Τα στοιχεία αυτά έρχονται στο φως από την τετραετή έρευνα του Εργαστηρίου Αναλυτικής Χημείας του Πανεπιστημίου Αθηνών, για λογαριασμό της Περιφέρειας Αττικής. Το πρόγραμμα στη Λεκάνη του Ασωπού (επιστημονικός υπεύθυνος ο αναπλ. καθηγητής Αναλυτικής Χημείας Νικόλαος Θωμαΐδης) αφορά όχι μόνο το νερό και τα ιζήματα του ποταμού, αλλά και τον υπόγειο υδροφορέα της περιοχής και το πόσιμο νερό, δηλαδή τις πηγές της Μαυροσουβάλας από τις οποίες υδροδοτείται η περιοχή του Δήμου Ωρωπού. Η πρωτοτυπία του συγκεκριμένου προγράμματος έγκειται στο ότι για πρώτη φορά στην Ελλάδα έγινε συστηματική παρακολούθηση όχι μόνο των «συμβατικών» ρύπων, αυτών που επιβάλλεται να μετρούνται από την εθνική και κοινοτική νομοθεσία, αλλά των αναδυόμενων ρύπων, δηλαδή τα χημικά που χρησιμοποιούνται καθημερινά από τους ανθρώπους (λ.χ. απορρυπαντικά) ή τη βιομηχανία και για τα οποία υπάρχει ελάχιστη εικόνα.
Η ομάδα επέλεξε δύο θέσεις δειγματοληψίας στον (αττικό) Ασωπό για νερό και ιζήματα (μία κοντά στα όρια Αττικής και Βοιωτίας και μία κοντά στις εκβολές). Εκεί τοποθετήθηκαν σταθερά μηχανήματα που λαμβάνουν 24ωρα δείγματα: το πρώτο έτος πήραν μετρήσεις για έναν ολόκληρο μήνα και τα υπόλοιπα από μία εβδομάδα σε κάθε εποχή. Επίσης ελήφθησαν δείγματα από δέκα σημεία (σε κατοικίες της ευρύτερης περιοχής) για το πόσιμο νερό και από δώδεκα γεωτρήσεις για τα υπόγεια νερά. Συνολικά συγκεντρώθηκαν 148 δείγματα τα οποία και αναλύθηκαν εργαστηριακά, «σαρώνοντας» πάνω από 60.000 ρύπους, από τους οποίους ελέγχθηκαν συστηματικά περίπου 2.500.
Το πρόγραμμα ξεκίνησε το 2017 και ολοκληρώνεται τον φετινό Σεπτέμβριο. Οι ερευνητές έχουν πλέον καταλήξει στα πρώτα συμπεράσματα για τον ποταμό, τα οποία ανακοινώθηκαν τους προηγούμενους μήνες σε επιστημονικά συνέδρια και περιοδικά, ενώ θα ακολουθήσουν τους επόμενους μήνες τα συμπεράσματα για τις γεωτρήσεις και το πόσιμο νερό. «Στις μετρήσεις μας στον Ασωπό φαίνεται ότι η ρύπανση συνεχίζεται με μία σειρά από ρύπους προερχόμενους από βιομηχανική δραστηριότητα: επεξεργασία μετάλλων, υφαντουργία, βιομηχανία τροφίμων, φαρμακοβιομηχανία», λέει στην «Κ» ο κ. Θωμαΐδης. «Από τις ενώσεις που εντοπίζονται, οι πιο επικίνδυνες για την υγεία είναι εκείνες που συσσωρεύονται στο περιβάλλον και κατόπιν περνούν στην τροφική αλυσίδα και στο νερό. Για παράδειγμα, οι υπερφθοριωμένες ενώσεις, που συνδέονται με την παραγωγή των επικαλύψεων που τοποθετούνται σε δοχεία ή σακούλες τροφίμων, με την αντικολλητική επίστρωση σε μαγειρικά σκεύη ή τα πρόσθετα σε υφάσματα, έχουν συνδεθεί από μελέτες με διαταραχές του ενδοκρινικού συστήματος. Οι βενζοτριαζόλες, επίσης, που χρησιμοποιούνται ως αντιδιαβρωτικό κατά την επεξεργασία μετάλλων και εντοπίστηκαν σε μεγάλες ποσότητες στον Ασωπό, δυνητικά επηρεάζουν το οικοσύστημα – για τον άνθρωπο δεν υπάρχει επαρκής επιστημονική γνώση ακόμα».
Αντίθετα, τα επίπεδα χρωμίου και εξασθενούς χρωμίου κινούνται σε φυσιολογικά επίπεδα. «Η βιομηχανία εστίασε στο εξασθενές και στα βαρέα μέταλλα, αγνοώντας το υπόλοιπο ρυπαντικό φορτίο. Πολλά από τα χημικά που ανιχνεύουμε δεν είναι επαρκώς μελετημένα και οι διαθέσιμες τεχνολογίες δεν τα απομακρύνουν αποτελεσματικά. Πάντως, είναι δεδομένο ότι προέρχονται από τη βιομηχανική περιοχή, καθώς εντοπίζονται πιο έντονα στον σταθμό μέτρησής μας που βρίσκεται στα σύνορα της Αττικής με τη Βοιωτία».
Φάρμακα και φυτοφάρμακα
Εκτός από τη βιομηχανία υπάρχουν ακόμα δύο πηγές ρύπων του Ασωπού: οι φαρμακευτικές ενώσεις και τα φυτοφάρμακα. «Εντοπίσαμε μεγάλες ποσότητες μετφορμίνης, ένα αντιδιαβητικό φάρμακο. Με δεδομένο πως όταν η μετφορμίνη περνά από τον οργανισμό μας μεταβολίζεται και αποκτά άλλη μορφή, μπορούμε με σιγουριά να πούμε πως η ποσότητα που βρήκαμε απορρίφθηκε απευθείας στον Ασωπό, δεν προέρχεται από την κατανάλωση του φαρμάκου από τους ανθρώπους. Ομοίως, βρέθηκε μόνο στα ιζήματα ισοκοναζόλη, ένα αντιμυκητιασικό φάρμακο. Οσον αφορά τα φυτοπροστατευτικά, εντοπίσαμε ενώσεις που χρησιμοποιούνται σε ζιζανιοκτόνα (MCPA, μετολαχλόρη) και μυκητιοκτόνα. Οι ποσότητες δείχνουν κατάχρηση των φυτοφαρμάκων από τους γεωργούς. Το ενδιαφέρον είναι η εποχική διακύμανση και η εξέλιξή τους: για παράδειγμα, τον χειμώνα η μετολαχλόρη εντοπίζεται 32 φορές περισσότερο από ό,τι την άνοιξη. Την άνοιξη ανιχνεύσαμε τον μεταβολίτη της (σ.σ. την «εξέλιξή» της), δηλαδή η μετολαχλόρη δεν εξαφανίστηκε από το έδαφος, απλά μετασχηματίστηκε». Σε μικρότερες ποσότητες εντοπίστηκαν και πολλές ουσίες οι οποίες συνδέονται με τις συνήθειές μας και τα προϊόντα ή τα φάρμακα που χρησιμοποιούμε.
Ενα από τα σταθερά μηχανήματα που λαμβάνουν δείγματα (και από τον υδροφόρο ορίζοντα) όλο το 24ωρο.
Χάρη στις συνεχείς μετρήσεις εντοπίστηκε και το περιστασιακό... «ξεφόρτωμα» χημικών ή άλλων ουσιών στον Ασωπό. «Το ενδιαφέρον είναι ότι οι περισσότερες “διαρροές” συνδέονται με βροχοπτώσεις. Για παράδειγμα, έπειτα από μια βροχερή ημέρα εντοπίζαμε μεγάλες ποσότητες από βιοφαινόλες, δηλαδή κάποιο ελαιουργείο βρήκε ευκαιρία να πετάξει στο ποτάμι τον κατσίγαρο. Το ίδιο έχει συμβεί και με χημικά που συνδέονται με τη βιομηχανία. Δυστυχώς δεν μπορούμε να εντοπίσουμε την πηγή».
Οι επικίνδυνοι μεταβολίτες
Ενα σημαντικό ζήτημα που απασχολεί την επιστημονική κοινότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι ο εμπλουτισμός του καταλόγου των ουσιών που πρέπει να παρακολουθούνται· αλλά και ο τρόπος, καθώς οι ενώσεις «εξελίσσονται» και αλλάζουν μορφή. «Οι ενώσεις αλλάζουν περνώντας μέσα από τον ανθρώπινο οργανισμό ή μέσα από αβιωτικές διεργασίες, από την παραμονή στο περιβάλλον, λ.χ. υδροδιάλυση, φωτοδιάσπαση.
Ετσι παράγονται νέες ουσίες», εξηγεί ο κ. Θωμαΐδης. «Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί οι λ.χ. δέκα ενώσεις που περνούν σε μεγάλες ποσότητες στο περιβάλλον, πολλαπλασιάζονται με άγνωστη τοξικότητα. Μπορεί μάλιστα μια ένωση να μην είναι η ίδια τόσο τοξική, αλλά ο μεταβολίτης της να είναι τοξικότερος. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να αναλύουμε τα δείγματα με τις νέες μεθόδους, για να ανακαλύπτουμε τι κρύβεται».
Το πρόγραμμα παρακολούθησης του Εργαστηρίου Αναλυτικής Χημείας θα χρησιμεύσει όχι μόνο στην Περιφέρεια Αττικής, για τη λήψη αποφάσεων, αλλά και στο υπουργείο Περιβάλλοντος, στη συζήτηση που γίνεται σε επίπεδο Ε.Ε. για τις νέες χημικές ουσίες που θα πρέπει να παρακολουθούνται. «Βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας, η χώρα πρέπει να υποβάλει στην Ε.Ε. μια λίστα των ουσιών που εκτιμά ότι ενέχουν κίνδυνο για το περιβάλλον. Κατόπιν θα πρέπει να καταρτίσει ένα διαχειριστικό σχέδιο για να βρει τις πηγές ρύπανσης και να λάβει μέτρα, τα οποία θα ελεγχθούν. Στόχος είναι η θέσπιση ορίων και σε άλλες ουσίες, που σήμερα παραμένουν αόρατες στη νομοθεσία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου