδόσεις, τα έθιμα και τον ρυθμό της αγροτικής Ιαπωνίας στις αρχές του εικοστού αιώνα, καθώς και τις ανησυχίες για τις μεταβαλλόμενες ταξικές διακρίσεις. Ο παντογνώστης αφηγητής, σε μια παρένθεση προς τον «ευγενικό αναγνώστη», εξηγεί ότι η λέξη «καταγωγή, η οποία έχει σχεδόν εκλείψει από την πόλη, είναι ακόμη ζωντανή σήμερα και κυρίαρχη σε αγροτικά χωριά όπως αυτό», και το κίνητρο του δολοφόνου αποκαλύπτεται ότι σχετίζεται με μια εμμονή με τις παραδοσιακές έννοιες της τιμής και των οικογενειακών γραμμών αίματος.                                                                                                                                  

Λόγια (Ζακ Πρεβέρ - 1946) Είναι μια συλλογή που μιλά με απλά λόγια για βαθιά πράγματα. Έχει τρυφερότητα, ειρωνεία, πόνο, αγάπη, πολιτική συνείδηση. Σηματοδοτεί ένα πέρασμα από την ελιτίστικη λογοτεχνία σε μια ποίηση πιο λαϊκή, άμεση και πολιτικά φορτισμένη. Είναι ένα έργο προσβάσιμο και συγκινητικό, που έφερε την ποίηση έξω από τις λέσχες των διανοουμένων και την παρέδωσε στους δρόμους, στις πλατείες, στις τάξεις των σχολείων. Γράφτηκε στον απόηχο του Β’ΠΠ, σε μια Γαλλία που αναζητά νέο νόημα, ελπίδα και ελευθερία μετά τη φρίκη της Κατοχής και των ιδεολογικών καταπιέσεων. Ο Πρεβέρ, βαθιά ανθρωπιστής και αντικομφορμιστής, εκφράζει την κόπωση του πολίτη απέναντι στους ψεύτικους λόγους της εξουσίας. Είναι προφητική για τη δύναμη (και κατάχρηση) της γλώσσας. Με λιτά μέσα και ακατέργαστη αλήθεια, ο ποιητής μας προκαλεί να σκεφτόμαστε πίσω από τις λέξεις, να μην αποδεχόμαστε παθητικά τις ρητορικές του φόβου και του καθωσπρεπισμού. Μια συλλογή γροθιά, επίκαιρη όσο ποτέ — ιδίως στην εποχή του επικοινωνιακού πληθωρισμού. Οι στίχοι περιλαμβάνουν 95 κείμενα χωρίς στίξη με πολύ ποικίλη μορφή και έκταση. Η φόρμα είναι επίσης πολύ ποικίλη με πεζά κείμενα, σκίτσα με διάλογο σε ελεύθερο στίχο  και μια πιο παραδοσιακή χρήση ελεύθερου στίχου με τη μερική χρήση ακανόνιστων ομοιοκαταληξιών. Ο Πρεβέρ εγκαταλείπει την "υψηλή" λογοτεχνική έκφραση και γράφει με απλά, κατανοητά, καθημερινά γαλλικά, που μιλούν απευθείας στην καρδιά και στο νου του αναγνώστη. Τα ποιήματα διαβάζονται σαν πεζογραφήματα, διάλογοι, ακόμα και σαν τραγούδια του δρόμου. Η συλλογή είναι βαθιά ανθρωπιστική: υμνεί την αγάπη, την ελευθερία, τα παιδιά, τη φιλία, και τους καθημερινούς ανθρώπους. Πίσω από τη φαινομενική αφέλεια κρύβεται ένα βλέμμα στοργής και αντίστασης. Πολλά ποιήματα είναι πολιτικά φορτισμένα: αντιμιλιταριστικά, αντιεκκλησιαστικά, αντιφασιστικά. Ο Πρεβέρ σαρκάζει την εξουσία, την υποκρισία, την αστική ηθική και την καταπίεση της σκέψης. Ως σεναριογράφος του ποιητικού ρεαλισμού στον γαλλικό κινηματογράφο (π.χ. Les Enfants du Paradis), ο Πρεβέρ εισάγει εικόνες με ζωντάνια, κίνηση, ρυθμό. Το ποιητικό του βλέμμα θυμίζει συχνά κάμερα που περιγράφει σκηνές ζωής. Μερικά από τα πιο γνωστά ποιήματα του Paroles: «Πρωινό», λιτό ποίημα για τον χωρισμό, από τα πιο διάσημα και συχνά διδασκόμενα. «Barbara», ύμνος στην αγάπη και τη μνήμη, με φόντο τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. «Pour faire le portrait d’un oiseau», αλληγορία για τη δημιουργία και την ελευθερία. «Familiale», καυστική κοινωνική κριτική για την "ιδανική οικογένεια". «Lanterne magique de Picasso», φόρος τιμής στον Πικάσο και την τέχνη. «Chasse à l’enfant», βασισμένο σε πραγματικό γεγονός, ένα ποίημα για τη βία κατά των παιδιών. Τα «Λόγια», είναι από τα πιο εμβληματικά έργα της συλλογής, που αποκαλύπτουν την κενότητα των «μεγάλων λέξεων» των κυβερνώντων. Οι λέξεις "Πατρίδα", η "Ηθική", ο "Νόμος" δεν είναι τίποτα όταν δεν υπηρετούν την αλήθεια και την ελευθερία του ανθρώπου. Ο τελικός σιωπηλός άνθρωπος του ποιήματος δεν είναι απλώς παθητικός. Είναι ο αφυπνισμένος, εκείνος που έμαθε να αμφισβητεί, που αρνείται να συμμετάσχει στο παιχνίδι των ψεύτικων λόγων. Οι μεταπολεμικές γενιές είδαν τον εαυτό τους μέσα σε αυτά τα ποιήματα — ανθρώπινα, μελαγχολικά, ελπιδοφόρα. Πολλά από αυτά έγιναν τραγούδια, μελοποιημένα από καλλιτέχνες όπως ο Joseph Kosma και ερμηνευμένα από τον Yves Montand, τη Juliette Gréco, κ.ά. Είναι μία από τις πιο πολυδιαβασμένες συλλογές ποίησης στη Γαλλία και σε πολλές χώρες. Ο Πρεβέρ έγινε “λαϊκός ποιητής” – αγαπημένος των απλών ανθρώπων, χωρίς να θυσιάσει την κριτική του ματιά.

Helena Fourment by Rubens, c. 1630
Επανεξέταση του Μπράιντσχεντ (Άρθουρ Έβελυν Γουό – 1946)  Μία και μόνο μία φορά στην καριέρα του, ο πικραμένος, αστικός σατιρικός Έβελυν Γουό, μάζεψε όλα του τα νεύρα και το ταλέντο του και δημιούργησε ένα γνήσιο λογοτεχνικό αριστούργημα. Είναι στην πραγματικότητα μια απίστευτα διασκεδαστική, απίστευτα αστεία και θλιβερή ιστορία για έναν εντυπωσιακό νεαρό άνδρα, τον Τσαρλς, από τη δεκαετία του 1920 έως το 1944-1945, ο οποίος πηγαίνει στην Οξφόρδη και ερωτεύεται μια οικογένεια: τους πλούσιους, εκκεντρικούς, αριστοκράτες Φλάιτς, ιδιοκτήτες ενός μεγάλου παλιού κάστρου, του Μπράιντσχεντ. Ακολουθεί τη ζωή και τα ειδύλλια του Τσαρλς, ιδιαίτερα τις σχέσεις του με δύο από τους Φλάιτ: τον Λόρδο Σεμπάστιαν και τη Λαίδη Τζούλια. Το μυθιστόρημα εξερευνά θέματα όπως ο Καθολικισμός και η νοσταλγία για την εποχή της αγγλικής αριστοκρατίας. Στο πρώτο μισό του βιβλίου ο εξαίσιος, ξεκαρδιστικός Σεμπάστιαν, που είναι συμμαθητής του Τσαρλς, διδάσκει στον νεαρό την ομορφιά, το ποτό και την πνευματώδη συζήτηση και αναζήτηση. Στο δεύτερο, ο καθένας μεγαλώνει και όλα βαδίζουν θεαματικά προς τη καταστροφή.                                       

By Varga Judit 1973
Οι ιστορίες του Βερολίνου (Κρίστοφερ Ίσεργουντ  - 1946) «Είμαι μια κάμερα με το κλείστρο ανοιχτό». Με την ψυχραιμία και τη διαύγεια και τη μελαγχολική τους αποστασιοποίηση, αυτές οι λέξεις εκφράζουν περισσότερα μια στιγμή στο χρόνο από ό,τι τα περισσότερα  μυθιστορήματα. Δεν είναι ένα μυθιστόρημα, αλλά δύο σύντομες ιστορίες κολλημένες μεταξύ τους που σχηματίζουν ένα συνεκτικό στιγμιότυπο ενός χαμένου κόσμου, του αντιφατικού, κοσμοπολίτικο Βερολίνου της δεκαετίας του 1930, όπου όλοι χορεύουν όλο και πιο γρήγορα, σαν αυτό να τους έσωζε από την υφέρπουσα άνοδο του ναζισμού. Ένας από τους σπουδαιότερους χαρακτήρες,  η θεϊκά παρακμιακή Σάλι, μια νεαρή Αγγλίδα που τραγουδάει σε ένα άθλιο καμπαρέ, με πολυκύμαντη σεξουαλική της ζωή και μεγάλη ομάδα «θαυμάσιων» εραστών είναι στο επίκεντρο της μουσικής προσαρμογής του βιβλίου στο  «Cabaret», αλλά η θεατρική εκδοχή δεν μπορεί να ταιριάξει, ούτε πολύ περισσότερο να ξεπεράσει τη δύναμη και τον πλούτο του μυθιστορήματος. Αν και οι ιστορίες του για τη νυχτερινή ζωή του Βερολίνου σημείωσαν εμπορική επιτυχία και εξασφάλισαν τη φήμη του ως συγγραφέα, ο Ίσεργουντ αργότερα αποκήρυξε τα γραπτά του. Σε ένα δοκίμιο του 1956, ο Isherwood θρήνησε ότι δεν είχε καταλάβει τα βάσανα των ανθρώπων που απεικόνιζε. Ο Ίσεργουντ δήλωσε ότι το Βερολίνο της δεκαετίας του 1930 ήταν «μια πραγματική πόλη στην οποία οι άνθρωποι υπέφεραν από τις δυστυχίες της πολιτικής βίας και σχεδόν της πείνας. Η «κακοήθεια» της νυχτερινής ζωής του Βερολίνου ήταν του πιο αξιολύπητου είδους. Τα φιλιά και οι αγκαλιές, όπως πάντα, είχαν ετικέτες τιμών... Όσο για τα «τέρατα», ήταν αρκετά συνηθισμένα ανθρώπινα όντα που ασχολούνταν πεζά με το να βγάζουν τα προς το ζην με παράνομες μεθόδους. Το μόνο τέρας ήταν ο νεαρός ξένος που περνούσε χαρούμενα μέσα από αυτές τις σκηνές ερήμωσης, παρερμηνεύοντάς τες ώστε να ταιριάζουν στην παιδική του φαντασίωση».

Δεν υπάρχουν σχόλια: