Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2023

"HΦΑΙΣΤΕΙΟΤΗΤΑ & ΣΕΙΣΜΙΚΟΤΗΤΑ Β. ΕΥΒΟΪΚΟΥ" του Κωνσταντίνου Αθ Οικονόμου (από το www.larissanet.gr)


 

ΓΕΝΙΚΑ: Η ευρύτερη περιοχή του Βορείου Ευβοϊκού κόλπου αποτελεί μία ενεργά επεκτεινόμενη λεκάνη της κεντρικής Στερεάς Ελλάδος. Τα ιζήματα που αποτίθενται στη λεκάνη αυτή υπόκεινται στην τεκτονική δραστηριότητα της περιοχής. Μάλιστα, χαρτογραφήθηκαν τρεις κύριες ιζηματικές ενότητες που αντιπροσωπεύουν αντίστοιχες διαδοχικές φάσεις απόθεσης ιζημάτων, καθώς επίσης ρηξιγενείς ζώνες και κατολισθήσεις. 

Κύριο χαρακτηριστικό του υποβάθρου του κόλπου φαίνεται να είναι οι συνολικά 8(!) τον αριθμό, μεγάλες τεκτονικές τάφροι που υπάρχουν στην περιοχή, οι οποίες κατά τις παγετώδεις περιόδους του Τεταρτογενούς μάλλον αποτελούσαν λιμναία περιβάλλοντα. Ακόμη, διακρίνεται πιθανή προέκταση ορισμένων ρηγμάτων της ξηράς προς το θαλάσσιο χώρο.

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ: Η περιοχή του Β. Ευβοϊκού περιβάλλεται από ηφαιστειακά κέντρα, που σήμερα θεωρούνται σβησμένα. Μόνη απόδειξη του “εκρηκτικού” παρελθόντος της περιοχής είναι οι θερμοπηγές και τα επιφανειακά υλικά που προέρχονται από μαγματικές αποθέσεις. Έτσι γύρω από την περιοχή υπάρχουν οι θερμές πηγές των Καμένων Βούρλων, των Θερμοπυλών, της Αιδηψού, των Γιάλτρων, των Ηλίων [Εύβοιας], τα ρήγματα της Αρκίτσας, καθώς και απομεινάρια ηφαιστειακών σχηματισμών, όπως οι νησίδες στην είσοδο του Παγασητικού κόλπου και, στο κέντρο περίπου της εξεταζόμενης περιοχής, τα Λιχαδονήσια και η νησίδα Στρογγυλή.

ΤΑ ΛΙΧΑΔΟΝΗΣΙΑ: Στο βόρειο Ευβοϊκό κόλπο, ανάμεσα στα Καμένα Βούρλα και στην Εύβοια [Κάβος Λιχάδας], βρίσκεται μια σειρά από πράσινες νησίδες και βραχονησίδες, τα Λιχαδονήσια. Υπάρχει αναφορά στα Λιχαδονήσια ότι η Στρογγυλή υπήρξε δόμος σβησμένου ηφαιστείου. Εκατομμύρια έτη π.Χ. η Εύβοια ήταν ενωμένη με την κεντρική Στερεά Ελλάδα και με τις γεωλογικές μεταβολές που συνέβησαν, ένα κομμάτι καταποντίστηκε και έμειναν στην επιφάνεια η Στρογγυλή και τα Λιχαδονήσια. Τα ηφαιστειακά πετρώματα αυτών των θέσεων χαρακτηρίζονται ως ασβεστοαλκαλικές λάβες και περιλαμβάνουν βασάλτες και βασαλτικούς ανδεσίτες. Η ηφαιστειότητα εντοπίζεται χρονολογικά μεταξύ 3 εκατομμυρών και 500.000 ετών πριν. Έλαβε δηλαδή χώρα κατά τη διάρκεια του Πλειοκαίνου και του Πλειστοκαίνου. 

Τα μεγαλύτερα από τα νησάκια αυτά είναι η Στρογγυλή και η Μονολιά, λίγο μικρότερα η Μικρή Στρογγυλή, το Στενό, η Βάγια και μερικά ακόμα μικρότερα που ονομάζονται ποντικονήσια. Μαζί αποτελούν ένα νησιωτικό σύμπλεγμα εξαίρετης φυσικής ομορφιάς. 

Η Στρογγυλή αποτελεί την κορυφή ενός ηφαιστείου [ίσως δόμος ή κρατήρας] και παντού υπάρχουν μαύρα και κόκκινα, συμπαγή και πορώδη πετρώματα φυσικά μνημεία και αποδείξεις της γεωλογικής ιστορίας της περιοχής. Είναι χαμηλότερη των 40 μέτρων. Δεν υπάρχουν ακρογιάλια και κόλποι, μόνο ένας πολύ μικρός όρμος στη βορειοδυτική πλευρά του. Το νησάκι περιβάλλεται από ηφαιστειογενή βράχια. Τα νερά γύρω από το νησί βαθαίνουν απότομα και μόνο στο βόρειο μέρος, αυτό που εκτείνεται προς τα Λιχαδονήσια, είναι ομαλά και σχετικά ρηχά καθώς αποτελούν την προέκταση της ξέρας που τα ενώνει. 

Τα υπόλοιπα Λιχαδονήσια είναι η νήσος Μονολιά που είναι και το μεγαλύτερο νησάκι του συμπλέγματος, και κάποια μικρότερα που χωρίζονται με στενά κανάλια, κάποια προσβάσιμα από μικρά σκάφη. Ακόμη υπάρχουν και μια σειρά από βραχονησίδες που είναι διάσπαρτες περιμετρικά των νησιών. 

Σε αντίθεση με τη Στρογγυλή, τα Λιχαδονήσια έχουν αρκετές όμορφες, ρηχές και καθαρές παραλίες. Μικροί κολπίσκοι και όρμοι, μάλιστα κάποιοι αποτελούμενοι από ψιλή άμμο, τριμμένα από τον καιρό και τη θάλασσα κοχύλια και μαυρόπετρες [βασαλτικές]....

ΠΛΟΥΣΙΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ: Ο Βόρειος Ευβοϊκός Κόλπος αποτελεί μια τεκτονική τάφρο με μέγεθος ανάλογο της Κορινθιακής-Πατραϊκής τάφρου, του οποίου η διεύθυνση της παράταξης των ρηγμάτων μεταβάλλεται κατά μήκος της τάφρου. Αναλόγως της Κορινθιακής-Πατραϊκής τάφρου ο Βόρειος Ευβοϊκός Κόλπος περικλείει έναν αριθμό από μεγάλα παράκτια ρήγματα. Θεωρείται ότι στην περιοχή αυτή τα ρηξιγενή πρανή είναι Ολοκαινικής ηλικίας και έχουν φιλοξενήσει σημαντικά σεισμικά γεγονότα κατά το παρελθόν. 

Στην βάση αυτών των παράκτιων ρηγμάτων, κυρίως στο δυτικό τμήμα του κόλπου, εμφανίζονται και άλλα ρήγματα, τα οποία όμως είναι λιγότερο εκφρασμένα στην μορφολογία του ανάγλυφου. Γεωδαιτικές μετρήσεις που έγιναν στην περιοχή του Βόρειου Ευβοϊκού Κόλπου (Clarke, 1998) και η μελέτη της σεισμικότητας των τελευταίων 300 χρόνων (Ambraseys and Jackson, 1997), υποδηλώνουν ότι ο ρυθμός διαστολής του Βόρειου Ευβοϊκού Κόλπου, είναι πολύ μικρότερος από αυτόν της Κορινθιακής-Πατραϊκής τάφρου, και είναι της τάξης των 1-2 χιλιοστών/χρόνο. Η βαθυμετρία του πυθμένα του Ευβοϊκού Κόλπου είναι ρηχή, με βάθη ως 50 μέτρα, τα οποία αυξάνονται στα 450m στο κεντρικό τμήμα του κόλπου. 

Σεισμικές διασκοπήσεις, [Makris et al., 2001], έδειξαν την παρουσία ισχυρά απολεπτυσμένου ηπειρωτικού φλοιού κάτω από το κεντρικό τμήμα του Ευβοϊκού κόλπου πάχους 19-20Km. Ο φλοιός αυτός είναι κοντά στα γεωλογικά όρια που εξηγούν τις ηφαιστειακές δραστηριότητες του απώτατου παρελθόντος, κυρίως στην περιοχή γύρω από τη Λιχάδα, μιας και η περιοχή δε βρίσκεται πάνω σε ζώνη σύγκλισης ή απομάκρυνσης λιθοσφαιρικών πλακών, και συνεπώς η όποια δραστηριότητα προήλθε από την ανοδική κίνηση του μάγματος από το μανδύα, που διευκολύνθηκε από τη λέπτυνση του γήινου φλοιού.

Όλο το άρθρο στο https://www.larissanet.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: